Σκιώδη Παραλειπόμενα

του
Κώστα Βουλαζέρη

Αρχείο | RSS Feed

Αναζήτηση Μυστηριακές ΟντότητεςΠαλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

Τυχαία

Μια στιγμή...
29 / 5 / 2019

Αυτό δεν είναι μυθιστόρημα· είναι ένα βιβλιοπαιχνίδι της σειράς Μοναχικός Λύκος (Lone Wolf). Κάποτε, η σειρά είχε μεταφραστεί και στα ελληνικά, αλλά, για να είμαι ειλικρινής, μόνο αυτό το βιβλίο έχω. Τα άλλα, αν θυμάμαι καλά (γιατί τότε ήμουν μικρός), δεν μπορούσα να τα βρω. Και το συγκεκριμένο βιβλίο είναι το 6ο, άρα δεν έχει νόημα να ξεκινήσεις από εκεί.

Περιλαμβάνει και χάρτη στις πρώτες σελίδες. (Στη μέση είναι λιγάκι θολός επειδή εκεί διπλώνουν οι σελίδες και δεν σκανάρεται καλά.)

Επίσης, μέσα στο βιβλίο υπάρχουν πολλές αρκετά ατμοσφαιρικές ασπρόμαυρες εικόνες, όπως και στην αγγλόφωνη έκδοση.

Τώρα που το ξανακοιτάζω, οφείλω να ομολογήσω ότι δεν μου αρέσει και τόσο στα ελληνικά. Όχι, δεν έχω το ταμπού “Αυτά δεν είναι η παράδοσή μας” και τέτοιες σαχλαμάρες. Απλά τα ονόματα, έτσι όπως τα βλέπω με ελληνικούς χαρακτήρες, δεν μοιάζει να ταιριάζουν, γαμώτο. Είναι σαν κάτι να μην πηγαίνει καλά. Και δεν είναι πρόβλημα της μετάφρασης αυτό. Γιατί, πώς αλλιώς να τα αποδόσεις; Είναι ονόματα που υποχρεωτικά θα μείνουν όπως είναι, απλά οι χαρακτήρες από λατινικοί θα γίνουν ελληνικοί. Και πάλι, όμως, για κάποιο λόγο, μου μοιάζουν λάθος. Θέλω να πω... “τεχνική Ραμαστάν”; Σοβαρά; “Φυλή Ογκρόν”; Βρισιά είναι αυτό; Δεν ξέρω, αλλά κάτι δεν μ’αρέσει στα ελληνικά μ’αυτά τα ονόματα.

Παρεμπιπτόντως, όλα τα βιβλία της σειράς Lone Wolf κυκλοφορούν δωρεάν (και νόμιμα) πλέον στο διαδίκτυο, σε πολλές μορφές ηλεκτρονικού βιβλίου, και όποιος θέλει μπορεί να πάει και να τα κατεβάσει από εδώ. Αυτά και άλλα παρόμοια. Τα προτείνω ανεπιφύλακτα. Πριν από μερικά χρόνια, είχα παίξει τα τρία πρώτα της σειράς, και ήταν καλά, αν και το ένα είχε ένα αδικαιολόγητα δύσκολο σημείο – από εκείνα που αν στρίψεις στη λάθος μεριά του μονοπατιού, μετά, προς το τέλος του βιβλίου, δεν μπορείς να τελειώσεις την ιστορία. Όμως η σειρά Lone Wolf είναι από τα καλύτερα βιβλιοπαιχνίδια που μπορείς να βρεις.

Παλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

 

 

Επίσης . . .

Το Δυναμικό Φανταστικό Σκηνικό


Αρκετοί φανταστικοί κόσμοι δεν αλλάζουν, ή αλλάζουν λίγο. Είναι αρκετά φιξαρισμένοι, θα έλεγες. Γνωρίζουμε τι υπάρχει εκεί και τι δεν υπάρχει, και αποκεί και πέρα οι μόνες αλλαγές είναι, ίσως, στην πολιτική σκηνή του κόσμου, ή στο πώς εξελίσσονται κάποιες καταστάσεις. Αλλά ο κόσμος ο ίδιος, κατά βάση, δεν αλλάζει. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι υπάρχουν αυτές οι φανταστικές φυλές, αυτά τα φανταστικά όντα, αυτά τα είδη μαγείας ή τεχνολογίας, και τέλος. Μεταβάλλονται μόνο οι σχέσεις μεταξύ αυτών – όπως αν ένα βασίλειο γκρεμιστεί ή αν μια καινούργια πόλη ιδρυθεί. Σε πολλές περιπτώσεις, δε, ακόμα κι αυτό δεν συμβαίνει, ή συμβαίνει πολύ διστακτικά, πολύ επιφυλακτικά. Κάποιες αυτοκρατορίες είναι πάντα εκεί, κάποια βασιλεία υπήρχαν και θα υπάρχουν. Μερικές φορές αυτό ισχύει και για κάποιους χαρακτήρες μέσα στις φανταστικές ιστορίες· μοιάζουν κι αυτοί φιξαρισμένοι στο φανταστικό σκηνικό, σαν να είναι μέρος του.

Το πιο συνηθισμένο, πάντως, σε αυτές τις περιπτώσεις είναι το πολιτικό σκηνικό να αλλάζει αλλά τίποτα σχετικά με τη φύση του κόσμου. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό – έχει μια συγκεκριμένη αισθητική – και θα μπορούσες να πεις και ότι είναι, κατά κάποιο τρόπο, ρεαλιστικό – δηλαδή, ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στον κόσμο μας, στη δική μας πραγματικότητα.

Ή, μήπως, όχι;

[Συνέχισε να διαβάζεις]

 

Επιλογές Νοεμβρίου (12/11)


Χάρτης με τους αρχαίους ρωμαϊκούς δρόμους, εικόνες από το Bummer California, LocalSend (ασφαλή αποστολή αρχείων τοπικά), Sean Andrew Murray. Η Ιρλανδία καθιερώνει τη χορήγηση μισθού σε δημιουργούς, το Beowulf του Lynd Ward, Greek TV Live, The White Company του Arthur Conan Doyle. «Η πόλη των μαγισσών», Space Type Generator, ερωτικές ταινίες τρόμου. Halloween με Ε.Φ. από το ’70· The Sword of Shannara και αντιγραφές του Τόλκιν· The Fall of Mercury της Leslie F. Stone· Sean Connery και Zardoz. Ο άνθρωπος είναι το ζώο που ονειρεύεται.

 

Περί Γραφής: Νοοτροπίες Διορθώσεων


Πώς πρέπει να μάθεις να σκέφτεσαι προτού ξεκινήσεις να διορθώνεις τα κείμενά σου

Νομίζω πως έχω ήδη γράψει σε κάποιο άλλο άρθρο (δεν θυμάμαι ποιο, αυτή τη στιγμή) ότι η τακτική μου με τις διορθώσεις είναι η εξής: να γράφω ένα κομμάτι (κάποιες σελίδες, ίσως ένα κεφάλαιο) και μετά να το διορθώνω· και όταν έχω τελειώσει όλο το βιβλίο, να το διορθώνω πάλι από την αρχή. Αυτή η τελευταία διόρθωση – αν και, ίσως, η λιγότερο σημαντική – είναι και η πιο κουραστική για εμένα, γιατί (α) θέλω να τη βγάλω σε συγκεκριμένο χρόνο, δεν θέλω να αργήσω πολύ· (β) ασχολούμαι με λεπτομέρειες ουσιαστικά, τα βασικά τα έχω ήδη διορθώσει· και (γ) η συνεχόμενη εστίαση της προσοχής για πολλές ημέρες επάνω σε ένα κείμενο δημιουργεί μεγαλύτερη κόπωση από τη συνεχόμενη χειρονακτική εργασία.

Αλλά αυτή είναι απλώς η τακτική που ακολουθώ, και σ’αυτό το άρθρο την αναφέρω μόνο. Εκείνο για το οποίο θέλω να μιλήσω εδώ είναι η νοοτροπία με την οποία κάνει (πρέπει να κάνει;) κάποιος τις διορθώσεις σε ένα λογοτεχνικό κείμενο. Και αναφέρομαι, κυρίως, στον συγγραφέα τον ίδιο, όχι σε διορθωτή. Για τον διορθωτή τα πράγματα πιθανώς να είναι αλλιώς – πιο επαγγελματικά, πιο ουδέτερα. Για τον συγγραφέα, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο ουδέτερα, και όταν ξαναβλέπει ένα κείμενο που έχει γράψει μπορεί – ανάλογα και με την ιδιοσυγκρασία του – να βλέπει πολλά. Μπορεί να βλέπει ακόμα και φαντάσματα – το οποίο είναι πολύ συνηθισμένο· δεν αστειεύομαι.

Γι’αυτό είναι πολύ σημαντική η νοοτροπία με την οποία κάνει κανείς διορθώσεις, ασχέτως τι τακτική ακολουθεί. Μπορεί κάποιος να μην ακολουθεί τη δική μου τακτική· μπορεί να το γράφει όλο μονοκοπανιά και μετά να το διορθώνει από την αρχή. Ή μπορεί να το γράφει λίγο-λίγο διορθώνοντάς το στην πορεία. Δεν έχει σημασία αυτό. Όλα είναι, κατά βάθος, σωστά. Μεγαλύτερη σημασία έχει η νοοτροπία για τις διορθώσεις.

Και δεν υπάρχει μόνο μία νοοτροπία· υπάρχουν πολλές. Θα αναφέρω μερικές που θεωρώ καλές, και μερικές που πιστεύω ότι έχουν ενδιαφέρον.

Δύο ακραίες καταστάσεις που πλήττουν τους συγγραφείς είναι οι εξής: Από τη μια, να βαριούνται να το διορθώσουν και να το αφήνουν όπως είναι· από την άλλη, να σκαλώνουν και να το κοιτάνε επ’άπειρον, αγωνιώντας ότι πάντα κάτι δεν πάει καλά, ποτέ δεν είναι αρκετά σωστό.

[Συνέχισε να διαβάζεις]