Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Omaran Saga: A Place Among the Fallen • Throne of Fools • The King of Light and Shadows • The Gods in Angerτου Adrian Cole
Έχοντας διαβάζει την τριλογία The Voidal του Adrian Cole, την οποία και βρήκα καταπληκτική, είχα την περιέργεια να διαβάσω και άλλα του ίδιου συγγραφέα. Το Omaran Saga έτυχε να βρίσκεται στα χέρια, οπότε αποφάσισα να διαβάσω αυτό. Αναρωτιόμουν αν θα ήταν εξίσου καλό με το The Voidal. Και το συμπέρασμά μου είναι πως, όχι, για εμένα τουλάχιστον, δεν είναι τόσο καλό όσο το The Voidal, αλλά είναι αρκετά καλό και σαφώς καλύτερο από άλλες ιστορίες επικής φαντασίας που είχαν κυκλοφορήσει στην εποχή του (1980-1990).
Και με αυτό που γράφω δεν πρέπει να θεωρήσει κανείς πως νομίζω ότι το Omaran Saga είναι κάτι κατώτερο, απλώς ότι δεν είναι κάτι το τόσο εκπληκτικό όσο το The Voidal. Στο Omaran Saga βλέπουμε πάλι πολλή δημιουργικότητα και φαντασία. Δεν είναι κοινότοπη ούτε στερεοτυπική ιστορία ηρωικής/επικής φαντασίας. Είναι κάτι που όντως ξεχωρίζει. Η κοσμολογία, μάλιστα, της Ομάρα (του κόσμου όπου διαδραματίζεται η ιστορία) είναι τόσο ψυχεδελική και παράξενη που πραγματικά με έκανε να σαστίσω. Δεν είναι μόνο η ίδια η ιδέα για το τι κρύβεται πίσω από την πραγματικότητα – ή τις πραγματικότητες – αλλά και ο τρόπος που παρουσιάζεται αυτή η ιδέα. Δεν παρουσιάζεται απλοϊκά· παρουσιάζεται έτσι που σε κάνει να νομίσεις ότι είναι κάτι το τρομερά πολύπλοκο και αληθινό. Ορισμένα σημεία ειλικρινά θα ήθελα να τα ξαναδιαβάσω για να καταλάβω (αν μπορώ) τι ακριβώς γίνεται. Αυτό δεν σημαίνει πως το Omaran Saga είναι μπερδεμένα γραμμένο, ούτε ότι δεν μπορείς να παρακολουθήσεις την πλοκή του. Μιλάω μόνο για συγκεκριμένα σημεία μέσα στην ιστορία όπου παρουσιάζεται η αληθινά ψυχεδελική, mind-blowing κοσμολογία που έχει επινοήσει ο συγγραφέας.
Ωστόσο, παρότι υπήρχαν κάποια πράγματα που μου άρεσαν πολύ στο Omaran Saga, υπήρχαν και κάποια πράγματα που δεν μου άρεσαν και τόσο· ή, μάλλον, δεν με άφησαν ικανοποιημένο. Και για αρκετά από αυτά δεν είναι εύκολο να πω γιατί ακριβώς, όμως θα προσπαθήσω. Είναι από εκείνες τις περιπτώσεις που καταλαβαίνεις ότι κάτι δεν πάει καλά, αλλά είναι περισσότερο θέμα διαισθητικό παρά συγκεκριμένο.
Πρώτα, όμως, θα ήθελα να αναφέρω κάτι που το θεώρησα αξιοσημείωτο: Κι εδώ, όπως και στο The Voidal, υπάρχουν ήρωες με μαγικά χέρια! Τι μανία είναι αυτή του Adrian Cole; Και δεν το λέω ως κατάκριση. Αντιθέτως.
Στο πρώτο βιβλίο παρουσιάζεται ένας χαρακτήρας που κρύβει τα χέρια του μέσα σε γάντια, γιατί φέρουν κάποια (μαγική) δύναμη. Επίσης, σε όλα τα βιβλία, εμφανίζεται ένας άλλος χαρακτήρας που το ένα του χέρι είναι ψεύτικο (είναι δύο κυρτές λεπίδες) και, σταδιακά, αυτό το χέρι γίνεται ολοένα και πιο μαγικό. Στην αρχή, μοιάζει απλά περίεργο· μετά, αποκαλύπτεται ότι υπάρχει και κάτι το μυστηριακό από πίσω· και, τέλος, γίνεται θαυματουργικό. Εκτός από αυτόν τον χαρακτήρα, υπάρχει και ένα τάγμα από πολεμιστές που το ένα τους χέρι είναι ψεύτικο (δύο κυρτές λεπίδες).
Όλη αυτή η υπόθεση με τα κομμένα χέρια και τα μαγικά χέρια μοιάζει σχεδόν με κάτι το συμβολικό. Σε αρκετές μυστικιστικές παραδώσεις το χέρι είναι σύμβολο. Γιατί, αν το σκεφτείς, το χέρι μας είναι, ουσιαστικά, μαγικό εργαλείο. Είναι το εργαλείο με το οποίο το μυαλό μας επηρεάζει και μεταμορφώνει τον κόσμο γύρω μας. Με το χέρι μπορείς να καταστρέψεις· με το χέρι μπορείς και να δημιουργήσεις. Πραγματικά, πιστεύεις ότι το χέρι δεν είναι κάτι το μαγικό; Είναι η προέκταση της θέλησής σου.
Δεν ξέρω αν ο Adrian Cole το έχει σκεφτεί έτσι και έχει αυτή τη μανία με τα μαγικά χέρια, ή αν του βγαίνει τυχαία. Πάντως, αυτός ο συμβολισμός νομίζω ότι διαφαίνεται μέσα από τα βιβλία και τους χαρακτήρες του. (Τουλάχιστον, στο The Voidal και στο Omaran Saga. Δεν ξέρω αν τέτοια μαγικά χέρια εμφανίζονται και σε άλλες ιστορίες που έχει γράψει.)
Αλλά, όπως είπα, δεν μου άρεσαν τα πάντα σε τούτη την τετραλογία. Μου άρεσαν η δημιουργικότητα και ο αυθορμητισμός· μου άρεσε το ότι δεν ακολουθεί κανένα στερεότυπο, ούτε στην πλοκή ούτε στον τρόπο γραφής. Δεν μου άρεσαν οι χαρακτήρες και δεν μου άρεσαν και οι κακοί από το δεύτερο βιβλίο και μετά. Αισθανόμουν κάτι να λείπει. Δεν ξέρω ακριβώς γιατί, αλλά θα προσπαθήσω να το εντοπίσω συνεχίζοντας να γράφω.
Το πρώτο βιβλίο, A Place Among the Fallen, είναι ουσιαστικά αυτοτελές, και ίσως να μου άρεσε περισσότερο από όλα. Παρουσιάζει διάφορους χαρακτήρες που όλοι μοιάζουν αμφιλεγόμενοι, και ορισμένους, μάλιστα, θα τους έλεγες και κακούς. Αλλά η ιστορία δεν είναι μονοδιάστατη. Όλοι αυτοί οι χαρακτήρες, καθώς επιδιώκουν τους σκοπούς τους, μπλέκονται αναμεταξύ τους και, τελικά, αναγκάζονται να συνεργαστούν ώστε να αντιμετωπίσουν ένα Πολύ Μεγάλο Κακό. Ναι, αυτό ακούγεται κλισέ· αλλά δεν είναι. Οι κινήσεις των χαρακτήρων μέσα στην πλοκή έχουν μια τρομερή φυσικότητα· νομίζεις ότι παρακολουθείς κάτι που αληθινά θα μπορούσε να συμβεί. Τίποτα δεν μοιάζει στημένο. Ούτε καν το Πολύ Μεγάλο Κακό που, στο τέλος, αντιμετωπίζουν. Ναι, είναι απρόσωπο, είναι τελείως καταστροφικό, αλλά έχει ένα τρομερό ύφος και παρουσιάζεται με ανεξάντλητη δημιουργικότητα από τον συγγραφέα. Δεν αισθάνθηκα κάτι να λείπει εδώ.
Το δεύτερο βιβλίο, Throne of Fools, είναι άμεση συνέχεια του πρώτου αλλά θα μπορούσε και να μην υπήρχε. Ουσιαστικά, εδώ δημιουργείται ένα νέο πρόβλημα που βασίζεται στα όσα συνέβησαν στο πρώτο βιβλίο. Και από αυτό το μέρος της τετραλογίας, ειδικά προς το τέλος του βιβλίου, αισθάνθηκα σαν κάτι να λείπει. Δεν ξέρω ακριβώς γιατί, αλλά οι χαρακτήρες, σταδιακά, άρχισαν να μη μου αρέσουν και τόσο, σαν να τους έλειπε η προσωπικότητα. Και αυτό, όσο προχωρά το Omaran Saga, επιδεινώνεται, κατά τη γνώμη μου. Ίσως απλά να ήταν θέμα δικής μου προτίμησης. Αν έπρεπε, όμως, να το εξηγήσω θα μπορούσα να πω ότι, κατά πρώτον, ίσως να φταίει το ότι εδώ βλέπουμε τους χαρακτήρες να έχουν ολοένα και λιγότερο δικούς τους σκοπούς και να ευθυγραμμίζονται με μια γενική πλοκή. Δεν υπάρχουν και πολλά σημεία που να διαφαίνεται η προσωπικότητά τους. Τα πάντα είναι «ακριβώς όσο χρειάζεται», και τίποτα δεν «περισσεύει». Τα πάντα νομίζεις ότι είναι χρηστικά, όπως το όπλο του Τσέχοφ. Κάτι που παρουσιάζεται μέσα στην ιστορία έχει πάντοτε κάποιο πολύ συγκεκριμένο σκοπό. Δεν υπάρχουν στιγμές ανάπαυλας για τις οποίες να διαβάζουμε και στις οποίες οι χαρακτήρες να δρουν. Και όταν λέω σκηνές ανάπαυλας δεν εννοώ βαρετές σκηνές όπου τίποτα δεν συμβαίνει, αλλά σκηνές που δεν είναι εκεί μόνο για να προωθήσουν τη γενική πλοκή. Μέσα από τέτοιες σκηνές μπορεί να φανεί περισσότερο η προσωπικότητα των χαρακτήρων. Αλλά δεν μπορώ να πω και ότι αυτός είναι ακριβώς ο λόγος που οι χαρακτήρες άρχισαν να μη μου αρέσουν. Ίσως να φταίνε και οι ίδιες οι προσωπικότητές τους που, από ένα σημείο και μετά, μου έμοιαζαν λιγάκι επίπεδες για κάποιο λόγο. Σαν αυτοί οι άνθρωποι να μην είχαν καθόλου πλάκα· σαν να ήταν όπλα που απλά χρησιμοποιείς μέσα σε έναν πόλεμο. Ακόμα και ο διάλογος μεταξύ τους γινόταν σταδιακά, καθώς προχωρούσαν τα βιβλία, και πιο βαρετός. Δεν είχε τίποτα το σπιρτόζικο. Τα πάντα ήταν για το τι θα γίνει παρακάτω. (Αντιθέτως, στο The Voidal τα πράγματα δεν είναι έτσι· υπάρχουν πολλές σκηνές που είναι εκεί απλά για την ατμόσφαιρα, και φαίνεται.)
Στο δεύτερο βιβλίο, παρουσιάζεται μια ολόκληρη νησιώτικη αυτοκρατορία και η ιστορία της και οι δολοπλόκοι που δρουν εκεί· και όλα αυτά μοιάζει να έχουν αρκετό ενδιαφέρον. Αλλά δεν αναπτύσσονται και πολύ, ύστερα από την αρχική τους παρουσίαση. Και το Throne of Fools τελειώνει με έναν τρόπο ο οποίος μου φάνηκε μάλλον βιαστικός, σαν να απαξιώνει όλα αυτά τα ενδιαφέροντα στοιχεία για τη νησιώτικη αυτοκρατορία.
Επίσης, από το δεύτερο βιβλίο κάνει την εμφάνισή του ένας καινούργιος Μεγάλος Κακός που εκεί, στο Throne of Fools, είναι ακόμα αρκετά σκιώδης, αλλά το πρόβλημα είναι πως ούτε και μετά δεν αναπτύσσεται και πολύ ως χαρακτήρας, παρότι αυτός δεν είναι τελείως απρόσωπος όπως ο Αντίπαλος του πρώτου βιβλίου.
Το τρίτο βιβλίο, The King of Light and Shadows, δεν περιλαμβάνει όλους τους χαρακτήρες που είχαν παρουσιαστεί στα προηγούμενα, όπως και το δεύτερο δεν περιλαμβάνει κάποιους, αλλά εμφανίζονται ορισμένοι που είναι πολύ βασικοί και τα γεγονότα είναι επίσης σημαντικά, αν και σε άλλη περιοχή του κόσμου, όχι στη νησιώτικη αυτοκρατορία που λέγαμε παραπάνω. Υπάρχει και εδώ ένας Μεγάλος Κακός που είναι διαφορετικός από τους προηγούμενους και η σχέση του μαζί τους όχι φιλική· αλλά εξακολουθεί να είναι εχθρός. Εμφανίζονται, επίσης, κάποιοι καινούργιοι χαρακτήρες. Δεν είναι όλα άσχημα. Η δημιουργικότητα βαράει κόκκινο, η πλοκή κάνει περίεργα πράγματα. Αλλά, και πάλι, σαν κάτι να λείπει από τους χαρακτήρες, κάτι περισσότερο στην προσωπικότητά τους, στον διάλογό τους, σ’αυτά που κάνουν. Και ακόμα κι ο ίδιος ο φανταστικός κόσμος έχει αυτό το πρόβλημα, κατά τη γνώμη μου. Αν και περιλαμβάνει κάποιες αρκετά ευφάνταστες και δημιουργικές ιδέες, είναι, κατά βάση, ένας κλασικός μεσαιωνικός/αρχαϊκός κόσμος, και δεν βλέπουμε τίποτα λεπτομέρειες γι’αυτόν. Δεν βλέπουμε ήθη, έθιμα, κάτι που να αποτελεί ειδοποιό διαφορά, κάτι που να κάνει το σκηνικό να ζωντανέψει. Ώρες-ώρες, νομίζεις ότι όλος ο κόσμος είναι ερημιές με μερικές μεγάλες πόλεις σποραδικά εδώ κι εκεί, οι οποίες δεν έχουν και κανένα ιδιαίτερο γνώρισμα. Θυμίζει σχεδόν εκείνες τις παλιές ταινίες ηρωικής φαντασίας που τα πάντα είναι ένας ξερότοπος και μερικά δάση, και μόνο μία πόλη υπάρχει, μία και σημαντική. Στο Omaran Saga δεν είναι μόνο μία, αλλά ούτε και πολλές είναι. Πέρα από τις γενικές ιδέες, σ’αυτό τον κόσμο λείπουν οι λεπτομέρειες, λείπει λίγο περισσότερο χρώμα.
Και πηγαίνουμε στο τέταρτο βιβλίο, The Gods in Anger, όπου οι χαρακτήρες μας πρέπει πια να αντιμετωπίσουν τον Μεγάλο Κακό ενώ διασχίζουν κάτι τόπους που είναι, πάλι, και περισσότερο από πριν ίσως, τρομερά ευφάνταστοι και δημιουργικά φτιαγμένοι, όμως κατά βάση ερημιές. Μου άρεσαν οι ιδέες, δεν μου άρεσε και τόσο η εκτέλεση, για να το πω αλλιώς. Ο Μεγάλος Κακός, δε, είναι το χειρότερο, νομίζω. Δεν έχει καμιά προσωπικότητα. Ναι μεν του δίνεται μια καλή (και ψυχεδελική) αιτιολογία ύπαρξης, αλλά πέρα από αυτό απλά είναι κάποιος που φαίνεται να θέλει να σαρώσει τα πάντα. Κάτι σαν τον Σάουρον του Άρχοντα των Δαχτυλιδιών. Τα τέρατα που τον υπηρετούν απλά είναι εκεί για να τα σκοτώνουν οι ήρωες, για να αποτελούν πρόκληση γι’αυτούς. Σε ορισμένες στιγμές, είχα την αίσθηση ότι οι χαρακτήρες δεν αντιμετωπίζουν κάποιον υπαρκτό αντίπαλο αλλά, περισσότερο, τον εαυτό τους: μια προσωπική δοκιμασία. Ο Μεγάλος Κακός υποτίθεται πως έχει κάποιους πράκτορες μέσα στον κόσμο, αλλά αυτοί δεν παρουσιάζονται και πολύ, ενώ καθόλου δεν αναπτύσσονται ως προσωπικότητες.
Το τέλος της τετραλογίας δεν με άφησε ικανοποιημένο. Και εννοώ, ο επίλογος. Κυριολεκτικά. Δεν καταλαβαίνω τι νόημα είχε. Μας λέει απλώς (και, όχι, αυτό δεν το θεωρώ spoiler) ότι είχαν απομείνει διάφορα τέρατα/κακοί αποδώ κι αποκεί στον κόσμο, και οι στρατοί των καλών της ιστορίας απλά τα σκότωναν μέχρι που, τελικά, δεν έμεινε σχεδόν τίποτα και ησύχασε το μέρος. Και λοιπόν;
Εκείνο που θέλω να πω είναι ότι, γενικά, νομίζω πως έλειπε λίγη περισσότερη προσωπικότητα στα πάντα: από τους βασικούς χαρακτήρες μέχρι το φανταστικό σκηνικό μέχρι τους κακούς που αντιμετωπίζουν. Για το φανταστικό σκηνικό και για τους κακούς μπορώ να εντοπίσω τι φταίει. Για τους βασικούς χαρακτήρες, όπως είπα παραπάνω, δεν μπορώ να το εντοπίσω ακριβώς· μόνο κάποιες υποθέσεις μπορώ να κάνω.
Και τώρα φαίνεται σαν να πήρα ένα φτυάρι και να έθαψα όλο το Omaran Saga. Αλλά δεν είναι έτσι. Το θεωρώ πολύ καλύτερο από πολλά άλλα βιβλία της εποχής του τα οποία έχουν ακουστεί περισσότερο. Το θεωρώ, μάλιστα, πολύ καλύτερο και από πολλά βιβλία φαντασίας της σημερινής εποχής τα οποία έχουν ακουστεί περισσότερο. Ίσως να φταίει που περίμενα να διαβάσω κάτι όπως το The Voidal. Δεν είναι τέτοιο πράγμα. Είναι μια τετραλογία επικής φαντασίας που ξεφεύγει από τα στερεότυπα του είδους και αποτελεί μια ευχάριστα ιδιόρρυθμη και ξεχωριστή αφήγηση. Τα προβλήματα που αναφέρω παραπάνω – τα οποία ίσως και να είναι θέμα προσωπικού γούστου – δεν τα έχω εντοπίσει μόνο στο Omaran Saga αλλά και σε άλλα βιβλία φαντασίας. Απλώς δεν περίμενα να τα συναντήσω και εδώ. Περίμενα κάτι ακόμα καλύτερο ύστερα από τόσες παράξενες και δημιουργικές ιδέες.