Σκιώδη Παραλειπόμενα

του
Κώστα Βουλαζέρη

Αρχείο | RSS Feed

Αναζήτηση Μυστηριακές ΟντότητεςΠαλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

Τυχαία

Μια στιγμή...
6 / 1 / 2020

(Μια επανάληψη από το παλιό blog.)

 

Αν πιστεύεις ότι ο κόσμος μας είναι μια καλοστημένη απάτη, τότε αυτό το ντοκιμαντέρ δεν έχει να σε μάθει πολλά, αλλά και πάλι αξίζει να το δεις.

Αν υποπτεύεσαι ότι ο κόσμος μας ίσως να είναι μια καλοστημένη απάτη, τότε πρέπει να δεις αυτό το ντοκιμαντέρ για να βεβαιωθείς.

Αν νομίζεις ότι ο κόσμος μας είναι αυτό που φαίνεται, τότε σίγουρα πρέπει να δεις αυτό το ντοκιμαντέρ.

Κι αν δεν θέλεις να το δεις για κανέναν άλλο λόγο, μπορείς να το δεις για να μάθεις πώς ένας Ιάπωνας τζογαδόρος επιχείρησε να ληστέψει τα καζίνα του Ντόναλντ Τραμπ, και πώς ο Τραμπ προσπάθησε να τον αντιμετωπίσει με τη βοήθεια ενός παράξενου επιστήμονα που είχε γίνει τζογαδόρος. Το τέλος της ιστορίας ταιριάζει, πιθανώς, σε παράξενη σουρεαλιστική αφήγηση. Κάτι που μπορεί να διάβαζες μέσα σε βιβλίο μου.

Πάντως, κάποια από τα πράγματα που λέει ο Adam Curtis δεν με βρίσκουν και τόσο σύμφωνο. Λέει ότι το Διαδίκτυο μοιάζει με το Matrix από τον Νευρομάντη του William Gibson. Αλλά είναι καταφανές, νομίζω, πως δεν έχει παρά ελάχιστη σχέση. Το Μάτριξ στον Νευρομάντη είναι κάτι ανάμεσα σε τεχνολογικός και πνευματικός κόσμος· είναι κάτι που μπαίνεις εκεί με το μυαλό σου και ξεχνάς το σώμα σου. Το Διαδίκτυο δεν είναι αυτό το πράγμα. Είναι περισσότερο σαν να διαβάζεις μια ατελείωτη εφημερίδα ή να κοιτάζεις ατελείωτα περιοδικά με ατελείωτες σελίδες. Μπορεί να “χαθείς”, σίγουρα, αλλά όχι και σε τέτοιο βαθμό. Ακόμα κι αν παίζεις παιχνίδια στο Διαδίκτυο ‒ κάτι που προσωπικά δεν κάνω, οπότε δεν έχω απόλυτη πείρα του θέματος ‒ δεν νομίζω ότι “χάνεις το σώμα” όπως υποτίθεται ότι γίνεται στο Μάτριξ και σε κόσμους αυτού του είδους (πνευματικούς/τεχνολογικούς). Αυτή είναι μια εμπειρία που, για εμένα τουλάχιστον, ταιριάζει πολύ περισσότερο στο όταν γράφεις λογοτεχνία. Γράφοντας λογοτεχνία, συνήθως “χάνω το σώμα” και είμαι “εκεί”. Καταλαβαίνεις τι εννοώ; Αυτή την εμπειρία δεν μπορεί να μου τη δώσει το Διαδίκτυο, ούτε μία στις χίλιες. Οπότε, δεν μου φαίνεται και τόσο σαν εικονική πραγματικότητα ‒ όχι όταν έχω πρόσβαση σε μία πιο έντονη.

Και προς το τέλος το ντοκιμαντέρ λέει πως, παρότι οι αριστεροί φώναζαν και διαμαρτύρονταν και δραστηριοποιούνταν μέσω του Διαδικτύου, ουσιαστικά δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα για να αποτρέψουν τη νίκη του Τραμπ, επειδή το Διαδίκτυο είναι ένα echo chamber – ένας θάλαμος που αντανακλά τον εαυτό σου. Δηλαδή, βλέπεις αυτά που θέλεις να δεις: οι αλγόριθμοι σού φέρνουν μπροστά σου αυτά που προτιμάς, αυτά που σου αρέσουν, γιατί έτσι είναι ρυθμισμένο το σύστημα.

Διαφωνώ σε μεγάλο βαθμό. Αυτό ισχύει μόνο αν βρίσκεσαι συνέχεια σε ένα κοινωνικό δίκτυο (όπως Facebook) που αναλύει τη συμπεριφορά σου και τις προτιμήσεις σου και σου προβάλλει τα ανάλογα πράγματα. Αν απλά πλοηγείσαι στο Δίκτυο μέσω μηχανών αναζήτησης και διαβάζοντας feeds, τότε μπορείς να πας οπουδήποτε με τελείως τυχαίο τρόπο. Δεν υπάρχει κάτι που να σε περιορίζει πέρα από το ίδιο σου το μυαλό (το οποίο είναι και το μεγαλύτερο πρόβλημα των περισσότερων ανθρώπων).

Επιπλέον, μην ξεχνάμε πως έχει λεχθεί ότι οι συντηρητικοί υποβοήθησαν μέσω των κοινωνών δικτύων την εκλογή του Τραμπ. Αν ίσχυε αυτό που υποστηρίζει ο Curtis ‒ ότι όλοι διαβάζουν μόνο ό,τι θέλουν να διαβάσουν ‒ τότε πώς οι συντηρητικοί θα μπορούσαν να επηρεάσουν κανέναν άλλο πέρα από αυτούς που ήδη ήταν συντηρητικοί και υπέρ του Τραμπ;

Τέλος πάντων… Ο κόσμος είναι τρελός και δεν βγάζει νόημα, ούτως ή άλλως. Το ντοκιμαντέρ αξίζει να το δεις.

 

 

Επίσης . . .

Το Δυναμικό Φανταστικό Σκηνικό


Αρκετοί φανταστικοί κόσμοι δεν αλλάζουν, ή αλλάζουν λίγο. Είναι αρκετά φιξαρισμένοι, θα έλεγες. Γνωρίζουμε τι υπάρχει εκεί και τι δεν υπάρχει, και αποκεί και πέρα οι μόνες αλλαγές είναι, ίσως, στην πολιτική σκηνή του κόσμου, ή στο πώς εξελίσσονται κάποιες καταστάσεις. Αλλά ο κόσμος ο ίδιος, κατά βάση, δεν αλλάζει. Ξέρουμε, για παράδειγμα, ότι υπάρχουν αυτές οι φανταστικές φυλές, αυτά τα φανταστικά όντα, αυτά τα είδη μαγείας ή τεχνολογίας, και τέλος. Μεταβάλλονται μόνο οι σχέσεις μεταξύ αυτών – όπως αν ένα βασίλειο γκρεμιστεί ή αν μια καινούργια πόλη ιδρυθεί. Σε πολλές περιπτώσεις, δε, ακόμα κι αυτό δεν συμβαίνει, ή συμβαίνει πολύ διστακτικά, πολύ επιφυλακτικά. Κάποιες αυτοκρατορίες είναι πάντα εκεί, κάποια βασιλεία υπήρχαν και θα υπάρχουν. Μερικές φορές αυτό ισχύει και για κάποιους χαρακτήρες μέσα στις φανταστικές ιστορίες· μοιάζουν κι αυτοί φιξαρισμένοι στο φανταστικό σκηνικό, σαν να είναι μέρος του.

Το πιο συνηθισμένο, πάντως, σε αυτές τις περιπτώσεις είναι το πολιτικό σκηνικό να αλλάζει αλλά τίποτα σχετικά με τη φύση του κόσμου. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό – έχει μια συγκεκριμένη αισθητική – και θα μπορούσες να πεις και ότι είναι, κατά κάποιο τρόπο, ρεαλιστικό – δηλαδή, ότι κάτι παρόμοιο συμβαίνει και στον κόσμο μας, στη δική μας πραγματικότητα.

Ή, μήπως, όχι;

[Συνέχισε να διαβάζεις]

 

Επιλογές Νοεμβρίου (12/11)


Χάρτης με τους αρχαίους ρωμαϊκούς δρόμους, εικόνες από το Bummer California, LocalSend (ασφαλή αποστολή αρχείων τοπικά), Sean Andrew Murray. Η Ιρλανδία καθιερώνει τη χορήγηση μισθού σε δημιουργούς, το Beowulf του Lynd Ward, Greek TV Live, The White Company του Arthur Conan Doyle. «Η πόλη των μαγισσών», Space Type Generator, ερωτικές ταινίες τρόμου. Halloween με Ε.Φ. από το ’70· The Sword of Shannara και αντιγραφές του Τόλκιν· The Fall of Mercury της Leslie F. Stone· Sean Connery και Zardoz. Ο άνθρωπος είναι το ζώο που ονειρεύεται.

 

Περί Γραφής: Νοοτροπίες Διορθώσεων


Πώς πρέπει να μάθεις να σκέφτεσαι προτού ξεκινήσεις να διορθώνεις τα κείμενά σου

Νομίζω πως έχω ήδη γράψει σε κάποιο άλλο άρθρο (δεν θυμάμαι ποιο, αυτή τη στιγμή) ότι η τακτική μου με τις διορθώσεις είναι η εξής: να γράφω ένα κομμάτι (κάποιες σελίδες, ίσως ένα κεφάλαιο) και μετά να το διορθώνω· και όταν έχω τελειώσει όλο το βιβλίο, να το διορθώνω πάλι από την αρχή. Αυτή η τελευταία διόρθωση – αν και, ίσως, η λιγότερο σημαντική – είναι και η πιο κουραστική για εμένα, γιατί (α) θέλω να τη βγάλω σε συγκεκριμένο χρόνο, δεν θέλω να αργήσω πολύ· (β) ασχολούμαι με λεπτομέρειες ουσιαστικά, τα βασικά τα έχω ήδη διορθώσει· και (γ) η συνεχόμενη εστίαση της προσοχής για πολλές ημέρες επάνω σε ένα κείμενο δημιουργεί μεγαλύτερη κόπωση από τη συνεχόμενη χειρονακτική εργασία.

Αλλά αυτή είναι απλώς η τακτική που ακολουθώ, και σ’αυτό το άρθρο την αναφέρω μόνο. Εκείνο για το οποίο θέλω να μιλήσω εδώ είναι η νοοτροπία με την οποία κάνει (πρέπει να κάνει;) κάποιος τις διορθώσεις σε ένα λογοτεχνικό κείμενο. Και αναφέρομαι, κυρίως, στον συγγραφέα τον ίδιο, όχι σε διορθωτή. Για τον διορθωτή τα πράγματα πιθανώς να είναι αλλιώς – πιο επαγγελματικά, πιο ουδέτερα. Για τον συγγραφέα, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο ουδέτερα, και όταν ξαναβλέπει ένα κείμενο που έχει γράψει μπορεί – ανάλογα και με την ιδιοσυγκρασία του – να βλέπει πολλά. Μπορεί να βλέπει ακόμα και φαντάσματα – το οποίο είναι πολύ συνηθισμένο· δεν αστειεύομαι.

Γι’αυτό είναι πολύ σημαντική η νοοτροπία με την οποία κάνει κανείς διορθώσεις, ασχέτως τι τακτική ακολουθεί. Μπορεί κάποιος να μην ακολουθεί τη δική μου τακτική· μπορεί να το γράφει όλο μονοκοπανιά και μετά να το διορθώνει από την αρχή. Ή μπορεί να το γράφει λίγο-λίγο διορθώνοντάς το στην πορεία. Δεν έχει σημασία αυτό. Όλα είναι, κατά βάθος, σωστά. Μεγαλύτερη σημασία έχει η νοοτροπία για τις διορθώσεις.

Και δεν υπάρχει μόνο μία νοοτροπία· υπάρχουν πολλές. Θα αναφέρω μερικές που θεωρώ καλές, και μερικές που πιστεύω ότι έχουν ενδιαφέρον.

Δύο ακραίες καταστάσεις που πλήττουν τους συγγραφείς είναι οι εξής: Από τη μια, να βαριούνται να το διορθώσουν και να το αφήνουν όπως είναι· από την άλλη, να σκαλώνουν και να το κοιτάνε επ’άπειρον, αγωνιώντας ότι πάντα κάτι δεν πάει καλά, ποτέ δεν είναι αρκετά σωστό.

[Συνέχισε να διαβάζεις]