Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Αν σας αρέσουν τα μυθιστορήματα και διηγήματα που βρίσκετε εδώ
τελείως δωρεάν, μπορείτε να το δείξετε κάνοντας μια δωρεά με τον πιο ασφαλή
τρόπο στο διαδίκτυο.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Πολλοί αναρωτιούνται πώς οι συγγραφείς φαντασίας φτιάχνουν φανταστικούς κόσμους γεμάτους περιοχές, παράξενα ονόματα, και ένα σωρό ιδιομορφίες σε σχέση με τον δικό μας κόσμο. Κάποιοι, πάλι, που σκέφτονται να γράψουν φανταστική λογοτεχνία διστάζουν γιατί δεν νομίζουν ότι θα κατάφερναν να φτιάξουν τόσο μεγάλους και πολύπλοκους φανταστικούς κόσμους.
Και υπάρχει και το παράδειγμα του Τολκιν, ο οποίος είχε φτιάξει έναν κόσμο με αρκετά πολύπλοκη μυθολογία και ακόμα και δικές του γλώσσες οι οποίες είναι, πραγματικά, σαν κανονικές γλώσσες. Ορισμένοι επίδοξοι συγγραφείς τρομάζουν από αυτό. Σκέφτονται: Μα πώς να το κάνεις;
Υπάρχει, όμως, και το αντίθετο ρεύμα (όπως ο Michael Moorcock), που ισχυρίζεται ότι δεν χρειάζεται ο φανταστικός κόσμος να είναι πολύπλοκος, ούτε καν λεπτομερειακός: μάλιστα, αυτό είναι κακό. Αλλά ακόμα κι αυτοί οι συγγραφείς πλάθουν διάφορα παράξενα φανταστικά σκηνικά, παρά τα όσα λένε. Απλώς δεν τους ενδιαφέρει να τα καταγράψουν σαν ιστορικά δεδομένα ή σαν να γράφουν τον Οδηγό του Φανταστικού Κόσμου. Για παράδειγμα, ο κόσμος του Elric, του γνωστού ήρωα του Moorcock, είναι αρκετά ευφάνταστος, παρότι ο Moorcock δεν ενδιαφέρεται να ασχοληθεί με λεπτομέρειες και συστηματική καταγραφή. Όταν βλέπει κάποιος τον κόσμο του Elric – ειδικά κάποιους που δεν ασχολείται με τη φανταστική λογοτεχνία και πολύ – μπορεί να σκεφτεί ότι είναι δύσκολο να επινοήσεις έναν τέτοιο κόσμο, ή μπορεί να απορήσει πώς είναι δυνατόν ένας συγγραφέας να σκεφτεί όλα αυτά τα πράγματα.
Ουσιαστικά, όμως, δεν είναι και τόσο δύσκολο να φτιάξεις όσους φανταστικούς κόσμους θέλεις, αρκεί, βέβαια, να έχεις κάποια φαντασία και δημιουργική διάθεση.
Υπάρχουν δύο τρόποι, κι ένας τρίτος, για να φτιάχνεις φανταστικούς κόσμους – φανταστικά σκηνικά, εν γένει. Ο πρώτος τρόπος είναι αυτός που θα μπορούσαμε να πούμε Από Πάνω Προς τα Κάτω. Ο δεύτερος είναι αυτός που θα μπορούσαμε να πούμε Από Κάτω Προς τα Πάνω. Και ο τρίτος είναι κάτι ανάμεσα στους δύο προαναφερθέντες, και μπορεί να γέρνει λίγο περισσότερο προς τον έναν ή προς τον άλλο.
Τελειώνοντας αυτό το βιβλίο, είχα πια καταλάβει γιατί θεωρείται κλασικό και καλτ. Είναι ακριβώς το είδος του βιβλίου που μπορεί να θεωρηθεί τέτοιο. Έχει μια διαχρονική ιδιαιτερότητα, και μια γενική παραδοξότητα που γαργαλά τη φαντασία.
Αν παρατηρήσεις τη λογοτεχνία, και όχι μόνο τη φανταστική, βλέπεις ότι πολύ σπάνια αναφέρεται στον μέσο άνθρωπο, στον συνηθισμένο άνθρωπο, τον καθημερινό, αυτόν που δεν έχει καμία ιδιαιτερότητα. Ίσως, μάλιστα, ποτέ να μην αναφέρεται σε αυτόν. Τώρα, καθώς προσπαθώ να θυμηθώ ένα βιβλίο, ή έστω ένα διήγημα, με τέτοιο ήρωα, δεν μπορώ.
Οι ήρωες συνήθως ξεφεύγουν από τον μέσο όρο της ανθρωπότητας, και όχι πάντα επειδή είναι υπερβατικοί. Ξεφεύγουν γιατί είναι διαφορετικοί. Πολύ συχνά διαβάζουμε για χαρακτήρες που είναι, ελλείψει καλύτερου όρου, αφυπνισμένοι με κάποιο τρόπο, δηλαδή έχουν κατανοήσει κάτι που οι άλλοι δεν καταλαβαίνουν ή δεν του δίνουν σημασία ή δεν τους ενδιαφέρει.
Σε διάφορα μυθιστορήματα φαντασίας, ο ήρωας ή έχει ανακαλύψει κάποιες «δυνάμεις», ή είναι πιο δυνατός, ή «εκλεκτός», ή απλά πιο αντιδραστικός σε σχέση με την κοινωνική κατάσταση που επικρατεί γύρω του. Αυτό το τελευταίο συνήθως συμβαίνει και στα μυθιστορήματα που δεν είναι φαντασίας. Ο ήρωας, με κάποιο τρόπο, διαφοροποιείται. Δεν διαβάζουμε για έναν άνθρωπο που είναι «κανονικός», αλλά για κάποιον που ξεφεύγει από τον μέσο όρο. Ή για κάποιους – γιατί, πολλές φορές, τα μυθιστόρημα δεν έχουν μόνο έναν βασικό χαρακτήρα.
Εκείνο που συνήθως ακούς για τα μυθιστορήματα – ή για τις ταινίες, ή για οποιοδήποτε αφηγηματικό έργο – αλλά κυρίως για τα μυθιστορήματα – είναι ότι έχουν πλοκή. Η πλοκή είναι μια σειρά από γεγονότα μέσα στην αφήγηση τα οποία ξεκινούν από την αρχή της ιστορίας και συνεχίζονται, το ένα κατόπιν του άλλου, με τέτοιο τρόπο ώστε να φτάνουμε σε μια κατάληξη που βγάζει κάποιο νόημα βάσει του πώς είναι δομημένη η ιστορία.
Για παράδειγμα, αν γράφεις ένα παραμύθι όπου ένας ιππότης ξεκινά να σώσει μια πριγκίπισσα από έναν δράκο, περιμένεις ότι στο τέλος ο ιππότης ή θα σώσει την πριγκίπισσα από τον δράκο ή (πολύ πιο απίθανο) θα σκοτωθεί από τον δράκο. Από την αρχή ώς το τέλος, όμως, θα υπάρξουν κάποια γεγονότα που θα είναι το ταξίδι του ιππότη προς τον δράκο. Αυτή είναι η πλοκή. Τα γεγονότα αυτά οδηγούν, το ένα μετά το άλλο, τον ιππότη προς τον δράκο – είτε ως εμπόδια που πρέπει να υπερβεί είτε ως συναπαντήματα που τον βοηθούν να φτάσει στον προορισμό του – και το φινάλε περιμένουμε να είναι η συνάντηση με τον δράκο, και με την πριγκίπισσα.
Σίγουρα, δεν περιμένουμε ότι ο ιππότης, καθώς ταξιδεύει, θα πέσει από το άλογό του, θα κατρακυλήσει σ’ένα γκρεμό, θα σπάσει το κεφάλι του, και θα σκοτωθεί.
Ίσως αυτό να είναι κάτι που συμβαίνει μόνο στις μέρες μας: το να προσπαθούμε να ψυχολογήσουμε τον συγγραφέα (παλιότερο ή σύγχρονο) από αυτά που έχει γράψει. Το να προσπαθούμε να καταλάβουμε κάτι γι’αυτόν, για την προσωπικότητά του, για τη ζωή του, για τα βίτσια του – για το οτιδήποτε δεν θα έπρεπε κανονικά να μας ενδιαφέρει, γιατί μπορεί και να ήταν προσωπικό δεδομένο, ουσιαστικά.
Πολύ συχνά πέφτουμε έξω. Κάνουμε τραγικά λάθη. Τραγελαφικά, ορισμένες φορές.
Διότι η αλήθεια είναι ότι δεν είναι καθόλου εύκολο να ψυχολογήσεις τον συγγραφέα από αυτά που γράφει. Ειδικά τον συγγραφέα λογοτεχνίας. Δεν αναφέρομαι σε αρθρογράφους, δημοσιογράφους, δοκιμιογράφους, και λοιπούς. Μιλάω μόνο για λογοτέχνες. Δεν είναι καθόλου εύκολο να τους ψυχολογήσεις από τα γραφόμενά τους, να καταλάβεις πράγματα γι’αυτούς.
Μα, είναι δυνατόν; Από όσα γράφει ο άλλος δεν φαίνεται κάτι για εκείνον;
Το πώς βάζουμε τίτλο είναι ένα ερώτημα που δεν μπορεί να απαντηθεί όσο κι αν το προσπαθήσεις. Ή, μάλλον, μπορείς να δίνεις συνεχώς απαντήσεις. Δεκάδες απαντήσεις, και να μην τελειώνεις ποτέ. Αλλά αξίζει να το ερευνήσουμε.
Κάποτε, πριν από χρόνια, κάποιος μού είπε: Έχω αρχίσει να γράφω κάτι. Θα το ονομάσω [όνομα τίτλου εδώ]!
Κι ένας άλλος, που ήταν επίσης εκεί, του είπε: Όχι, δεν βάζεις τίτλο τώρα. Μετά θα τον βάλεις.
Γιατί; είπε ο πρώτος. Εγώ τον έχω σκεφτεί τώρα!
Και με ρωτούσαν, επειδή ήξεραν ότι γράφω, ποιο είναι το σωστό. Να βάλεις τον τίτλο ενώ ξεκινάς να γράφεις ή αφού έχεις τελειώσει την ιστορία που γράφεις;
Μπορείς να το κάνεις όποτε θέλεις, φυσικά. Δεν υπάρχει κανένας νόμος που να σε υποχρεώνει να βάλεις τίτλο κάποια συγκεκριμένη στιγμή και μόνο. Το σύνηθες, όμως, είναι να βάζουμε τον τίλο αφού έχουμε ολοκληρώσει να γράφουμε μια ιστορία, γιατί τότε έχουμε μια καλύτερη εικόνα της ιστορίας ως σύνολο. Όταν αρχίζεις να γράφεις, μπορεί κι εσύ ο ίδιος να μην ξέρεις τι ακριβώς γράφεις, μπορεί να μην είσαι σίγουρος πώς ακριβώς θα εξελιχτεί η ιστορία. (Ναι, κι εγώ έτσι το κάνω. Αν η ιστορία δεν είχε εκπλήξεις και για εμένα, θα βαριόμουν να τη γράψω.) Είναι δύσκολο να σκεφτείς τίτλο με αυτά τα δεδομένα, με τέτοιο βαθμό αβεβαιότητας. Όταν όμως έχεις τελειώσει την ιστορία, βλέπεις τι είναι και μπορείς να τη βαφτίσεις όπως θέλεις.
Αυτό, ωστόσο, δεν είναι υποχρεωτικό. Ούτε είναι απαραίτητο, μάλιστα, πως ο τίτλος θα είναι «καλύτερος» ή «πιο ταιριαστός» αν τον αποφασίσεις αφού έχεις ολοκληρώσει την ιστορία. Μερικές φορές, δε, μπορεί από τον τίτλο να σκεφτείς την ιστορία.
Στο προηγούμενο μέρος αυτού του άρθρου είχα υποσχεθεί ότι θα συνεχίσω γράφοντας τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των χάρτινων βιβλίων όπως τα βλέπω μέχρι στιγμής· αλλά, πρώτα, θέλω να αναφερθώ σε κάτι που θεωρώ αρκετά σημαντικό. Υπάρχει μια σχετική προκατάληψη εναντίον των ηλεκτρονικών βιβλίων στην Ελλάδα και υπέρ των χάρτινων. Λέγεται ότι τα ηλεκτρονικά βιβλία δεν είναι «πραγματικά» βιβλία, ή ακόμα και ότι είναι για να μας κάνουν κάποια ζημιά, υποτίθεται, στην κουλτούρα του βιβλίου ή στον πολιτισμό ή σε οτιδήποτε άλλο. Αυτό με εκπλήσσει αν το πιστεύουν κάποιοι, γιατί δεν νομίζω ότι ισχύει λογικά όπως και να το σκεφτείς. Το μόνο που βγάζει νόημα είναι ότι ορισμένοι άνθρωποι μπορεί να έχουν συνηθίσει το χάρτινο βιβλίο, και το ηλεκτρονικό να τους φαίνεται «παράξενο». Το ίδιο, όμως, θα φαινόταν «παράξενο» το δικό μας βιβλίο σε όσους, παλιά, διάβαζαν επάνω σε περγαμηνή... Όταν εφευρέθηκε η τυπογραφία, πάω στοίχημα ότι κάποιοι θα έλεγαν και τότε ότι ήταν «του διαβόλου» και καλύτερα να γίνονται χειρόγραφα τα αντίγραφο των βιβλίων από μοναχούς που κάθονται και τα γράφουν ξανά και ξανά, τα ίδια και τα ίδια, ώρες ατελείωτες σε σκιερά μοναστήρια.
Όμως δεν έχουμε μείνει εκεί· έχουμε τυπογραφία και τυπογραφεία. Γιατί; Διότι είναι, πολύ απλά, καλύτερο. Πιο εύκολο, πιο εξυπηρετικό, πιο γρήγορο. Αυτό σημαίνει ότι σήμερα το χειρόγραφο βιβλίο δεν έχει αξία; Φυσικά και έχει. Καλλιτεχνική αξία. Αλλά κυρίως διαβάζουμε βιβλία που έχουν βγει από τυπογραφείο, όχι βιβλία γραμμένα στο χέρι. (Εγώ, προσωπικά, δεν έχει τύχει ποτέ να διαβάσω βιβλίο γραμμένο στο χέρι.)
Το ίδιο, ουσιαστικά, ισχύει και για τα ηλεκτρονικά βιβλία. Είναι μια εξέλιξη του βιβλίου. Απλώς το μέσο αλλάζει.
Παρ’όλ’ αυτά, υπάρχει η προκατάληψη που λέγαμε: ότι δεν είναι «πραγματικά» βιβλία. Και όχι μόνο αυτό αλλά φαίνεται ενεργά να προωθούνται περισσότερο τα χάρτινα βιβλία εις βάρος των ηλεκτρονικών. Τα ηλεκτρονικά βιβλία παραμερίζονται ως «μη πραγματικά», προκειμένου να προωθηθούν τα χάρτινα.