Σκιώδη Παραλειπόμενα

του
Κώστα Βουλαζέρη

Αρχείο | RSS Feed

Αναζήτηση Μυστηριακές ΟντότητεςΠαλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

Τυχαία

Μια στιγμή...
30 / 1 / 2021

Σκεφτόμουν την όλη κατάσταση με την πανδημία Covid-19, τις προάλλες, και παρατήρησα εκείνο που έχουμε πια πάψει να παρατηρούμε αλλά είναι το πιο καταφανές από όλα. Ασχολούμαστε, τους τελευταίους μήνες, συνεχώς με τις επιμέρους λεπτομέρειες του θέματος – με το πόσα κρούσματα έχουμε, με το πότε θα ανοίξουν ή θα κλείσουν τα μαγαζιά, με το πότε είναι νόμιμο να μη φοράς μάσκα, με το πώς να γράψεις τα δικαιολογητικά για να μπορείς να κυκλοφορήσεις, με το αν θα έχουμε πιστοποιητικά εμβολιασμού, και τα λοιπά και τα λοιπά. Όμως αγνοούμε πλέον εκείνο που, αρχικά, ήταν πασιφανές σε όσους είχαν την ψυχραιμία να κοιτάξουν αυτό το παγκόσμιο θέμα συνολικά, σαν εξωτερικοί παρατηρητές:

Έχουμε μια πανδημία, η οποία δεν είναι ούτε κατά διάνοια τόσο άγρια όσο άλλες που είχαν πλήξει την ανθρωπότητα στο παρελθόν. Αλλά είναι μια πανδημία, μια λοιμώδης νόσος που μεταφέρεται από τον έναν άνθρωπο στον άλλο. Αυτό αρκεί για την ώρα.

Όταν έχεις μια τέτοια κατάσταση, θέλεις να πάρεις κάποια μέτρα που θα βελτιώσουν γενικά τα πράγματα και όλοι θα ζουν καλύτερα απ’ό,τι αν η πανδημία αφηνόταν ανεξέλεγκτη. Αυτό είναι το λογικό.

Αν τα μέτρα που παίρνεις κάνουν γενικά την όλη κατάσταση χειρότερη για την ανθρωπότητα, τότε τι νόημα έχουν; Δεν είναι λογικό να παίρνεις τέτοια μέτρα.

Και όμως ακριβώς τέτοια μέτρα παίρνονται, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά παγκοσμίως.

Αν η πανδημία είχε αφεθεί ανεξέλεγκτη, πόσους νεκρούς παραπάνω θα είχαμε; Υποθέτω ένα +20%, και ίσως η υπόθεσή μου να είναι υπερβολική· ίσως να είχαμε ακόμα λιγότερους νεκρούς. Αλλά ας πούμε ένα +20%. Δηλαδή, εκεί που τώρα έχεις 500 νεκρούς, τότε θα είχες 600.

Βέβαια, δεν είναι καλό άνθρωποι να πεθαίνουν, έτσι; Όμως, είτε θέλεις είτε όχι, πάντα άνθρωποι θα πεθάνουν από κάτι. Ο θάνατος είναι μέρος της πραγματικότητας που όλοι βιώνουμε· δεν μπορείς να τον αποφύγεις. Είναι, ίσως, από τις λίγες σταθερές αξίες εδώ πέρα.

Παίρνουν μέτρα, λοιπόν, που γλιτώνουν, ας πούμε, 20% παραπάνω νεκρούς, αλλά προκαλούν ζημιά μέσα στην κοινωνία η οποία είναι πολύ χειρότερη από το αν είχαμε αυτούς τους +20% νεκρούς. Με τα μέτρα που παίρνουν, έχουμε νεκρούς από άλλες αιτίες – πχ, αυτοκτονίες ή άλλες ασθένειες που παραγκωνίζονται «λόγω κορονοϊού» – και δημιουργείται μια αποδιοργάνωση και γενικευμένη καταστροφή που θα έχει αντίκτυπο για πολλά χρόνια.

Τα μέτρα που παίρνουν κάνουν την κατάσταση χειρότερη, κι αυτό είναι παγκόσμιο, και φαίνεται με κάθε μέρα που περνά. Δες πώς ήταν τα πράγματα ένα χρόνο πριν. Τώρα είναι μακράν χειρότερα· δεν είναι καλύτερα.

Πιο καλά να είχαν αφήσει την πανδημία ανεξέλεγκτη και τους πολίτες να τη διαχειριστούν οι ίδιοι όπως νόμιζαν.

Το μόνο που μπορεί να υποθέσει κανείς είναι ότι διοικούμαστε ή από ανίκανους ή από παράφρονες ή από απατεώνες.

*

Φταίει και ο κόσμος, όμως.

Σοβαρά;

Ναι, σοβαρά.

Βλέπεις μέσα σε ανοιχτούς δρόμους να περιφέρονται με μάσκες σηκωμένες ώς το μέτωπο. Και τι μπορεί να κολλήσουν μες στον ανοιχτό δρόμο; Τίποτα. Το μικρόβιο δεν είναι στον αέρα· αν ήταν, θα είχαμε ήδη κολλήσει όλοι. Η υφασματίνη μάσκα εξυπηρετεί μόνο για να σταματά τα σταγονίδια όταν κάποιος βήχει μπροστά σου· τίποτα περισσότερο.

Θα μου πεις, τώρα, είναι και θέμα νομικό. Σου λέει πως θα φας πρόστιμο αν δεν φοράς μάσκα. Αλλά, εντάξει, δεν είναι ανάγκη να την έχεις σηκωμένη και ώς το μέτωπο συνέχεια. Προσωπικά θέλω να αναπνέω κανονικά όταν βαδίζω· το να μην αναπνέεις κανονικά είναι καταστροφικό. Τόσο καιρό που βαδίζω σε ανοιχτούς δρόμους με χαμηλωμένη μάσκα δεν έχω πάθει τίποτα, ούτε νομίζω ότι θα πάθω τίποτα από αυτό. Πιο πολλές πιθανότητες θα είχα να πάθω κάτι αν δεν ανέπνεα κανονικά.

Και με εκπλήσσει που βλέπω τόσους πολλούς να έχουν τις μάσκες ώς το μέτωπο. Νομίζεις ότι αυτοί οι άνθρωποι ζουν μέσα σ’ένα κακό όνειρο από το οποίο δεν μπορούν να ξεφύγουν. Τους είπαν «φοράτε μάσκες» στις τηλεοράσεις και φοράνε μάσκες. Δεν το αμφισβητούν, δεν το ψάχνουν. Δρουν αυτοματοποιημένα. Και δεν είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας που το κάνουν. Συνεχώς γίνεται αυτό το αυτοματοποιημένο πράγμα.

Μου θυμίζει ορισμένα πειράματα των Γνωστικών τα οποία έχουν να κάνουν με την κοινωνική συμπεριφορά. Εξάπλωσε μια ιδέα ως γενική αλήθεια, κι ακόμα και μαλακία να είναι, ο κόσμος θα συμπεριφέρεται με αλλαγμένο τρόπο.

Ορίστε το παράδειγμα: κορονοϊός.

Τι είναι αυτό που ακούω; Κάποιους Γνωστικούς να γελάνε;

Ίσως όντως αυτούς τους ανθρώπους να τους διοικούν παράφρονες ή ανίκανοι ή απατεώνες. Αλλά ίσως, επίσης, να τους αξίζει να τους διοικούν τέτοιοι, αφού δεν ξυπνάνε από το κακό όνειρο που επιμένουν να ονειρεύονται.

Αν δεν συνέλθουν κάποια στιγμή σύντομα δεν νομίζω ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί μέσα στα επόμενα χρόνια. Ούτε τα εμβόλια δεν θα τους σώσουν ούτε τίποτα. Γιατί το βασικό πρόβλημα εδώ δεν είναι η ίδια η πανδημία· είναι η διαχείριση της πανδημίας ως επικοινωνιακό/πολιτικοκοινωνικό τέχνασμα.

 

 

Επίσης . . .

Το Δυναμικό Φανταστικό Σκηνικό


Αρκετοί φανταστικοί κόσμοι δεν αλλάζουν, ή αλλάζουν λίγο. Είναι αρκετά φιξαρισμένοι, θα έλεγες. Γνωρίζουμε τι υπάρχει εκεί και τι δεν υπάρχει, και αποκεί και πέρα οι μόνες αλλαγές είναι, ίσως, στην πολιτική σκηνή του κόσμου, ή στο πώς εξελίσσονται κάποιες καταστάσεις. Αλλά ο κόσμος ο ίδιος, κατά βάση, δεν αλλάζει. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι υπάρχουν αυτές οι φανταστικές φυλές, αυτά τα φανταστικά όντα, αυτά τα είδη μαγείας ή τεχνολογίας, και τέλος. Μεταβάλλονται μόνο οι σχέσεις μεταξύ αυτών – όπως αν ένα βασίλειο γκρεμιστεί ή αν μια καινούργια πόλη ιδρυθεί. Σε πολλές περιπτώσεις, δε, ακόμα κι αυτό δεν συμβαίνει, ή συμβαίνει πολύ διστακτικά, πολύ επιφυλακτικά. Κάποιες αυτοκρατορίες είναι πάντα εκεί, κάποια βασιλεία υπήρχαν και θα υπάρχουν. Μερικές φορές αυτό ισχύει και για κάποιους χαρακτήρες μέσα στις φανταστικές ιστορίες· μοιάζουν κι αυτοί φιξαρισμένοι στο φανταστικό σκηνικό, σαν να είναι μέρος του.

Το πιο συνηθισμένο, πάντως, σε αυτές τις περιπτώσεις είναι το πολιτικό σκηνικό να αλλάζει αλλά τίποτα σχετικά με τη φύση του κόσμου. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό – έχει μια συγκεκριμένη αισθητική – και θα μπορούσες να πεις και ότι είναι, κατά κάποιο τρόπο, ρεαλιστικό – δηλαδή, ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στον κόσμο μας, στη δική μας πραγματικότητα.

Ή, μήπως, όχι;

[Συνέχισε να διαβάζεις]

 

Επιλογές Νοεμβρίου (12/11)


Χάρτης με τους αρχαίους ρωμαϊκούς δρόμους, εικόνες από το Bummer California, LocalSend (ασφαλή αποστολή αρχείων τοπικά), Sean Andrew Murray. Η Ιρλανδία καθιερώνει τη χορήγηση μισθού σε δημιουργούς, το Beowulf του Lynd Ward, Greek TV Live, The White Company του Arthur Conan Doyle. «Η πόλη των μαγισσών», Space Type Generator, ερωτικές ταινίες τρόμου. Halloween με Ε.Φ. από το ’70· The Sword of Shannara και αντιγραφές του Τόλκιν· The Fall of Mercury της Leslie F. Stone· Sean Connery και Zardoz. Ο άνθρωπος είναι το ζώο που ονειρεύεται.

 

Περί Γραφής: Νοοτροπίες Διορθώσεων


Πώς πρέπει να μάθεις να σκέφτεσαι προτού ξεκινήσεις να διορθώνεις τα κείμενά σου

Νομίζω πως έχω ήδη γράψει σε κάποιο άλλο άρθρο (δεν θυμάμαι ποιο, αυτή τη στιγμή) ότι η τακτική μου με τις διορθώσεις είναι η εξής: να γράφω ένα κομμάτι (κάποιες σελίδες, ίσως ένα κεφάλαιο) και μετά να το διορθώνω· και όταν έχω τελειώσει όλο το βιβλίο, να το διορθώνω πάλι από την αρχή. Αυτή η τελευταία διόρθωση – αν και, ίσως, η λιγότερο σημαντική – είναι και η πιο κουραστική για εμένα, γιατί (α) θέλω να τη βγάλω σε συγκεκριμένο χρόνο, δεν θέλω να αργήσω πολύ· (β) ασχολούμαι με λεπτομέρειες ουσιαστικά, τα βασικά τα έχω ήδη διορθώσει· και (γ) η συνεχόμενη εστίαση της προσοχής για πολλές ημέρες επάνω σε ένα κείμενο δημιουργεί μεγαλύτερη κόπωση από τη συνεχόμενη χειρονακτική εργασία.

Αλλά αυτή είναι απλώς η τακτική που ακολουθώ, και σ’αυτό το άρθρο την αναφέρω μόνο. Εκείνο για το οποίο θέλω να μιλήσω εδώ είναι η νοοτροπία με την οποία κάνει (πρέπει να κάνει;) κάποιος τις διορθώσεις σε ένα λογοτεχνικό κείμενο. Και αναφέρομαι, κυρίως, στον συγγραφέα τον ίδιο, όχι σε διορθωτή. Για τον διορθωτή τα πράγματα πιθανώς να είναι αλλιώς – πιο επαγγελματικά, πιο ουδέτερα. Για τον συγγραφέα, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο ουδέτερα, και όταν ξαναβλέπει ένα κείμενο που έχει γράψει μπορεί – ανάλογα και με την ιδιοσυγκρασία του – να βλέπει πολλά. Μπορεί να βλέπει ακόμα και φαντάσματα – το οποίο είναι πολύ συνηθισμένο· δεν αστειεύομαι.

Γι’αυτό είναι πολύ σημαντική η νοοτροπία με την οποία κάνει κανείς διορθώσεις, ασχέτως τι τακτική ακολουθεί. Μπορεί κάποιος να μην ακολουθεί τη δική μου τακτική· μπορεί να το γράφει όλο μονοκοπανιά και μετά να το διορθώνει από την αρχή. Ή μπορεί να το γράφει λίγο-λίγο διορθώνοντάς το στην πορεία. Δεν έχει σημασία αυτό. Όλα είναι, κατά βάθος, σωστά. Μεγαλύτερη σημασία έχει η νοοτροπία για τις διορθώσεις.

Και δεν υπάρχει μόνο μία νοοτροπία· υπάρχουν πολλές. Θα αναφέρω μερικές που θεωρώ καλές, και μερικές που πιστεύω ότι έχουν ενδιαφέρον.

Δύο ακραίες καταστάσεις που πλήττουν τους συγγραφείς είναι οι εξής: Από τη μια, να βαριούνται να το διορθώσουν και να το αφήνουν όπως είναι· από την άλλη, να σκαλώνουν και να το κοιτάνε επ’άπειρον, αγωνιώντας ότι πάντα κάτι δεν πάει καλά, ποτέ δεν είναι αρκετά σωστό.

[Συνέχισε να διαβάζεις]