Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Περί Γραφής: Πολλοί και Λίγοι Χαρακτήρες Πλήθη κατά περίσταση και κατά προτίμηση
Υπάρχουν ιστορίες με πολλούς χαρακτήρες, και υπάρχουν και ιστορίες με λίγους. Υπάρχουν ιστορίες με μόνο έναν χαρακτήρα, και υπάρχουν και ιστορίες με ολόκληρη στρατιά από χαρακτήρες.
Όταν λέμε χαρακτήρες, εννοούμε, ασφαλώς, πρόσωπα που παίζουν κάποιο ρόλο μέσα στην αφήγηση, από μικρό μέχρι μεγάλο. Πρόσωπα στα οποία δίνεται κάποια σημασία. Αλλιώς δεν θα είχαμε ιστορίες με έναν μόνο χαρακτήρα εκτός από αυτές όπου είναι ένας άνθρωπος μόνος του και περιπλανιέται σε μια ερημιά ή σ’ένα δάσος, ή είναι ναυαγός σε κάποιο νησί και απομονωμένος. Υπάρχουν και τέτοιες ιστορίες, βέβαια, και ορισμένες είναι πολύ καλές· όμως, όταν λέμε ότι μια ιστορία έχει έναν χαρακτήρα, δεν εννοούμε απαραιτήτως αυτό. Εννοούμε ότι στους άλλους δεν δίνεται σχεδόν καμία σημασία. Πολλές φορές δεν αναφέρονται καν τα ονόματά τους, όπως στην Οδύσσεια όπου, σε μεγάλο μέρος της, είναι μόνο ο Οδυσσέας και το πλήρωμα. Επομένως, ουσιαστικά υπάρχει ένας χαρακτήρας: ο Οδυσσέας. Το πλήρωμα είναι αμελητέο ως χαρακτήρες. Δεν έχουν ξεχωριστή προσωπικότητα ο καθένας. Είναι απλά ένα στοιχείο της αφήγησης, σχεδόν σαν φυσικό στοιχείο: μέρος του περιβάλλοντος.
Όταν οι χαρακτήρες παύουν να είναι μέρος του περιβάλλον είναι που αρχίζουμε να τους υπολογίζουμε ως χαρακτήρες, είτε είναι σημαντικοί είτε όχι. Και το ότι κάποιος έχει όνομα μέσα στην ιστορία δεν σημαίνει πως μπορεί να υπολογιστεί και ως κάτι περισσότερο από μέρος του περιβάλλοντος. Αν μια γραμματέας ονομάζεται Ευθαλία Λάμπρου και το μόνο που μαθαίνουμε γι’αυτήν μέσα στην αφήγηση είναι το όνομά της, τότε δεν υπολογίζεται ως χαρακτήρας.
Ως χαρακτήρες υπολογίζονται μόνο όσοι δρουν με κάποιον ενεργό τρόπο, όχι παθητικά. Το να γράψεις ότι ο πρωταγωνιστής σου περνά κάθε πρωί από τον κυρ-Μιχάλη, τον περιπτερά, και αγοράζει τσιγάρα, αυτό δεν σημαίνει πως ο κυρ-Μιχάλης είναι χαρακτήρας της αφήγησης· είναι, απλώς, μέρος του σκηνικού. Δεν υπολογίζεται ως πρόσωπο. Όπως επίσης δεν υπολογίζονται και διάφοροι τυχαίοι περαστικοί που ο πρωταγωνιστής συναντά στον δρόμο, ή ένας ταξιτζής που τον πηγαίνει κάπου, ή μερικοί συνεργάτες του που είναι όπως το πλήρωμα του Οδυσσέα.
Οποιοσδήποτε από αυτούς, όμως, θα μπορούσε να θεωρείται χαρακτήρας της αφήγησης αν του δινόταν όνομα και, κυρίως, κάποιος ρόλος μέσα στην ιστορία, οσοδήποτε μικρός. Δεν χρειάζεται κάποιος να κάνει κάτι σημαντικό για να θεωρείται χαρακτήρας· χρειάζεται μόνο να έχει κάποιο ύφος και μια κάποια δραστηριότητα. Οι συνεργάτες του πρωταγωνιστή μας θα μπορούσαν όλοι να ήταν χαρακτήρες, αντί απλά «οι συνεργάτες», αρκεί να ξέραμε κάτι για τον καθένα που να του δίνει κάποιο ενδιαφέρον.
Αυτό, λοιπόν, εννοώ όταν λέω πως μια ιστορία μπορεί να έχει πολλούς ή λίγους χαρακτήρες. Και ήθελα να το ξεκαθαρίσω από την αρχή. Τα πρόσωπα που είναι μέρος του περιβάλλοντος, μέρος του σκηνικού, δεν μετράνε για χαρακτήρες.
Οποιαδήποτε ιστορία, οσοδήποτε μικρή – εκτός από παράξενες εξαιρέσεις – πρέπει να έχει τουλάχιστον έναν χαρακτήρα. Χωρίς τουλάχιστον έναν χαρακτήρα, δύσκολα γράφεις ιστορία με κάποιο ενδιαφέρον (αν και τίποτα δεν είναι αδύνατον, ούτε πρέπει να το αποκλείεις).
Μια ιστορία μπορεί να έχει, θεωρητικά, άπειρους χαρακτήρες. Και υπάρχουν περιπτώσεις που, στην αγγλική ορολογία τουλάχιστον, λένε πως μια αφήγηση έχει cast of thousands: δηλαδή, χιλιάδες χαρακτήρες, κομπάρσους και μη. Υπερβολή, βέβαια· ποτέ δεν είναι χιλιάδες. Κι εγώ έχω γράψει ιστορίες που κάποιος θα μπορούσε να θεωρήσει πως έχουν ένα cast of thousands. Συνήθως το λένε υπό την αρνητική έννοια: ότι είναι τόσοι πολλοί οι χαρακτήρες που δεν ξέρεις τι σου γίνεται μες στην ιστορία. Δεν συμφωνώ. Το cast of thousands έχει τη δική του μαγεία που δεν μπορεί να συγκριθεί με τίποτα. Γιατί, άλλο είναι να λες «το πλήρωμα» και άλλο να έχεις όνομα και προσωπικότητα για τον καθένα του πληρώματος.
Για το αν είναι καλύτερο μια ιστορία να έχει περισσότερους ή λιγότερους χαρακτήρες, θα έλεγα ότι το θέμα είναι καθαρά υποκειμενικό, και εξαρτάται από δύο παράγοντες: το προσωπικό γούστο (του συγγραφέα ή του αναγνώστη) και το τι κρίνει ο συγγραφέας πως πραγματικά χρειάζεται η ιστορία που γράφει.
Την ιστορία που γράφεις πρέπει να την αφουγκράζεσαι. Η ίδια θα σου πει αν θέλει περισσότερους ή λιγότερους χαρακτήρες. Αλλά είναι, βέβαια, και θέμα αρεσκείας. (Προσωπικά κλίνω συνήθως προς τους περισσότερους χαρακτήρες, αν και έχω γράψει και διηγήματα όπου είναι μόνο ένας.)
Υπάρχουν ιστορίες που μοιάζει ανούσιο να τις αφηγηθείς με μόνο έναν χαρακτήρα, γιατί δεν είναι προσωπικές υποθέσεις. Και, αντιστρόφως, υπάρχουν άλλες ιστορίες που μοιάζει ανούσιο να βάζεις διάφορους χαρακτήρες μέσα στην αφήγηση αφού είναι προσωπικές υποθέσεις που αφορούν ένα και μόνο άτομο: ή δύο, ή τρία. Αλλά όχι πολλά.
Αυτό δεν έχει να κάνει με το είδος της οπτικής γωνίας που χρησιμοποιείς. Μπορεί να γράψεις μια ιστορία σε πρώτο πρόσωπο και να έχεις πάρα πολλούς χαρακτήρες. Ναι, υπάρχει ένας και μόνο αφηγητής – προφανώς – αλλά μέσα από αυτόν έχουμε τη δυνατότητα να μαθαίνουμε για τις ζωές ακόμα και δεκάδων άλλων. Το ίδιο ισχύει αν γράφεις σε τρίτο πρόσωπο αλλά εστιάζεσαι στις αισθήσεις και στις σκέψεις μόνο ενός χαρακτήρα. Και υπάρχει και το ανάποδο, βέβαια: Μπορεί να γράφεις σε μια τελείως ανοιχτή οπτική γωνία τρίτου προσώπου αλλά πάλι να έχεις μόνο έναν ή δύο χαρακτήρες και όλα τα άλλα πρόσωπα να είναι σαν μέρη του σκηνικού.
Η απόφαση σχετικά με το πόσους χαρακτήρες θα περιλαμβάνει μια ιστορία δεν έχει να κάνει με την οπτική γωνία που χρησιμοποιείς. Έχει να κάνει μόνο με την ίδια την ιστορία και το γούστο σου.
Επίσης, έχει να κάνει με κάποιες αποφάσεις που μπορεί να θέλεις να πάρεις βάσει των πλεονεκτημάτων και των μειονεκτημάτων της κάθε περίπτωσης.
Όταν χρησιμοποιείς λιγότερους χαρακτήρες – ακόμα και έναν μόνο – το βασικό πλεονέκτημα είναι η εστίαση σε αυτούς. Αν τους συμπαθήσουμε, αρχίζουμε να αισθανόμαστε περισσότερο κοντά τους, να τους καταλαβαίνουμε. Να μας είναι πιο οικείοι. Ακόμα κι αν δεν τους συμπαθήσουμε θα μας είναι, υποχρεωτικά, πιο οικείοι, αφού συνέχεια για εκείνους διαβάζουμε και τα πάντα φαίνεται να περιστρέφονται γύρω τους σαν να είναι το κέντρο του κόσμου.
Αυτό, ωστόσο, μπορεί να αποτελέσει και μειονέκτημα: δηλαδή, να δίνει την εντύπωση ότι η ιστορία είναι στημένη, ότι τίποτα από όσα διαβάζουμε δεν είναι πραγματικά, ότι είναι κάτι σαν θεατρική παράσταση. Πράγμα το οποίο, εν τέλει, έχει αρνητικό αποτέλεσμα, γιατί οι ιστορίες που μας αρέσουν είναι εκείνες που νιώθουμε ως ζωντανές. Το να διαβάζεις για έναν χαρακτήρα που περιφέρεται μέσα σ’ένα σκηνικό όλο «σκιές» δεν έχει και μεγάλο ενδιαφέρον – εκτός αν υπάρχει συγκεκριμένος λόγος γι’αυτό.
Από την άλλη, το να έχεις λίγους χαρακτήρες μειώνει την πολυπλοκότητα της ιστορίας και ο αναγνώστης – ή ακόμα και ο συγγραφέας! – μπορεί να την παρακολουθήσει πιο εύκολα αντί να παθαίνει σύγχυση κάθε τόσο σχετικά με το ποιος είναι ποιος.
Τα πλεονεκτήματα τού να έχεις πολλούς χαρακτήρες μέσα σε μια ιστορία είναι ακριβώς τα ανάποδα από όσα αναφέρω παραπάνω. Με πολλούς χαρακτήρες, η ιστορία μοιάζει πιο ζωντανή. Θυμίζει την πολυπλοκότητα της πραγματικότητας. Δεν είναι πια ένα σκηνικό μέσα στο οποίο κινούνται ένας, δύο, ή τρεις άνθρωποι· είναι ένας ολόκληρος κόσμος μέσα στον οποίο ζουν αμέτρητοι άνθρωποι. Φυσικά, δεν θα είναι όλοι αυτοί οι «αμέτρητοι άνθρωποι» και χαρακτήρες της ιστορίας· όμως, όταν μια ιστορία περιλαμβάνει πολλούς που δραστηριοποιούνται έστω και λίγο, αρχίζει να δίνει αυτή την αίσθηση ζωντάνιας (και στον αναγνώστη και στον συγγραφέα) που αλλιώς είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί.
Το βασικό μειονέκτημα των πολλών χαρακτήρων είναι η πολυπλοκότητα. Το να θυμάσαι ποιος είναι ποιος, όπως αναφέρω και παραπάνω. Επίσης, ίσως θα πρέπει να έχεις το νου σου, ως συγγραφέας, για το πού σε οδηγούν αυτοί οι χαρακτήρες. Ο κάθε χαρακτήρας μέσα σε μια αφήγηση, ειδικά αν τον βλέπεις ως ζωντανή οντότητα, έχει και τους δικούς του σκοπούς. Είναι δυνατόν να γράψεις μια ιστορία για τον καθένα από τους ενεργούς χαρακτήρες; Και χωρίς αυτό να υπονομεύει την κεντρική αφήγηση; Συνήθως, όχι, δεν είναι δυνατόν. Οπότε, χρειάζεται κάποια προσοχή στον χειρισμό των χαρακτήρων, ειδικά όσο περισσότεροι προστίθενται στην αφήγηση. Γιατί, αλλιώς, από εκεί που διαβάζουμε για την αναζήτηση του Χαμένου Σκήπτρου των Τριών Θαλασσών, μπορεί να καταλήξουμε να διαβάζουμε για τις ερωτικές περιπέτειες της δούκισσας κάποιες εξωτικής νήσου. Φυσικά, μπορούν να συμπεριληφθούν πολλά και διάφορα σε μια μεγάλη ιστορία – αυτή είναι και η μαγεία της – αλλά πάντα θα πρέπει να δίνεται το περισσότερο βάρος στην κεντρική πλοκή, αλλιώς καταλήγεις να διαβάζεις σκόρπιες ιστορίες. Και, εκτός αν ο σκοπός του συγγραφέα είναι να γράψει κάτι τέτοιο, καλύτερα θα ήταν να προσπαθήσει να το αποφύγει.
(ΣημείωσηΣημείωση για τα Περί Γραφής
Αν είσαι φυσιολογικός αναγνώστης δε χρειάζεται να
διαβάσεις αυτό το κομμάτι. Αν είσαι από εκείνους που θα σκεφτούν
«Και ποιος νομίζει ότι είναι αυτός που θα μιλήσει για τη συγγραφή;»,
ή «Πολύ σπουδαίος δεν την έχει δει για να μας λέει πώς θα
γράφουμε;», ή κάτι παρόμοια κολακευτικό για το άτομό μου, τότε είσαι
το Πράσινο Ανθρωπάκι, και μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις.
Αγαπητό Πράσινο Ανθρωπάκι,
Στα Περί Γραφής
μιλάω για ορισμένες από τις συγγραφικές μου εμπειρίες, και δίνω
κάποιες συμβουλές ή κατευθυντήριες γραμμές για νέους (όχι,
απαραιτήτως, ηλικιακά) συγγραφείς. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από
αυτό: εμπειρίες, σκέψεις, συμπεράσματα. Το διαβάζεις, κι αν
πιστεύεις ότι σου λέει κάτι ενδιαφέρον, έχει καλώς· αν πιστεύεις ότι
δε σ'ενδιαφέρει, ή αν διαφωνείς κάθετα, το αγνοείς. Τουλάχιστον,
αυτό κάνω εγώ όταν διαβάζω παρόμοια άρθρα: αν θεωρώ ότι λέει κάτι
ενδιαφέρον, το διαβάζω με ευχαρίστηση· αν θεωρώ ότι δεν με
ενδιαφέρει, το αγνοώ.
Να το έχεις αυτό υπόψη σου όταν διαβάζεις τα
Περί Γραφής. Δεν είναι δεσμευτικά, ούτε κανένας νόμος· είναι,
απλώς, μερικές σκέψεις, γνώμες, και εμπειρίες μου.
για τα Περί Γραφής.)