Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Η Αποστροφή προς το Φανταστικό Στοιχείο Ανέκαθεν στην Ελλάδα το φανταστικό στοιχείο μέσα σε οποιαδήποτε αφήγηση έδειχνε να μας απωθεί. Ήρθε η ώρα να αναρωτηθούμε γιατί.
Δεν είναι δύσκολο να συμπεράνεις ότι στην Ελλάδα, εν έτει 2019, το φανταστικό στοιχείο ακόμα απωθεί πολλούς. Ο περισσότερος κόσμος δεν έχει πρόβλημα να παρακολουθήσει μια ταινία, ή να διαβάσει ένα βιβλίο, όπου παρουσιάζονται διάφορες κοινωνικές καταστάσεις, αλλά, αν ξαφνικά μέσα στην αφήγηση εμφανιστεί ένα τέρας που αποτελεί αμάλγαμα λιονταριού, κριαριού, και αετού και βλέπεις μόνο τη σκιά του, τότε οι περισσότεροι θα πουν ότι αυτά είναι «ανοησίες», ή είναι «για παιδιά», ή «αυτά με τρομάζουν», ή «είναι εκτός πραγματικότητος!»
Ως κοινωνία, έχουμε συνδέσει τα φανταστικά στοιχεία με τις εξής αφηγήσεις:
(α) Ιστορίες που είναι για παιδιά· επειδή τα παιδιά έχουν πολύ φαντασία και τους αρέσουν τα παραμύθια. Αλλά όλα αυτά, φυσικά, δεν είναι ώριμα. Είναι μόνο για νεαρά μυαλά που δεν έχουν ακόμα γνωρίσει τον «πραγματικό κόσμο» και δεν έχουν «άλλες φροντίδες».
(β) Ιστορίες που «δεν είναι σοβαρές», που είναι «χολιγουντιανές σαχλαμάρες», που είναι «της πλάκας». Γενικά, που είναι κάτι στο οποίο δεν αξίζει να δίνεις και πολύ σημασία – είναι μόνο για να περνά η ώρα. Και, συνήθως, είναι μόνο για εφήβους, αν όχι για παιδιά.
(γ) Ιστορίες που είναι μυθολογικές, όπως η Οδύσσεια, ή η Ιλιάδα, ή οι μύθοι του Ηρακλή. Και τότε, δεν είναι καν φανταστικές αφηγήσεις. Είναι μυθολογία, καταλαβαίνεις; Είναι άλλο πράγμα. Με καταλαβαίνεις; Δεν έχει σημασία αν έχουν μέσα μαγικά, εξωπραγματικά, και εξωφρενικά πράγματα. Είναι μυθολογία, λέω! Ακούς; Δεν είναι φανταστικές αφηγήσεις. Όχι, δεν είναι. (Και καλά...)
(δ) Ιστορίες που είναι γραμμένες από «διαταραγμένες προσωπικότητες» και έχουν αξία, όχι ως αφηγήσεις, αλλά ως «ανάλυση της ψυχικής κατάστασης» του δημιουργού τους. Εξάλλου, μόνο παλαβοί θα τα έγραφαν αυτά. Σωστά; Φυσικά. Φυσικά! Εσύ πάντα είσαι με τα καλά σου· οι άλλοι είναι που δεν είναι καλά...
(ε) Ιστορίες που είναι γραμμένες ως αλληγορία, που είναι γραμμένες για να μας δείξουν κάποια κοινωνικά κακά, ή να κατακρίνουν κάποιες καταστάσεις ή νοοτροπίες. Γιατί, βέβαια, κανείς δεν μπορεί να γράφει σοβαρά τέτοια εξωφρενικά πράγματα παρά μόνο για να εννοήσει κάτι άλλο, κωδικοποιημένα. Έτσι δεν είναι; Τι διαφορετικό θα μπορούσε να ισχύει; Σοβαροί άνθρωποι δεν γράφουν, αλλιώς, ιστορίες με ακραία φανταστικά στοιχεία!
(στ) Ιστορίες που είναι «ειδικές περιπτώσεις». Ε, όπως ο Τόλκιν, βρε αδελφέ. Αυτές οι ιστορίες είναι «αναγνωρισμένες». Είναι άλλο θέμα, εντάξει; Έχουν φανταστικά στοιχεία, αλλά... αλλά δεν είναι όπως αυτές οι ασόβαρες ιστορίες. Είναι... είναι άλλο θέμα, εντάξει; Είναι αναγνωρισμένες. Εννόησες τώρα;
Εγώ εννόησα, πάντως. Τα εννόησα όλα. Γενικά.
Φυσικά, όσα αναφέρω παραπάνω είναι ή εσφαλμένες λογικές ή ταμπού. Αλλά επικρατούν. Κάποιος μπορεί να πιστεύει το ένα, κάποιος μπορεί να πιστεύει το άλλο, κάποιος μπορεί να πιστεύει δύο ή τρία μαζί. Όμως επικρατούν.
Χρειάζεται να αναφέρω γιατί είναι λάθος; Δεν είναι καταφανές; Ας το κάνω, μιας και το γράφουμε το άρθρο που το γράφουμε.
Οι φανταστικές ιστορίες είναι μόνο για παιδιά, υποτίθεται... Μα, πώς είναι δυνατόν; Πολλές από αυτές, μάλιστα, περιλαμβάνουν θεματολογία που είναι ακατάλληλη για παιδιά, όπως ερωτικές σκηνές, ή πολύ βίαιες σκηνές, ή πολιτική. Μικρά παιδιά ή δεν θα μπορούσαν να τις παρακολουθήσουν (εκτός αν μιλάμε για παιδιά με εξαιρετική ευφυΐα) ή ίσως δεν θα έπρεπε να τις διαβάσουν σε τόσο μικρή ηλικία.
Οι φανταστικές ιστορίες δεν είναι αρκετά σοβαρές... Σοβαρά; Κατόρθωσε πρώτα να ορίσεις τι εστί σοβαρό και μετά το συζητάμε πάλι. Αν κάποιος έγραφε, πριν από 1.000 χρόνια, για οχήματα που κινούνται από μόνα τους, με μηχανές – δηλαδή, φανταστικά πράγματα – δεν θα ήταν αρκετά σοβαρός; Τι σχέση έχει η σοβαρότητα με τη χρήση φανταστικών στοιχείων ή μη; Και ποιος σου εγγυάται ύπαρξη σοβαρότητας χωρίς τη χρήση φανταστικών στοιχείων;
Η μυθολογία δεν είναι φανταστικές ιστορίες... Έλα τώρα. Απλά έτυχε να τις λέμε μυθολογία, ή θρησκεία, ή κάτι τέτοιο. Ιστορίες με τέρατα, ήρωες, και υπερφυσικά φαινόμενα είναι φανταστικές, είτε σ’αρέσει είτε όχι. Κάποιες τις έχουμε αναγάγει σε μυθολογία, σε θρησκεία, σε παράδοση. Και καλά κάνουμε. Αλλά το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Δεν είναι η λογική «ο αστυνόμος είναι όργανο, το μπουζούκι είναι όργανο, άρα ο αστυνόμος είναι μπουζούκι». Είναι η λογική «εμένα με λέμε Λου, εσένα σε λένε Τσου, αλλά κι οι δύο μένουμε στο χτίριο Φου, άρα είμαστε κάτοικοι Φου».
Οι φανταστικές ιστορίες γράφονται από διαταραγμένες προσωπικότητες... Ε, ναι, ορισμένεςγράφονται και από διαταραγμένες προσωπικότητες. Όπως και χιλιάδες ιστορίες που δεν έχουν φανταστικά στοιχεία. Τι σχέση έχει αυτό; Επιπλέον, πολλές από τις υποτιθέμενα «διαταγμένες προσωπικότητες» είναι, ουσιαστικά, λιγότερο διαταραγμένες από τις κοινωνίες μέσα στις οποίες ζουν. Όχι πως αυτό έχει καμιά σχέση με το ίδιο το λογοτεχνικό κείμενο.
Οι φανταστικές ιστορίες είναι αλληγορικές... Δεν είναι ανάγκη μια ιστορία να περιλαμβάνει φανταστικά στοιχεία για να είναι αλληγορική. Τι άλλο χρειάζεται να καταλάβεις; (Παρεμπιπτόντως, κατά κανόνα, σιχαίνομαι τις αλληγορικές ιστορίες. Άμα θες να πεις κάτι, πες το ευθέως, ή άι γαργαλήσου.)
Και οι φανταστικές ιστορίες που είναι «ειδικές περιπτώσεις», από «αναγνωρισμένους»... Κάποιοι μού φαίνεται ότι μας δουλεύουν. Τι πάει να πει «αναγνωρισμένος»; Τι πάει να πει «ειδική περίπτωση»; Πάντα θα υπάρχουν ιστορίες που, για τον άλφα ή βήμα λόγο, έχουν γίνει πιο γνωστές από άλλες. Ίσως απλά να έφταιγε το hype, ίσως να έφταιγε το βύσμα, ίσως να έφταιγε η αντικειμενική αξία τους, ίσως να έφταιγαν οι κοινωνικές συνθήκες μιας περιόδου που τις ανέδειξαν, ίσως να έφταιγε ο Διάβολος ο ίδιος – δεν έχει σημασία. Είναι αυτό που είναι. Αλλά δεν είναι οι μόνες φανταστικές ιστορίες που υπάρχουν.
Παρότι είναι τραγικά απλό να καταρρίψεις όλες αυτές τις εσφαλμένες λογικές και νοοτροπίες για τα φανταστικά στοιχεία στις αφηγήσεις, εξακολουθούν να επικρατούν σθεναρά σ’αυτή τη χώρα. Και δεν μπορείς παρά να αναρωτηθείς γιατί.
Αν ρωτήσεις θα λάβεις διάφορες απαντήσεις που δεν νομίζω ότι, ως επί το πλείστον, είναι σωστές.
Μπορεί να ακούσεις ότι τα φανταστικά στοιχεία είναι πολύ παράξενα, και ο αναγνώστης ή ο θεατής αδυνατεί να τα καταλάβει. Χρειάζονται, υποτίθεται, ειδικές γνώσεις για να τα καταλάβεις. Το αμφισβητώ αυτό, γιατί δεν χρειάζεται καμία ειδική γνώση για να καταλάβεις τα φανταστικά στοιχεία. Είναι απλά μέρος της αφήγησης. Επιπλέον, αρνούμαι να πιστέψω ότι είναι τόσο δυσνόητα που ο μέσος άνθρωπος δεν μπορεί να τα παρακολουθήσει. Αρνούμαι να πιστέψω ότι ο μέσος Έλληνας είναι τόσο χαζός. Σε τελική ανάλυση, στο εξωτερικό – όπου δεν υπάρχει τόσο μεγάλο ταμπού με τα φανταστικά στοιχεία στις αφηγήσεις – είναι πιο έξυπνοι από εμάς; Δεν το νομίζω.
Μπορεί να ακούσεις ότι τα φανταστικά στοιχεία «ξενίζουν» τον Έλληνα, κι έτσι δεν τα θέλει. Ίσως αυτό να αληθεύει ώς ένα σημείο: ότι δεν είναι συνηθισμένο το κοινό στα φανταστικά στοιχεία και, άρα, τα απορρίπτει. Αλλά πώς το κοινό θα τα συνηθίσει αν συνεχώς τα απορρίπτει επειδή δεν είναι συνηθισμένο σ’αυτά; Με τέτοια λογική δεν μπορεί ποτέ να υπάρξει καμία αλλαγή, και καμία πρόοδος. Επιπλέον, αρνούμαι πάλι να πιστέψω ότι ο Έλληνας και η Ελληνίδα δεν θέλουν να αναζητήσουν κάτι καινούργιο αλλά αρκούνται στο να βλέπουν διαρκώς τα ίδια και τα ίδια, συμβατικά και... α-φάνταστα.
Μπορεί να ακούσεις ότι τα φανταστικά στοιχεία δεν είναι αρκετά ελληνικά, δεν είναι «δικά μας». Στους ξένους αρέσουν επειδή (τάχα) είναι μέρος της παράδοσής τους – αλλά όχι της δικής μας. Προσωπικά, αυτά θεωρώ ότι είναι σαχλαμάρες. Ρίξε μια ματιά προς τα πίσω και θα δεις πολλά φανταστικά στοιχεία. Σκέψου μόνο πόσο τέρατα και παράξενα πλάσματα υπάρχουν στην ελληνική μυθολογία: χίμαιρα, πήγασος, μέδουσα... Χρειάζεται να συνεχίσω; Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι τα σύγχρονα φανταστικά στοιχεία πρέπει να είναι παρμένα από την ελληνική μυθολογία που γράφτηκε πριν από χιλιάδες χρόνια. Τα σύγχρονα φανταστικά στοιχεία μπορεί να είναι κάτι άλλο, τελείως διαφορετικό. Σε τελική ανάλυση, οι αρχαίοι Έλληνες δεν αντέγραφαν αρχαιότερους Έλληνες· γιατί να το κάνεις εσύ; Δεν νομίζω ότι ο σύγχρονος Έλληνας δεν δέχεται τα φανταστικά στοιχεία επειδή δεν τα θεωρεί μέρος της παράδοσής του. Δεν νομίζω ότι το σκέφτεται καν αυτό, ούτε υποσυνείδητα.
Μπορεί να ακούσεις ότι τα φανταστικά στοιχεία τρομάζουν. Αρκετές φορές έχω ακούσει άτομα να λένε ότι δεν μπορούν να βλέπουν τέρατα στον κινηματογράφο, ή ότι δεν μπορούν να διαβάζουν για πράγματα που είναι τρομαχτικά. Έχουν συνδέσει τη φαντασία με το τρομαχτικό. Και για κάποιους ίσως αυτό να ισχύει. Αλλά για όλους; Το αμφιβάλλω.
Ο φόβος, όμως, δεν είναι μακριά από την ουσία του προβλήματος, πιστεύω. Αλλά όχι ο επιφανειακός φόβος – ο φόβος του είδους «με τρομάζουν τα τέρατα με τα μεγάλα δόντια». Ο πιο βαθύς φόβος είναι το πρόβλημα (ή, τουλάχιστον, ένα από τα προβλήματα) της μη αποδοχής των φανταστικών στοιχείων. Ο υπαρξιακός φόβος – το ότι κάτι υπονομεύει την πραγματικότητά μας και, ως εκ τούτου, αρνούμαστε να το κοιτάξουμε, προτιμάμε να κοιτάμε αλλού, προς μια μεριά που μας κάνει να αισθανόμαστε πιο ασφαλείς, πιο μέσα στην «πραγματικότητα», μέσα στο δεδομένο πλαίσιο όπου έχουμε συνηθίσει να ζούμε. Δεν θέλουμε να κάνουμε την παραμικρή υπόθεση ότι ίσως θα μπορούσε να ισχύει κάτι άλλο, έστω και θεωρητικά. Είναι καθαρά θέμα υπαρξιακής σταθερότητας. Θέλεις να βλέπεις μόνο ό,τι ξέρεις στην καθημερινότητά σου· οτιδήποτε άλλο το αποφεύγεις, δεν θες καν να το γνωρίζεις, δεν θες να υπάρχει.
Είναι υπαρξιακή ανασφάλεια.
Όπως είχε πει η Αναΐς Νιν: Είναι δείγμα μεγάλης ανασφάλειας το να είσαι εχθρικός προς το άγνωστο.
Αλλά αυτό δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα. Αν προσέξεις, υπάρχει μια γενικευμένη κοινωνική πίεση που ωθεί μακριά από οτιδήποτε με φανταστικά στοιχεία. Η θρησκεία, κατά κανόνα, τα θεωρεί όλα αυτά «δαιμονικά» (όπως και τον Βουδισμό, άλλωστε· γιατί, ξέρεις, ό,τι δεν εμπίπτει στο δόγμα τους είναι υποχρεωτικά «του Διαβόλου, τέκνον μου»). Οι πολιτικοί τα θεωρούν επικίνδυνα επειδή σε βάζουν να σκέφτεσαι εναλλακτικά (αντί να ασχολείσαι με το κόμμα τους). Οι διάφοροι κοινωνικοί ελεγκτές, από ψυχίατροι μέχρι μαντράρχες, πιστεύουν ότι τα φανταστικά στοιχεία οδηγούν μακριά από την πραγματικότητα (τους), άρα σε κάνουν πιο δύσκολα ελεγχόμενο (από αυτούς), άρα είναι κατακριτέα (αφού τους χαλάνε το παιχνίδι). Επομένως, για όλους αυτούς: Τι να τα κάνεις τα φανταστικά στοιχεία; Στείλ’ τα μακριά, στον αγύριστο! Και βάλε τους όλους να ασχολούνται με τη «σκληρή πραγματικότητα» – γραφείο, σπίτι, γραφείο, λεφτά, αυτοκίνητο, παιδί, γραφείο: τι άλλο χρειάζεται ο άνθρωπος, μα τον Θεό; Δεν είσαι χαρούμενος τώρα; Παρακαλώ, χαμογέλα! Έλα τώρα, το λέει κι ο γαμιός– συγνώμη, ο γιατρός.
Ύστερα από τις κοινωνικές πιέσεις, είναι να σε εκπλήσσει που δημιουργείται μια υπαρξιακή ανασφάλεια; Και, λόγω της υπαρξιακής ανασφάλειας, είναι να σε εκπλήσσει που δημιουργούνται κοινωνικές πιέσεις για την επιβολή της δεδομένης «πραγματικότητας»;
Μα, θα μου πεις, στο εξωτερικό, όπου τα φανταστικά στοιχεία είναι πιο αποδεχτά, δεν υπάρχουν κοινωνικές πιέσεις; Δεν υπάρχει ανασφάλεια; Είναι τόσο... απελευθερωμένοι εκεί, βρε αδελφέ;
Βασικά, όχι, δεν είναι· αλλά επειδή βρίσκονται μπλεγμένοι σε
άλλους λαβυρίνθους – όπως αυτόν της διαρκούς επανάληψης των ίδιων μοτίβων στη
(φανταστική) λογοτεχνία. Όμως έχω γράψει για το εν λόγω θέμα
αλλού (και όχι μόνο εκεί). Δεν αφορά το συγκεκριμένο άρθρο. Αυτό εδώ είναι ένα άρθρο που κοιτάζει προς τα μέσα, όχι προς τα έξω.
Μα, κάνεις λάθος, μπορεί κάποιος να μου πει. Τα πράγματα δεν είναι όπως τα λες. Δεν είναι έτσι. Δεν ισχύουν αυτά στην πραγματικότητα!
Ίσως να μην ισχύουν στη δική σου πραγματικότητα. Στη δική μου ισχύουν. Από όσα έχω δει, σ’αυτά τα συμπεράσματα έχω καταλήξει. Αν νομίζεις πως μπορείς να εξηγήσεις αλλιώς την αποστροφή του Έλληνα προς τα φανταστικά στοιχεία, έχεις την απόλυτη ελευθερία να το δοκιμάσεις.