19/8/2018
Περί Γραφής: Παραλλαγές Τρίτου Προσώπου
Πώς να ξεφύγεις από το κλουβί του εκβιομηχανισμένου μυθιστορήματος και να διευρύνεις τη λογοτεχνική σου γραφή
Σε ένα παλιότερο άρθρο, έχω γράψει για τις οπτικές γωνίες στη λογοτεχνία, οι οποίες είναι, ίσως, το πιο χρήσιμο εργαλείο του συγγραφέα. Αναφέρω εκεί όλες τις οπτικές γωνίες (ακόμα κι αυτή του δεύτερου προσώπου), και εδώ δεν κάνω επανάληψη των ίδιων πραγμάτων. Επικεντρώνομαι μόνο στην οπτική γωνία τρίτου προσώπου και στις παραλλαγές της.
Αυτοί που δεν έχουν μεγάλη εμπειρία με τη λογοτεχνική γραφή νομίζουν συνήθως ότι η οπτική γωνία τρίτου προσώπου είναι η πιο απλή από όλες· αλλά αυτό δεν ισχύει. Είναι, αντιθέτως, η πιο πολυμορφική και πολυσύνθετη. Δυστυχώς, στις μέρες μας, χρησιμοποιείται κυρίως μία και μόνο μορφή της στην εμπορική λογοτεχνία: η κλειστή οπτική γωνία τρίτου προσώπου. Αυτό συμβαίνει περισσότερο στα ξενόγλωσσα, διεθνή βιβλία, αλλά επειδή αυτά έχουν μεγάλη εξάπλωση, και επειδή πολλά μεταφράζονται και στα ελληνικά, και επειδή πολλοί Έλληνες τα διαβάζουν, η συγκεκριμένη «μόδα» επηρεάζει κι εμάς.
Κλειστή οπτική γωνία τρίτου προσώπου σημαίνει να γράφεις σε τρίτο πρόσωπο αλλά να επικεντρώνεσαι, αποκλειστικά και μόνο, σε έναν χαρακτήρα κάθε φορά. Να γράφεις μόνο τις δικές του σκέψεις, και να περιγράφεις μόνο ό,τι φιλτράρεται μέσα από τις δικές του αισθήσεις. Ό,τι ο χαρακτήρας οπτικής γωνίας δεν βλέπει ή δεν ακούει δεν μπορείς να το περιγράψεις.
Αυτή είναι, όντως, μία μέθοδος για να χρησιμοποιήσεις το τρίτο πρόσωπο, αλλά έχει καταντήσει να θεωρείται η μοναδική μέθοδος. Αν γράψεις τρίτο πρόσωπο με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, είναι – στη διεθνή αγορά, τουλάχιστον – πολύ δύσκολο να κάνεις τους εκδότες να δεχτούν να δημοσιεύσουν το βιβλίο σου. Αλλά και, γενικά, από πολλούς – εργαστήρια γραφής, κριτικούς, και λοιπούς – θεωρείται «λάθος» να γράφεις τρίτο πρόσωπο διαφορετικά. Πρέπει, σύμφωνα μ’αυτούς, υποχρεωτικά κάθε σκηνή μέσα στην αφήγηση – κάθε ολόκληρο κεφάλαιο, συνήθως – να είναι γραμμένο αποκλειστικά μέσα από το κεφάλι ενός και μόνο λογοτεχνικού χαρακτήρα.
Περιττεύει να πω, νομίζω, ότι αυτό είναι απίστευτα μονοδιάστατο, βαρετό, και αντικαλλιτεχνικό – ακόμα και αντιλογοτεχνικό πιθανώς – όταν συμβαίνει σε μόνιμη βάση. Καταντά να γίνεται μια εκβιομηχανισμένη μορφή γραφής που απειλεί να κάνει τους συγγραφείς να μοιάζουν ο ένας κλώνος του άλλου από άποψη λογοτεχνικού ύφους.
Οι υπέρμαχοι της μονομέρειας ισχυρίζονται ότι έτσι (τάχα) ο αναγνώστης ταυτίζεται περισσότερο με τους χαρακτήρες· και ότι είναι λογικό να γράφεις μ’αυτό τον τρόπο, γιατί, αλλιώς, ποιος αφηγείται την ιστορία; Κάποιος απρόσωπος, παντογνώστης αφηγητής; Τόσο κακόγουστο!... Επομένως, όχι, ο χαρακτήρας στον οποίο επικεντρώνεσαι είναι ο αφηγητής σου.
Και οι δύο αυτές αιτιολογίες της μονομέρειας είναι, ασφαλώς, εσφαλμένες. Κατά πρώτον, εγώ, ως αναγνώστης, δεν αισθάνομαι να ταυτίζομαι με χαρακτήρες επειδή κάποιος γράφει σε κλειστή οπτική γωνία γι’αυτούς. Αν μη τι άλλο, απλά βαριέμαι που διαβάζω πάλι κάτι γραμμένο με τον ίδιο τρόπο.
Κατά δεύτερον, είναι τελείως ανόητο να λες ότι ο χαρακτήρας οπτικής γωνίας είναι και ο αφηγητής, διότι μόνο ένας τουλάχιστον οριακά παράφρονας θα μιλούσε για τον εαυτό του στο τρίτο πρόσωπο. Αν κάποιος διηγιόταν τη δική του ιστορία, φυσικά θα τη διηγιόταν στο πρώτο πρόσωπο· δεν υπάρχει αμφιβολία γι’αυτό (εκτός αν μιλάμε για πολύ ειδικές περιπτώσεις ανθρώπων). Επομένως, ο αφηγητής μας δεν είναι ο χαρακτήρας οπτικής γωνίας. Ο αφηγητής μας είναι κάποιος άλλος, κάποιος παντογνώστης προφανώς, ο οποίος γνωρίζει τις σκέψεις του χαρακτήρα μας και αποφασίζει να επικεντρωθεί αποκλειστικά και μόνο σ’αυτόν.
Αλλά, αν θες να επικεντρωθείς μόνο σε έναν χαρακτήρα, γιατί να μη γράψεις σε πρώτο πρόσωπο ούτως ή άλλως; (Μπορείς ακόμα και ν’αλλάζεις χαρακτήρες πρώτου προσώπου ανά κεφάλαιο, γράφοντας στην επικεφαλίδα ποιος χαρακτήρας είναι κάθε φορά, για αποφυγή παρεξήγησης.) Η κλειστή οπτική γωνία τρίτου προσώπου μοιάζει με μπασταρδεμένη οπτική γωνία πρώτου προσώπου. Είναι σαν να ήθελες να γράψεις σε πρώτο πρόσωπο αλλά, για κάποιο λόγο, διστάζεις να το κάνεις. Σε τι σε εξυπηρετεί το τρίτο πρόσωπο αν θες απλά και μόνο να επικεντρώνεσαι σε έναν χαρακτήρα κάθε φορά; Σε τίποτα, προφανώς.
Δεν ισχυρίζομαι, βέβαια, πως η κλειστή οπτική γωνία τρίτου προσώπου είναι άχρηστη. Καμιά λογοτεχνική μορφή δεν είναι άχρηστη. Δεν νοείται «άχρηστο» στη λογοτεχνία. Η κλειστή οπτική γωνία τρίτου προσώπου μπορεί να φανεί χρήσιμη σε διάφορες περιπτώσεις όπου, για παράδειγμα, θέλεις να δημιουργήσεις μυστήριο, ή όπου σε ενδιαφέρει μόνο ένας χαρακτήρας μέσα στην αφήγηση, ή όπου όλα τα άλλα πράγματα γύρω από τον χαρακτήρα είναι τόσο ακατανόητα, τόσο ξένα, που είναι απλά λογικό να επικεντρώνεσαι σ’αυτόν όπως ο πνιγμένος πιάνεται από ένα κομμάτι ξύλο. Επίσης, αυτή η οπτική γωνία μπορεί να φανεί πολύ χρήσιμη για να μας εισάγει ο συγγραφέας πιο ομαλά σ’έναν πολύ παράξενο φανταστικό κόσμο.
Ναι, η κλειστή οπτική γωνία τρίτου προσώπου έχει τις χρησιμότητές της.
Αλλά δεν είναι ο μόνος τρόπος για να γράφεις τρίτο πρόσωπο. Και το να αποκλείεις όλους τους υπόλοιπους τρόπους είναι λάθος και, πιθανώς, καταστροφικό για την ίδια τη λογοτεχνία. Δεν προσφέρει τίποτα εκτός από μονομέρεια και βαρεμάρα. Και όπου βλέπω βαρεμάρα, τη σκοτώνω.
Επομένως, εδώ θα αναφέρω κάποιους διαφορετικούς τρόπους για να γράφεις σε τρίτο πρόσωπο. Κάποιους τρόπους που δεν είναι μπασταρδεμένο πρώτο πρόσωπο αλλά, πραγματικά, εκμεταλλεύονται τις πάμπολλες δυνατότητες του τρίτου προσώπου. Εξυπακούεται ότι οι τρόποι που αναφέρω παρακάτω δεν είναι οι μοναδικοί για να γράψεις σε τρίτο πρόσωπο. Δεν μπορώ καν να φανταστώ πόσοι τρόποι υπάρχουν για να γράψεις σε τρίτο πρόσωπο. Ίσως να είναι άπειροι. Η οπτική γωνία τρίτου προσώπου είναι η πιο πολυμορφική, όπως ήδη είπα. Είναι μια υπέροχη οπτική γωνία... όταν κάποιοι δεν προσπαθούν να την κλείσουν μέσα σ’ένα κλουβί.
*
Παραλλαγή πρώτη: Γράψε σε τρίτο πρόσωπο αλλά επικεντρώσου μόνο σε δύο (το πολύ, τρεις) χαρακτήρες. Τα πάντα φιλτράρονται μέσα από τις σκέψεις και τις αισθήσεις αυτών των χαρακτήρων. Μπορείς να γράφεις τους συλλογισμούς και τις παρατηρήσεις όλων μέσα στην ίδια σκηνή, αλλά, φυσικά, πρέπει να προσέχεις να είσαι ξεκάθαρος, να καταλαβαίνουμε ποιος σκέφτεται τι και ποιος αντιλαμβάνεται τι. Αυτό είναι χρήσιμο όταν θέλεις να δείξεις, για παράδειγμα, πόσο διαφορετικά βλέπουν το ίδιο γεγονός δύο άτομα. Αντί να επικεντρωθείς μόνο στο ένα άτομο και αργότερα, μέσα από κάποιο αταίριαστο, βαρετό flashback, να μας πεις πώς είχε δει και ο άλλος χαρακτήρας το γεγονός, επικεντρώνεσαι και στους δύο χαρακτήρες ταυτόχρονα ενώ το γεγονός συμβαίνει. Πράγμα που έχει περισσότερο ενδιαφέρον και για τον αναγνώστη και για τον συγγραφέα, νομίζω. Εκτός αυτού, η συγκεκριμένη μέθοδος μπορεί να χρησιμοποιηθεί και όταν απλά έχεις δυο, τρεις χαρακτήρες που τους θεωρείς εξίσου σημαντικούς και πιστεύεις ότι είναι ανόητο να ρίξεις το βάρος μόνο σε έναν, αφού όλοι συγχρόνως έχουν σημασία για την αφήγηση.
Παραλλαγή δεύτερη: Σε αρκετές περιπτώσεις, έχουμε εμβόλιμες σκηνές μέσα στην ιστορία μας οι οποίες είναι εκεί ως προοιωνισμοί ή για να δημιουργήσουν ένταση ή μυστήριο. Αν γράφεις με την κλασική εκβιομηχανισμένη κλειστή οπτική γωνία τρίτου προσώπου, πρέπει υποχρεωτικά να βρεις κάποιον χαρακτήρα σ’αυτές τις εμβόλιμες σκηνές για να επικεντρωθείς επάνω του, για να παρουσιάσεις τη σκηνή μέσα από τις αισθήσεις του. Αυτό, όμως, πολλές φορές μοιάζει ψεύτικο και άσκοπα κουραστικό. (Τι μας νοιάζει για έναν χαρακτήρα που δεν θα τον ξαναδούμε; Ή που θα σκοτωθεί ξαφνικά από ένα τέρας ή έναν φονιά; Τι μας νοιάζουν οι σκέψεις του για την κοινωνία και για τη γυναίκα του;) Μπορείς να κάνεις κάτι καλύτερο. Υπάρχει η λεγόμενη «ουδέτερη» ή «κινηματογραφική» οπτική γωνία τρίτου προσώπου. Γράφεις τη σκηνή όπως θα την έβλεπε ένας ουδέτερος παρατηρητής. Όπως θα την παρακολουθούσαμε στην οθόνη μας. Δεν αναφέρεις σκέψεις ή συναισθήματα – εκτός, ίσως, μόνο αν κάτι είναι τελείως απαραίτητο (όπως, πχ, «Αισθάνθηκε ένα άγγιγμα στο πλάι του λαιμού και στράφηκε να κοιτάξει»). Το αποτέλεσμα είναι ότι έχουμε όντως μια πραγματικά
εμβόλιμη σκηνή που δημιουργεί μυστήριο ή ένταση χωρίς να θυμίζει μπασταρδεμένο πρώτο πρόσωπο. (Την εν λόγω τεχνική προσωπικά τη χρησιμοποιώ στην
Πριγκίπισσα της Οργής
Ο ραλίστας Ζορδάμης Λιγνόρρυγχος, έχοντας αρχίσει να ξεπληρώνει το χρέος
του στη μυστηριώδη οργάνωση του υπόκοσμου γνωστή ως Σιδηρά Δυναστεία,
πρέπει να βρει και να εξολοθρεύσει τη δολοφόνο του γιου ενός μεγιστάνα
της Δυναστείας: τη γυναίκα που, στη Θακέρκοβ, ακούει στο όνομα η
Πριγκίπισσα της Οργής.
Σύμμαχος και οδηγός του Ζορδάμη σ’αυτή τη σκοτεινή αναζήτηση είναι μια άλλη
γυναίκα την οποία είχε γνωρίσει όταν πρωτομπήκε στη Σιδηρά Δυναστεία αλλά τώρα
τη συναντά με διαφορετικό όνομα, και σύντομα συνειδητοποιεί ότι δεν είναι το
μοναδικό που χρησιμοποιεί.
Στη Θακέρκοβ, αυτές τις ημέρες, τίποτα δεν είναι όπως φαίνεται.
, για όποιον θέλει να διαβάσει ένα ζωντανό παράδειγμα. Αυτές οι σκηνές, στο συγκεκριμένο βιβλίο, αν δεν ήταν γραμμένες σε ουδέτερη οπτική γωνία θα χαλούσαν όλο το μυστήριο.)
Παραλλαγή τρίτη: Ορισμένες φορές δεν είναι και τόσο σημαντικό πώς βλέπει κάποιος τον εαυτό του ή πώς σκέφτεται. Είναι πιο σημαντικό πώς τον βλέπουν οι άλλοι, ή τι νομίζουν γι’αυτόν. Με την οπτική γωνία τρίτου προσώπου μπορείς εύκολα να το δείξεις, όχι θεωρητικά αλλά πρακτικά. Έχεις έναν βασικό χαρακτήρα, τον ακολουθείς συνεχώς, αλλά ποτέ δεν γράφεις τις σκέψεις του. Γράφεις μόνο πώς τον βλέπουν οι άλλοι και τι σκέφτονται γι’αυτόν. Γράφεις για όλους μαζί, όχι για έναν-έναν χωριστά. Για παράδειγμα, μπαίνει ο βασικός χαρακτήρας σ’ένα χωριό και μας γράφεις τι βλέπουν οι χωρικοί επάνω του, τι νομίζουν γι’αυτόν, τι ψιθυρίζουν αναμεταξύ τους για το άτομό του. Μετά, ο χαρακτήρας φεύγει απ’το χωριό μαζί με μερικούς άλλους ταξιδιώτες, και μας γράφεις πώς τον βλέπουν οι ταξιδιώτες και τι νομίζουν γι’αυτόν. Δημιουργείς έτσι ένα μυστήριο γύρω από τον βασικό χαρακτήρα, μια μυθική αύρα ίσως. (Αυτή είναι μια τεχνική που συχνά χρησιμοποιούσε ο R. E. Howard στις ιστορίες του Κόναν, και έκανε όντως τον Κόναν αρκετά «μυθικό». Ταιριάζει πολύ περισσότερο απ’το αν διαβάζαμε την ιστορία μέσα από το κεφάλι του Κόναν και μόνο.)
Παραλλαγή τέταρτη: Θέλεις να μας περιγράψεις γεγονότα που επηρεάζουν μαζικά πολλούς ανθρώπους – όπως μια πολιορκία, μια εισβολή από ξένη χώρα, μια γιορτή, μια εκλογική περίοδος, ή λαφυραγωγίες κουρσάρων στις όχθες ενός ποταμού. Δεν έχεις κατά νου κανέναν συγκεκριμένο χαρακτήρα· έχεις κατά νου τα γεγονότα. Αυτά είναι τα πιο σημαντικά για την ιστορία σου, στην προκειμένη περίπτωση. Τα γεγονότα είναι ο βασικός χαρακτήρας, θα μπορούσες να πεις. Αν ακολουθείς τη βαρετή μονομέρεια της κλειστής οπτικής γωνίας τρίτου προσώπου, είσαι υποχρεωμένος να βρεις, με το ζόρι, κάποιον χαρακτήρα που ή θα ακούει γι’αυτά τα γεγονότα ή κάπως αλλιώς θα τα μαθαίνει. Εν ολίγοις, ο χαρακτήρας είναι εκεί μόνο χρηστικά: απλά ένας εγκέφαλος από τον οποίο αντλείς πληροφορίες. Αυτό δεν είναι και πολύ καλό. Φαίνεται άσχημο, στημένο, και δεν είναι καθόλου συναρπαστικό. Με μια πιο ανοιχτή οπτική γωνία τρίτου προσώπου, όμως, μπορείς να μας δείξεις τα γεγονότα καθώς συμβαίνουν, χωρίς να επικεντρώνεσαι σε κανέναν χαρακτήρα· ή μπορείς, φευγαλέα, να επικεντρώνεσαι σε διάφορους χαρακτήρες, σχετικούς με τα γεγονότα, προτού προχωρήσεις. Με αυτή την τεχνική, μπορείς να γράψεις για την ανησυχία των ανθρώπων που μένουν στις όχθες του ποταμού όταν γίνονται οι επιδρομές των κουρσάρων, και μετά μπορείς να αναφέρεις έναν γενναίο καπετάνιο που τους αντιμετωπίζει και τον σκοτώνουν· και συνεχίζεις γράφοντας για περισσότερες επιδρομές και τα αποτελέσματά τους στο εμπόριο και στους κατοίκους της περιοχής... Μια τέτοια τεχνική είναι ιδανική για να περιγράφεις μεγάλα γεγονότα στα οποία δεν θέλεις να επικεντρωθείς και πολύ αλλά θέλεις να εξακολουθούν να έχουν ενδιαφέρον ως αφήγηση, να μην είναι ανιαρά ούτε να μοιάζουν με παραπομπές.
Παραλλαγή πέμπτη: Σκέψου πραγματικά τι μπορεί να κάνει η οπτική γωνία τρίτου προσώπου. Σκέψου πραγματικά πόσα μπορείς να γράψεις με την οπτική γωνία τρίτου προσώπου... Σκέψου... Εγώ το συνειδητοποίησα διαβάζοντας τη Helliconia του Brian Aldiss, αν και κατά βάθος, φυσικά, το ήξερα. Μπορείς να γράψεις για τους ανέμους που φυσάνε πάνω από τα βουνά, και μετά για τους χωρικούς που σπέρνουν στα χωράφια τους, και μετά για μια γάτα που κυνηγά ένα ύπουλο ποντίκι, και μετά για τα σκουλήκια της γης... και μετά για το ίδιο το χώμα, για τους μικροοργανισμούς που κατοικούν εκεί. Καταλαβαίνεις πόσα μπορείς να γράψεις με την οπτική γωνία τρίτου προσώπου; Δεν υπάρχει τέλος. Εσύ αποφασίζεις πού αρχίζεις και πού τελειώνεις: τι είναι σχετικό με την ιστορία σου. Αναφέρεις τα σχετικά πράγματα, γλιστρώντας από το ένα στο άλλο με τον πιο φυσικό τρόπο. Και, ναι, το ξέρω ότι εδώ δεν αναφέρω κάποια «παραλλαγή» ακριβώς· είναι πολύ γενικό αυτό που περιγράφω. Όμως αυτό είναι που θέλω να τονίσω: τη δυνατότητα που έχεις, με την οπτική γωνία τρίτου προσώπου, να γράψεις για τόσα πολλά πράγματα – από κοσμοϊστορικά γεγονότα μέσα σε μια φράση μέχρι για το πώς την περνάνε τα σκουλήκια κάτω από ένα μανιτάρι. Βρες τρόπο να το χρησιμοποιήσεις και να κάνεις κάτι υπέροχο μ’αυτό. Ο Brian Aldiss στη Helliconia το έχει ήδη κάνει.
Μια τελευταία σημείωση: Κακώς έχει συνηθιστεί η ανοιχτή οπτική γωνία τρίτου προσώπου να λέγεται «οπτική γωνία παντογνώστη». Ο αφηγητής στο τρίτο πρόσωπο, ακόμα κι αν γράφει σε κλειστή οπτική γωνία επικεντρωμένη σε έναν χαρακτήρα, εξακολουθεί να είναι παντογνώστης – απλά αποφασίζει να εστιαστεί κάπου. Δεν υφίσταται οπτική γωνία τρίτου προσώπου χωρίς παντογνώστη αφηγητή. Αλλά ο αφηγητής μας συνήθως είναι αόρατος· δεν δίνουμε σημασία σ’αυτόν όπως, μέσα σε μια ταινία, δεν θα δίναμε σημασία στο ποιος κρατά την κάμερα. Δεν μας ενδιαφέρει. Εκείνο που μας ενδιαφέρει είναι να βιώσουμε την ιστορία. Να έχουμε αυτή την εμπειρία.
Οπτική γωνία παντογνώστη μπορεί μόνο να θεωρηθεί εκείνη η οπτική γωνία τρίτου προσώπου όπου ο αφηγητής γίνεται φανερός με έκδηλο τρόπο. Κάνει σχόλια, μιλά για τις δικές του σκέψεις, εμβόλιμα μέσα στην ιστορία. Είναι σπάνιο, αλλά σε μερικά βιβλία – παλιότερα κυρίως – συμβαίνει. Στις καλογραμμένες ιστορίες, γνωρίζουμε ποιος είναι αυτός ο αφηγητής που σχολιάζει· το μαθαίνουμε, είτε στην αρχή είτε στο τέλος, είτε κάπου στη μέση. Στις ιστορίες που δεν είναι και τόσο καλογραμμένες δεν το μαθαίνουμε ποτέ, και οι σχολιασμοί μοιάζουν, ίσως, με απροσεξίες. Αν σκέφτεσαι να χρησιμοποιήσεις τέτοια οπτική γωνία, τότε καλύτερα να ξέρεις ακριβώς τι θέλεις να κάνεις.
Κατά τα άλλα, μην κλείνεσαι στο κλουβί κανενός.
(Σημείωση
Σημείωση για τα Περί Γραφής
Αν είσαι φυσιολογικός αναγνώστης δε χρειάζεται να
διαβάσεις αυτό το κομμάτι. Αν είσαι από εκείνους που θα σκεφτούν
«Και ποιος νομίζει ότι είναι αυτός που θα μιλήσει για τη συγγραφή;»,
ή «Πολύ σπουδαίος δεν την έχει δει για να μας λέει πώς θα
γράφουμε;», ή κάτι παρόμοια κολακευτικό για το άτομό μου, τότε είσαι
το Πράσινο Ανθρωπάκι, και μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις.
Αγαπητό Πράσινο Ανθρωπάκι,
Στα Περί Γραφής
μιλάω για ορισμένες από τις συγγραφικές μου εμπειρίες, και δίνω
κάποιες συμβουλές ή κατευθυντήριες γραμμές για νέους (όχι,
απαραιτήτως, ηλικιακά) συγγραφείς. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από
αυτό: εμπειρίες, σκέψεις, συμπεράσματα. Το διαβάζεις, κι αν
πιστεύεις ότι σου λέει κάτι ενδιαφέρον, έχει καλώς· αν πιστεύεις ότι
δε σ'ενδιαφέρει, ή αν διαφωνείς κάθετα, το αγνοείς. Τουλάχιστον,
αυτό κάνω εγώ όταν διαβάζω παρόμοια άρθρα: αν θεωρώ ότι λέει κάτι
ενδιαφέρον, το διαβάζω με ευχαρίστηση· αν θεωρώ ότι δεν με
ενδιαφέρει, το αγνοώ.
Να το έχεις αυτό υπόψη σου όταν διαβάζεις τα
Περί Γραφής. Δεν είναι δεσμευτικά, ούτε κανένας νόμος· είναι,
απλώς, μερικές σκέψεις, γνώμες, και εμπειρίες μου.
για τα Περί Γραφής.)
