Σκιώδη Παραλειπόμενα

του
Κώστα Βουλαζέρη

Αρχείο | RSS Feed

Αναζήτηση Μυστηριακές ΟντότητεςΠαλιά Ελληνικά Εξώφυλλα

Τυχαία

Μια στιγμή...
11 / 4 / 2020

Είμαι εμπειρικός τύπος. Αν δεν έχω ο ίδιος την εμπειρία κάποιου πράγματος – δεν το έχω δει μπροστά μου, πχ – κατά κανόνα δεν το πιστεύω. Ή, ακόμα κι αν το πιστεύω, πάντα κρατάω μια πισινή ότι μπορεί και να μην είναι ακριβώς έτσι, γνωρίζοντας πόσο υποκειμενική υπόθεση είναι ουσιαστικά η «πραγματικότητα».

Όπως είχα γράψει σε προηγούμενο post, δεν κάνω μικρούς περιπάτους· όταν βγαίνω να βαδίσω βαδίζω 10+ χλμ κατά κανόνα. Τις τελευταίες δύο εβδομάδες δεν το είχα κάνει καθόλου αυτό, εν μέρει λόγω της απαγόρευσης (δεν ήθελα να πληρώσω χωρίς κεράτου κέρατο 150 ευρώ) εν μέρει λόγω του ότι ο καιρός ήταν χάλια (αν ο καιρός ήταν καλύτερος, ίσως να τα είχα γράψει όλα στ’αρχίδια μου και να είχα βγει). Και είχα αρχίσει να παίρνω ανάποδες, γιατί δεν μ’αρέσει να αισθάνομαι σαν φυλακισμένος μέσα στην ίδια μου την πόλη.

Τώρα, αύξησαν το πρόστιμο – το τριπλασίασαν αν δεν κάνω λάθος – αλλά ο καιρός ήταν καλός, και φαίνεται πως όσο πηγαίνει θα γίνεται καλύτερος. Είπα, λοιπόν: Να πάνε να γαμηθούνε οι πάντες. Θα βγω να βαδίσω μέσα στη μισή Αθήνα είτε είναι έρημη είτε όχι, είτε μου ρίξουν πρόστιμο είτε όχι.

Για καλό και για κακό έγραψα ένα χαρτί με μια πολύ καλή δικαιολογία για τον περίπατό μου, πιστεύοντας ότι μόνο κάποιος παλαβός δεν θα το θεωρούσε έγκυρο. Αλλά δυστυχώς δεν μπορείς να είσαι σίγουρος ότι δεν θα πέσεις επάνω σε κάποιον παλαβό, έτσι βγαίνοντας ήμουν αρκετά προσεχτικός. Βάδιζα αποφεύγοντας τις βασικές αρτηρίες και προτιμώντας τους μικρούς, μπλεγμένους δρόμους όπου και γνωρίζω πολλά «μονοπάτια», ούτως ή άλλως, τόσα χρόνια που κάνω αστική περιπλάνηση. Συγχρόνως, είχα πάντα το νου μου για περιπολίες: κοίταζα μακριά, και μέσα σε σχετικά άδειους δρόμους, οι αστυνομικοί αμέσως ξεχωρίζουν. Είχα υπόψη μου ότι θα τους δω προτού με δουν και, άρα, θα τους αποφύγω σε κάθε περίπτωση. Το είχα βάλει στοίχημα με τον εαυτό μου.

Οφείλω να πω ότι η ελληνική αστυνομία, αυτή τη συγκεκριμένη φορά, με απογοήτευσε πολύ ευχάριστα. Δεν υπάρχουν περιπολίες στους δρόμους. Τουλάχιστον, όχι στους μικρούς δρόμους, γιατί, όπως είπα, απέφευγα τις βασικές αρτηρίες. Ή, αν γίνονται κάποιες περιπολίες, είναι ελάχιστες και σε συγκεκριμένα σημεία. Βάδισα πάνω από 10 χιλιόμετρα, έκανα έναν πραγματικά τεράστιο περίπατο, αναζητώντας αστυνομικούς. Άλλες φορές τούς βλέπω τυχαία μπροστά μου σε κουλές στιγμές. Τώρα, τους έψαχνα και δεν τους έβρισκα. Δεν κάνω πλάκα. Δεν έψαχναν αυτοί εμένα· έψαχνα εγώ αυτούς.

Μόνο, σε κάποια στιγμή, πέρασαν δύο αστυνομικές μοτοσικλέτες από μπροστά μου όταν ήμουν κοντά σ’ένα νοσοκομείο.

Αλλά, επειδή και τις ίδιες μου τις εμπειρίες έχω, κάπου-κάπου, την τάση να τις αμφισβητώ, θα το πω κι αυτό: Ίσως να ήταν τυχαίο· ίσως να ήμουν εξωφρενικά τυχερός. Ή, ίσως τα «μαγικά» μου να είχαν πιάσει καλύτερα απ’ό,τι νόμιζα και να είχα γίνει «αόρατος». Ή, ίσως να έτυχε απλά και μόνο εκείνη τη συγκεκριμένη μέρα να μην είχε παρά ελάχιστους αστυνομικούς στους δρόμους.

Πάντως, ακόμα κι αν θεωρήσεις ότι ισχύει κάτι από αυτά εν μέρει, πάλι οι περιπολίες δεν μπορεί να είναι και τόσες πολλές, αλλιώς κάτι θα είχα δει έχοντας διασχίσει τη μισή Αθήνα βαδίζοντας. Αλλά δεν είδα τίποτα. Περίμενα ότι λογικά κάποιοι αστυνομικοί κάπου θα με σταματούσαν. Όμως όχι μόνο κανείς δεν με σταμάτησε· δεν τους είδα καν!

Εκείνο που, βασικά, περίμενα ήταν να υπάρχει περιπολία κάθε 5 τετράγωνα και να πρέπει να βρεις κάποιο έξυπνο τρόπο να την αποφύγεις – οπότε και κάποτε κάποια περιπολία θα έπεφτε πάνω σου εκτός αν είσαι ο σπάιντερμαν.

Αλλά δεν υπάρχουν παρά ελάχιστες περιπολίες στους δρόμους. Οι δρόμοι είναι έρημοι. Είναι τελείως άδειοι. Πού και πού βλέπεις κανένα όχημα να περνά, ή κανέναν μοναχικό διαβάτη, ή δύο άτομα μαζί, ή κάποιον που βγάζει βόλτα τον σκύλο του. Είναι σαν πόλη-φάντασμα.

Τελικά, η Χούντα της Μεγάλης Πανούκλας δεν είναι 100% χούντα – όχι αφού μπορείς να βαδίσεις 10+ χλμ χωρίς να σε σταματήσει κανένας, χωρίς καν να χρειάζεται να αποφύγεις περιπολίες. (Και, όπως είπα, είχα μαζί μου χαρτί με καλή δικαιολογία, και απλά μια βόλτα έκανα μόνος μου, όχι κανένα κακούργημα. Αλίμονο αν πια κάνουν και τη βόλτα κακούργημα. Αλλά είχα βάλει στοίχημα με τον εαυτό μου ότι θα βολτάρω χωρίς να με σταματήσει κανένας. Είχα πει ότι είμαι μέσα σε ταινία του Carpenter. Escape from Athens.) Τα μέτρα, προφανώς, υπάρχουν, υπάρχει το πρόστιμο αν σε πιάσουν – το οποίο είναι εξωφρενικά και παράλογα βαρύ – αλλά τα μέτρα δεν εφαρμόζονται και τόσο δρακόντια όσο εγώ τουλάχιστον περίμενα.

Η χούντα είναι, τελικά, μόνο 70% χούντα. Αναιρώ το 30% από τις βρισιές που είχα ρίξει στους πειρατές που μας διοικούν. Αλλά κατά τα άλλα εξακολουθώ να διαφωνώ με το γενικό κλείσιμο καταστημάτων και την κατάλυση του Συντάγματος.

Όταν πέρασα από το κέντρο της Αθήνας, εκεί είδα όντως κάποιους αστυνομικούς – πολύ περισσότερους απ’ό,τι αλλού – αλλά, και πάλι, όχι τόσους πολλούς όσους θα περίμενα, και μπορούσες εύκολα να τους αποφύγεις και να μη σε δουν. Αν και δεν νομίζω ότι πραγματικά υπήρχε λόγος γι’αυτό. Δεν πρόσεξα να σταματάνε κανέναν, ούτε μία φορά. Ίσως απλά να μην έτυχε. Μόνο η δημοτική αστυνομία πρέπει να με είδε γιατί στεκόταν μπροστά από ένα κατάστημα στο οποίο έπρεπε να μπω. Αλλά ούτε αυτοί με σταμάτησαν, ούτε κανέναν άλλο σταματούσαν.

Αρχίζω να αναρωτιέμαι κατά πόσο ορισμένες από αυτές τις περιπτώσεις ελέγχων για τις οποίες ακούς στο Διαδίκτυο είναι τελικά urban legends ή διαδίδονται για διάφορους λόγους αλλά δεν έχουν άμεση σχέση με την πραγματικότητα – τουλάχιστον όχι με τη δική μου πραγματικότητα. Είναι, ίσως, κι αυτό ακόμα ένα μέρος της γενικής κορονοπαράνοιας που έχει επικρατήσει.

Αλλά ο κόσμος ανησυχεί. Ανησυχεί πολύ. Και δικαιολογημένα. Παρότι οι δρόμοι ήταν άδειοι, όλο και κάποιον μπάνιζες. Σε μια στιγμή, από μια γειτονιά όπου περνούσα, ένας γέρος είπε σ’έναν άλλο γέρο:

«Ε, τι γίνεται;»

«Μένουμε σπίτι,» του απάντησε ο άλλος.

«Και πού θα πάει αυτό, ρε φίλε;»

«Τώρα μένουμε σπίτι.»

«Ναι, αλλά πού θα πάει όλο αυτό;»

«Μένουμε σπίτι.»

(Κάπου πρέπει να είχε κολλήσει η βελόνα...)

Περνώντας από την Πλάκα (την οποία πρώτη φορά στη ζωή μου είδα σαν urban wasteland – όπως και την υπόλοιπη πόλη), ένας τύπος που ήταν μέσα σ’ένα κατάστημα όπου έκαναν επισκευές έλεγε: «Πρώτη φορά συμβαίνει τέτοιο πράγμα. Πρώτη φορά...» (Ακριβώς αυτό που σκεφτόμουν κι εγώ, δηλαδή.)

Κοντά σε ένα πάρκο, μια γυναίκα έκανε βόλτα τον σκύλο της. Μιλώντας σε κινητό, έλεγε: «Έλα, ρε μάνα, βγες έξω λίγο να σε δει ο ήλιος, να πάρεις και βιταμίνη μπε! Τι κάνετε πια εσύ και η Ευτέρπη συνέχεια κλεισμένες εκεί μέσα; Βαμπίρ είστε;»

Τρομαχτική σκέψη...

*

Επόμενο post: Ο Κυνηγός του Κορονοϊού.

(Ναι, είχα έμπνευση τελευταία και έγραψα δύο, αλλά είπα να μην τα ανεβάσω συγχρόνως.)

Stay Tuned.

Αλλά κυρίως, Stay Sane εν μέσω μαζικής υστερίας.

 

 

Επίσης . . .

Ο Κυνηγός των Θαλασσών – Η Αναζήτηση του Οφιομαχητή, Τόμος 6


Έχοντας τελειώσει με τις δουλειές του στην Ιχθυδάτια, ο Οφιομαχητής αναζητά πάλι το χαμένο παρελθόν του το οποίο μοιάζει τώρα άμεσα συνδεδεμένο με τους Τρομερούς Καπνούς – τους πειρατές που έχουν εμφανιστεί τον τελευταίο καιρό και τρομοκρατούν τα λιμάνια όλων των ηπειρονήσων μ’ένα όπλο που κανείς δεν έχει ξαναδεί ποτέ στην Υπερυδάτια: έναν γίγαντα από καπνό, που το τσεκούρι του χτυπά σαν χίλιους ανέμους. Στην αναζήτησή του ο Οφιομαχητής έχει στο πλευρό του πιστούς συντρόφους και παλιούς φίλους, αλλά χρειάζεται να επιτύχει και μια συμφωνία με έναν από τους Τρεις Οίκους της Σκιάπολης για να αποκτήσει πλοίο και πλήρωμα. Τα ταξίδια του θα τον οδηγήσουν σε λιμάνια γεμάτα ναυτικούς και πειρατές, όπου αμφίβολες πληροφορίες και σκοτεινές φήμες κυκλοφορούν, και κίνδυνος καραδοκεί παντού· γιατί στην Ιχθυδάτια ο Οφιομαχητής δεν έχει μόνο φίλους αλλά και ορκισμένους εχθρούς...

...ενώ, πριν από όχι και τόσα πολλά χρόνια, ένας μυστηριώδης ταξιδιώτης, κατάμαυρος στο δέρμα με πράσινα μαλλιά και υπεράνθρωπη δύναμη, φτάνει στη δυσώνυμη πόλη της Τριάνης κι αφού ακούει λόγια για το θανάσιμο Πέρας των Θαλασσών σκέφτεται πως ίσως εκεί να ανακαλύψει λησμονημένα πράγματα για τον εαυτό του, καθώς και το πεπρωμένο του στην Υπερυδάτια. Ψάχνει για πλήρωμα ανάμεσα στους κακοποιούς και τους ξεπεσμένους της Τριάνης, και ετοιμάζεται να κλέψει έναν Ωκεανομάντη, μια μάγισσα, και το πλοίο ενός πειρατή...

Κατεβάστε το

 

Επιλογές Οκτωβρίου (1/10)


Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ομολογεί για τα εμβόλια Covid-19 | Θεόδωρος Πανταλέων (Έλληνας σουρεαλιστής) | Η επανάσταση στην ιαπωνική τέχνη | Ρομπότ με ανθρώπινες εκφράσεις | Τεχνητή νοημοσύνη και ψυχικές ασθένειες | The Druid Stone (1967) (ένα κρυφό μυθιστόρημα Sword & Sorcery) | Doctor Satan (από το Weird Tales) | Παλιά εξώφυλλα από το Fantastic Mysteries Magazine | Toxic Skies (καναδέζικη ταινία για επιδημία από αεροψεκασμούς) | Jean-Michel Nicollet (τέχνη) | Ένα δάσος με παράξενα δέντρα | Το μυστηριακό διάστημα του Clark Ashton Smith | Shane Braithwaite (τέχνη) | & πολλά LinX

 

Η Οργή των Όφεων – Η Αναζήτηση του Οφιομαχητή, Τόμος 5


Στην Ιχθυδάτια, η Ορδή των Όφεων απειλεί ολόκληρη την ηπειρόνησο καθώς οι Ηρμάντιοι προσπαθούν να αναβιώσουν ένα αρχαίο βασίλειο. Έχουν μαζί τους τις δυνάμεις του Αρχέγονου Όφεως και περισσότερους ερπετοειδείς απ’ό,τι έχει δει κανείς ποτέ συγκεντρωμένους. Αλλά αυτά δεν είναι τίποτα μπροστά στο ισχυρότερό τους όπλο: την υπερφυσική παρουσία ενός εκλεκτού της Φαρμακερής Κυράς.

Η Αρχιέρεια της Ιχθυδάτιας ξέρει πως μόνο ένας άνθρωπος μπορεί να αναμετρηθεί μαζί τους και τον έχει κάνει να υποσχεθεί να προσφέρει τη βοήθειά του. Αλλά ο Οφιομαχητής δεν βρίσκεται στην Ιχθυδάτια γι’αυτό – αναζητά ένα πλοίο, αναζητά κάποιους μυστηριώδεις κουρσάρους, και αναζητά, όπως πάντα, και το χαμένο παρελθόν του. Επιπλέον, έχει δώσει και μια άλλη υπόσχεση σ’έναν παλιό φίλο, την οποία σκοπεύει να κρατήσει πάση θυσία· και, χωρίς αρχικά να το ξέρει, έχει στο κατόπι του έναν ορκισμένο εχθρό...

...ενώ, πριν από μερικά χρόνια, στη νοτιοδυτική άκρη της Κεντρυδάτιας, στην Ηχόπολη και τους Αγρούς που απλώνονται γύρω της, ένας παράξενος, μαυρόδερμος ξένος εμφανίζεται ψάχνοντας για ένα χαμένο πλοίο και καταλήγει να βρεθεί αντιμέτωπος με τους Γενναίους, τη χειρότερη συμμορία των Αγρών, και ακόμα πιο επικίνδυνους και πιο σκοτεινούς αντιπάλους αφοσιωμένους στον Ύπνο, τον Ομιχλοπρόσωπο, τον ύπουλο αδελφό της Έχιδνας.

Κατεβάστε το