Σκιώδη Παραλειπόμενα

του
Κώστα Βουλαζέρη

Αρχείο | RSS Feed

Αναζήτηση Μυστηριακές ΟντότητεςΠαλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

Τυχαία

Μια στιγμή...
1 / 1 / 2022

Παραμονή πρωτοχρονιάς 2022, περιφέρομαι στους δρόμους της Αθήνας σαν καλικάντζαρος βγαλμένος από χριστουγεννιάτικο πανδημικό εφιάλτη, και βλέπω μόνο σκηνές μιζέριας και παρακμής. Ελάχιστος κόσμος στους δρόμους – γι’άλλη μια φορά κλεισμένοι στις κορονοτρύπες τους – και ακόμα πιο λίγος στα καταστήματα. Οι μαγαζάτορες κοιτάζουν απεγνωσμένα από τις πόρτες κρύβοντας απόχη πίσω από την πλάτη, περιμένοντας να αρπάξουν τυχαίο περαστικό μήπως και τον μεταμορφώσουν σε πελάτη.

Σε κάποια μεγάλα καταστήματα παρατηρείς μικρές ουρές από κόσμο πρόθυμο να δείξει πιστοποιητικό υγειονομικών φρονημάτων για να εισέλθει – ένα από τα μεγαλύτερα αίσχη της πανδημίας μέχρι στιγμής.

Στου Ψυρρή, τα εστιατόρια θα βαρούσαν μύγες αν οι μύγες τολμούσαν να κυκλοφορήσουν. Μια τραγική εικόνα ερήμωσης εκεί όπου, τέτοιες ημέρες, θα έπρεπε να γίνεται χαμός από τον κόσμο.

Και όλα αυτά μπορεί να έχουν μια σουρεαλιστική αισθητική αξία για «περίεργους» σαν εμένα – μπορεί ακόμα και να σε κάνει να γουστάρεις η όλη παραξενοσύνη του θέματος, ένα αλλόκοτο μεταποκαλυπτικό σκηνικό, προκαλούμενο εν μέρει από μια επιδημιακή κρίση, εν μέρει από μια κρίση μαζικής υστερίας – όμως πιστεύω ότι όλοι μπορούμε να συμφωνήσουμε πως, από αντικειμενική άποψη, ε, δεν είναι κατάσταση αυτή, γαμώ το κέρατό μου.

Χρονιάρες μέρες, δε.

Καλά, δεν μπορούσαν να περιμένουν λίγες μέρες ακόμα προτού αμολήσουν έτσι την πανδημική τρομοκρατία τους; (Θα επανέλθουμε εντός ολίγου σ’αυτό. Κρατηθείτε.)

Πλησιάζω ένα μεγάλο κατάστημα που πουλά είδη τα οποία, για κάποιο λόγο, δεν θεωρούνται πρώτης ανάγκης (οπότε και θέλεις πιστοποιητικό υγειονομικων φρονημάτων για να μπεις) αλλά, ουσιαστικά, είναι είδη πρώτης ανάγκης (οπότε, το μαγαζί είναι από τα λίγα που φαίνεται να μαζεύουν κάποιο κόσμο). Εσκεμμένα δεν αναφέρω ποιο κατάστημα είναι. Όχι πως θα πω κάτι κακό γι’αυτό. Αντιθέτως. Αλλά, ξέρεις, δεν θέλω να το στοχοποιήσω με τον οποιονδήποτε τρόπο.

Πλησιάζω, λοιπόν, δίπλα από τη σειρά των εμβολιασμένων και ζητάω, σαν μολυσμένο στοιχειό, αν μπορούν να μου φέρουν στην πόρτα κάτι πράγματα που μου χρειάζονται. Σπεύδουν να με εξυπηρετήσουν, πολύ ευγενικοί, και ενώ συγχρόνως με κοιτάζουν, ίσως, λίγο περίεργα και μοιάζοντας, ίσως, και λίγο αμήχανοι απέναντί μου. Και αναρωτιέμαι: τι νομίζει ο κόσμος, ότι επειδή είμαστε ανεμβολίαστοι ήρθαμε από το βουνό και θα κάνουμε φασαρία; Ότι θα αρχίσουμε να τους βρίζουμε; Είχαν κακές εμπειρίες με ανεμβολίαστους τις προηγούμενες ημέρες;

Όχι, δεν τα βάζουμε με τυχαίους υπαλλήλους, ειδικά όσους φέρονται ευγενικά. Ξέρουμε ότι ούτε σ’αυτούς δεν αρέσει η συγκεκριμένη κατάσταση. Ξέρουμε ότι όλοι οι άνθρωποι που έχουν λίγο μυαλό στο κεφάλι τους, ή δεν είναι τελείως φασίστες, καταλαβαίνουν ότι όλο αυτό που συμβαίνει είναι χάλι το οποίο δεν πρόκειται να φέρει κανένα θετικό αποτέλεσμα.

Και, ενώ περιμένω να μου φέρουν ό,τι ζήτησα, βλέπω την κυρία στην πόρτα (τη μία από τις δύο) να ζητά στον κόσμο να μη συνωστίζεται γιατί είναι επικίνδυνο. Και μια γριά τής λέει: «Μα είμαστε όλοι εμβολιασμένοι!»

Τρομάρα σας... Αυτά παθαίνει το μυαλό όταν παρακολουθεί πολύ ΣΚΑΪ. Μαθαίνει μόνο τη μισή ιστορία. Την ιστορία που η Μεγάλη Φάρμα θέλει να μάθεις.

Κάθε μέτρο που έχει παρθεί, από την αρχή αυτής της πανδημίας, όχι μόνο δεν φαίνεται να φέρνει κανένα θετικό αποτέλεσμα αλλά, αντιθέτως, φαίνεται να κάνει την κατάσταση χειρότερη!

Είναι αντικειμενικό· δεν το λέω επειδή είμαι αντι-ΝΔ. Μέχρι στιγμής δεν ασχολούμουν καν με την πολιτική. (Ούτε και τώρα θεωρώ πως ασχολούμαι, κατά βάση, με την πολιτική.)

Δες τι έγινε με τα πρώτα lockdown. Είχαμε περισσότερα κρούσματα και θανάτους από Covid αντί να έχουμε πιο λίγα.

Δες τι έγινε με τα μη-εμβόλια τα οποία διατυμπανιζόταν ότι θα διέλυαν την πανδημία. Όσο περισσότεροι εμβολιάζονται τόσο χειροτερεύει η πανδημία... μέχρι που φτάσαμε στο σήμερα.

Ο γενικός πληθυσμός εξαναγκάστηκε υπό την απειλή όπλου να πάρει ένα φάρμακο αμφιβόλου ποιότητας το οποίο, όχι μόνο δεν έλυσε την πανδημία, αλλά την επιδείνωσε ενώ, συγχρόνως, τους έκανε όλους να βάλουν τη ζωή τους σε κίνδυνο από τα ίδια τα μη-εμβόλια.

Και θα μου πεις: Μα ήρθε η Όμικρον! Γι’αυτό συμβαίνουν αυτά!

Και θα σου πω: Μα ήταν δυνατόν να μην ξέρουν ότι τέτοιου είδους ιός θα έκανε μεταλλάξεις που δεν τις πιάνουν τα εμβόλια; Αυτή είναι η φυσιολογική πορεία των ιών. Είναι γνωστό. Επίσης, όσο πιο μεταδοτικοί γίνονται τόσο λιγότερο θανατηφόροι γίνονται, κανονικά, καθώς προσπαθούν να γίνουν ενδημικοί.

Προς τι, λοιπόν, ο όλος φασισμός με τα εμβόλια που, στην πραγματικότητα, είναι γονιδιακές θεραπείες και πήραν εσπευσμένη έγκριση παγκοσμίως; Ποιον εξυπηρετεί αυτό το αφήγημα;

Παρατηρώντας τι γίνεται σε όλες τις χώρες του κόσμου, ο εμβολιασμός μ’αυτά τα σκευάσματα κάνει, κατά μυστηριώδη τρόπο, την πανδημία να χειροτερεύει ενώ συγχρόνως αυξάνει τη θνησιμότητα στον γενικό πληθυσμό από διάφορες άλλες αιτίες.

Παρ’όλ’ αυτά, πρέπει να σε υποχρεώσουν υπό την απειλή όπλου να τα δεχτείς μέσα στο σώμα σου...

Και μετά, έχουμε την άλλη κωμικοτραγική γελοιότητα με τις μάσκες που αποτελούν διαφημιστικό κόλπο της τρομοκρατικής καμπάνιας «πανδημία»... Τώρα, πας στο σουπερμάρκετ και σου λένε ότι, αν φοράς απλή μάσκα, δεν φτάνει μία· πρέπει να φοράς δύο, τη μία πάνω στην άλλη. Αγόρασα, λοιπόν, μία από εκείνες τις μυτερές μάσκες – δεν θυμάμαι ποιο είναι το επίσημο όνομά τους: ας τις λέμε «κορακοράμφη» για ευκολία – ώστε να μη φοράω τη διπλή μάσκα. Το κοίταξα καλά-καλά το κορακοράμφος μου για να καταλάβω τι διαφορά έχει από την άλλη μάσκα και είναι πιο αποτελεσματικό (υποτίθεται) εναντίον της πανδημίας. Το ύφασμα είναι σίγουρα λίγο καλύτερης ποιότητας, λιγάκι πιο στέρεο, λιγάκι πιο παχύ, και φτιαγμένο έτσι ώστε να στέκεται σαν ράμφος και να μη σου γλιστρά εύκολα από τη μύτη.

Ε, και; Αυτό σημαίνει πως σταματά ιούς που κυκλοφορούν στον αέρα (όπως υποτίθεται ότι συμβαίνει); Φυσικά και δεν σταματά ιούς που κυκλοφορούν στον αέρα, αφού ο αέρας περνά μέσα από το ύφασμα είτε έτσι είτε αλλιώς.

Το ίδιο, βέβαια, ισχύει και αν φοράς δύο μάσκες. Είναι σαν να φοράς μία. Αφού ο αέρας περνά, περνά και ο ιός που είναι μέσα στον αέρα (αν υποθέσουμε ότι υπάρχει ιός μέσα στον αέρα).

Το ίδιο θα συνέβαινε κι αν φορούσες τρεις μάσκες. Ή τέσσερις. Ή περισσότερες. Εκτός αν φορούσες τόσες μάσκες ώστε να μην περνά καθόλου ο αέρας, οπότε και θα είχαν ξαφνικά λυθεί όλα σου τα προβλήματα...

Με παραξενεύει ένα πράγμα σε όλη αυτή την τραγελαφική υπόθεση. Αν υποτεθεί ότι οι δύο υφασμάτινες μάσκες προστατεύουν καλύτερα από τη μία υφασμάτινη μάσκα, τότε λογικά οι τρεις προσφέρουν ακόμα μεγαλύτερη προστασία, έτσι; Οπότε, γιατί να μη φοράμε τρεις; Ή, γιατί να μη φοράμε τέσσερις ή πέντε;

Σε τελική ανάλυση, γιατί να περιμένεις το Κράτος της Κορονοκρατίας να σου πει πόσες μάσκες να φορέσεις; Γιατί να μη φορέσεις από μόνος σου, κατευθείαν, τον μέγιστο αριθμό μασκών που σου προσφέρει 100% προστασία από ιούς που κυκλοφορούν στον αέρα; Και ποιος είναι αυτός ο μέγιστος αριθμός; Οι... δέκα μάσκες; Η μία πάνω από την άλλη;

Η απάντηση είναι απλή: Όλα αυτά είναι μαλακίες. Δεν έχει διαφορά πόσες υφασμάτινες μάσκες φοράς τη μία πάνω στην άλλη. Το ίδιο απροστάτευτος είσαι από μολύνσεις που κυκλοφορούν στον αέρα. Αν όντως η μόλυνση κυκλοφορούσε στον αέρα σε τέτοια έκταση, όλοι θα είχαμε ήδη μολυνθεί προτού προλάβουμε να φορέσουμε μάσκες.

Μ’αυτά τα κορακοράμφη έχουμε γυρίσει 1.500 χρόνια πίσω. Κάνουμε ξανά τους plague doctors, και ακριβώς το ίδιο σφάλμα με αυτούς.

Οι υφασμάτινες μάσκες είναι μόνο για να φοριούνται από ασθενείς με συμπτώματα της νόσου, όχι από τον καθένα.

Αν νομίζεις ότι υπάρχει μόλυνση στον αέρα, μην κοροϊδεύεσαι άλλο· αγόρασε μια κανονική μάσκα αερίων από πλαστικό και μέταλλο με ειδικά φίλτρα. Τέτοια μάσκα μόνο μπορεί να σε προστατέψει. Και πάλι, τίποτα δεν είναι ποτέ 100% βέβαιο.

*

Εύχομαι το 2022 να είναι καλύτερο από τα δύο προηγούμενα χρόνια. Με τόσα 2, κάποια μαγεία πρέπει να συμβεί. Ίσως ήδη να έχει αρχίσει να συμβαίνει. Κάποιοι φαίνεται να έχουν ξυπνήσει από την κορονομαστούρα και να μη θέλουν να ξαναϋπνωτιστούν. Τους εύχομαι να ταρακουνήσουν και τους υπόλοιπους.

Το μόνο που έχετε να φοβάστε είναι ο ίδιος ο φόβος.

Σοφά λόγια. Γιατί τα έχετε ξεχάσει;

Τα προβλήματα δεν λύνονται με τον φόβο και την τρομοκρατία.

Οι επιδημιακές κρίσεις δεν λύνονται με μάσκες και εμβόλια, φασιστικά υγειονομικά πιστοποιητικά και αναστολές υγειονομικών. (Εκτός των άλλων, δεν επιτρέπεται να εμβολιάζεις εν μέσω πανδημίας· απλά ενδυναμώνεις τον ιό. Ούτε αυτό το ξέρουν οι «ειδικοί» της Μεγάλης Φάρμας;) Λύνονται με ενίσχυση του συστήματος υγείας, αποσυμφόρηση των νοσοκομείων (τα οποία πάντα αποτελούν βασική εστία μόλυνσης), και καλή υγιεινή από όλους.

Όσοι θέλουν να συντηρούν αφηγήματα άλυτης πανδημίας είναι ξεκάθαρα κακούργοι και πανδημιοκάπηλοι.

Τουλάχιστον, θα έπρεπε να περιμένουν ο κόσμος να περάσει τις γιορτές προτού ξεκινήσουν την καινούργια καμπάνια τρομοκρατίας και αποπροσανατολισμού. Αλλά, βέβαια, τότε η καμπάνια θα ήταν, ίσως, λιγότερο αποτελεσματική. Τώρα, ο γενικός πληθυσμός το ένιωσε για τα καλά ότι του στέρησαν – ξανά – τις γιορτές. Πιο πιθανό να αναζητήσει την 4η δόση του μη-εμβολίου για να βρει την πολυπόθητη «ελευθερία»...

...την οποία προσπαθούν να τον κάνουν να ξεχάσει ότι κανένας δεν σου τη δίνει, αλλά μόνος σου την παίρνεις. Μόνος σου, απλά, την έχεις. Επειδή υπάρχεις.

Το πρόβλημα δεν είναι η πανδημία – μία επιδημιακή κρίση εξαπλωμένη παγκοσμίως. Το πρόβλημα είναι η αντιμετώπιση της πανδημίας από τους επιτήδειους ιθύνοντες.

Η «πανδημία» θα τελειώσει όταν εσείς αποφασίσετε ότι βαρεθήκατε να σας τρομάζουν με τον συνήθη αόρατο μπαμπούλα.

 

 

Επίσης . . .

Το Δυναμικό Φανταστικό Σκηνικό


Αρκετοί φανταστικοί κόσμοι δεν αλλάζουν, ή αλλάζουν λίγο. Είναι αρκετά φιξαρισμένοι, θα έλεγες. Γνωρίζουμε τι υπάρχει εκεί και τι δεν υπάρχει, και αποκεί και πέρα οι μόνες αλλαγές είναι, ίσως, στην πολιτική σκηνή του κόσμου, ή στο πώς εξελίσσονται κάποιες καταστάσεις. Αλλά ο κόσμος ο ίδιος, κατά βάση, δεν αλλάζει. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι υπάρχουν αυτές οι φανταστικές φυλές, αυτά τα φανταστικά όντα, αυτά τα είδη μαγείας ή τεχνολογίας, και τέλος. Μεταβάλλονται μόνο οι σχέσεις μεταξύ αυτών – όπως αν ένα βασίλειο γκρεμιστεί ή αν μια καινούργια πόλη ιδρυθεί. Σε πολλές περιπτώσεις, δε, ακόμα κι αυτό δεν συμβαίνει, ή συμβαίνει πολύ διστακτικά, πολύ επιφυλακτικά. Κάποιες αυτοκρατορίες είναι πάντα εκεί, κάποια βασιλεία υπήρχαν και θα υπάρχουν. Μερικές φορές αυτό ισχύει και για κάποιους χαρακτήρες μέσα στις φανταστικές ιστορίες· μοιάζουν κι αυτοί φιξαρισμένοι στο φανταστικό σκηνικό, σαν να είναι μέρος του.

Το πιο συνηθισμένο, πάντως, σε αυτές τις περιπτώσεις είναι το πολιτικό σκηνικό να αλλάζει αλλά τίποτα σχετικά με τη φύση του κόσμου. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό – έχει μια συγκεκριμένη αισθητική – και θα μπορούσες να πεις και ότι είναι, κατά κάποιο τρόπο, ρεαλιστικό – δηλαδή, ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στον κόσμο μας, στη δική μας πραγματικότητα.

Ή, μήπως, όχι;

[Συνέχισε να διαβάζεις]

 

Επιλογές Νοεμβρίου (12/11)


Χάρτης με τους αρχαίους ρωμαϊκούς δρόμους, εικόνες από το Bummer California, LocalSend (ασφαλή αποστολή αρχείων τοπικά), Sean Andrew Murray. Η Ιρλανδία καθιερώνει τη χορήγηση μισθού σε δημιουργούς, το Beowulf του Lynd Ward, Greek TV Live, The White Company του Arthur Conan Doyle. «Η πόλη των μαγισσών», Space Type Generator, ερωτικές ταινίες τρόμου. Halloween με Ε.Φ. από το ’70· The Sword of Shannara και αντιγραφές του Τόλκιν· The Fall of Mercury της Leslie F. Stone· Sean Connery και Zardoz. Ο άνθρωπος είναι το ζώο που ονειρεύεται.

 

Περί Γραφής: Νοοτροπίες Διορθώσεων


Πώς πρέπει να μάθεις να σκέφτεσαι προτού ξεκινήσεις να διορθώνεις τα κείμενά σου

Νομίζω πως έχω ήδη γράψει σε κάποιο άλλο άρθρο (δεν θυμάμαι ποιο, αυτή τη στιγμή) ότι η τακτική μου με τις διορθώσεις είναι η εξής: να γράφω ένα κομμάτι (κάποιες σελίδες, ίσως ένα κεφάλαιο) και μετά να το διορθώνω· και όταν έχω τελειώσει όλο το βιβλίο, να το διορθώνω πάλι από την αρχή. Αυτή η τελευταία διόρθωση – αν και, ίσως, η λιγότερο σημαντική – είναι και η πιο κουραστική για εμένα, γιατί (α) θέλω να τη βγάλω σε συγκεκριμένο χρόνο, δεν θέλω να αργήσω πολύ· (β) ασχολούμαι με λεπτομέρειες ουσιαστικά, τα βασικά τα έχω ήδη διορθώσει· και (γ) η συνεχόμενη εστίαση της προσοχής για πολλές ημέρες επάνω σε ένα κείμενο δημιουργεί μεγαλύτερη κόπωση από τη συνεχόμενη χειρονακτική εργασία.

Αλλά αυτή είναι απλώς η τακτική που ακολουθώ, και σ’αυτό το άρθρο την αναφέρω μόνο. Εκείνο για το οποίο θέλω να μιλήσω εδώ είναι η νοοτροπία με την οποία κάνει (πρέπει να κάνει;) κάποιος τις διορθώσεις σε ένα λογοτεχνικό κείμενο. Και αναφέρομαι, κυρίως, στον συγγραφέα τον ίδιο, όχι σε διορθωτή. Για τον διορθωτή τα πράγματα πιθανώς να είναι αλλιώς – πιο επαγγελματικά, πιο ουδέτερα. Για τον συγγραφέα, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο ουδέτερα, και όταν ξαναβλέπει ένα κείμενο που έχει γράψει μπορεί – ανάλογα και με την ιδιοσυγκρασία του – να βλέπει πολλά. Μπορεί να βλέπει ακόμα και φαντάσματα – το οποίο είναι πολύ συνηθισμένο· δεν αστειεύομαι.

Γι’αυτό είναι πολύ σημαντική η νοοτροπία με την οποία κάνει κανείς διορθώσεις, ασχέτως τι τακτική ακολουθεί. Μπορεί κάποιος να μην ακολουθεί τη δική μου τακτική· μπορεί να το γράφει όλο μονοκοπανιά και μετά να το διορθώνει από την αρχή. Ή μπορεί να το γράφει λίγο-λίγο διορθώνοντάς το στην πορεία. Δεν έχει σημασία αυτό. Όλα είναι, κατά βάθος, σωστά. Μεγαλύτερη σημασία έχει η νοοτροπία για τις διορθώσεις.

Και δεν υπάρχει μόνο μία νοοτροπία· υπάρχουν πολλές. Θα αναφέρω μερικές που θεωρώ καλές, και μερικές που πιστεύω ότι έχουν ενδιαφέρον.

Δύο ακραίες καταστάσεις που πλήττουν τους συγγραφείς είναι οι εξής: Από τη μια, να βαριούνται να το διορθώσουν και να το αφήνουν όπως είναι· από την άλλη, να σκαλώνουν και να το κοιτάνε επ’άπειρον, αγωνιώντας ότι πάντα κάτι δεν πάει καλά, ποτέ δεν είναι αρκετά σωστό.

[Συνέχισε να διαβάζεις]