Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Περί Γραφής: Συγγραφικές Μεταμορφώσεις Αλλαγές μέσα στον χρόνο
Ξεκίνησα να γράφω από τότε που ήμουν μικρός. Όταν ήμουν πολύ μικρός, απλά ζωγράφιζα σκίτσα και έγραφα λόγια από κάτω ή μέσα τους. Κόμιξ, δηλαδή. Αλλά άθλια κόμιξ. Από τα δέκα περίπου, άρχισα να γράφω λογοτεχνία. Ιστορίες χωρίς εικόνες. Τι να τις κάνεις τις εικόνες, όταν μπορείς να τις έχεις στο μυαλό σου; Επιπλέον, αν και πιάνει το χέρι μου από ζωγραφική, ποτέ δεν είχα την υπομονή να ασχοληθώ αρκετά ώστε να εξελιχτώ σαυτό. Αρχίζω και βαριέμαι όταν κάνω κάτι που μου φαίνεται στατικό. Οι ιστορίες πάντα κινούνται· οι εικόνες είναι ακίνητες.
Καθόμουν, οπότε, και έγραφα ιστορίες στο χαρτί με στυλό. Όταν άκουσα ότι υπάρχει ένα υπέροχο εργαλείο που ονομάζεται γραφομηχανή, πανικοβλήθηκα γιατί μου φαινόταν δύσκολο να βάλεις τα γράμματα να αποτυπώνονται στρωτά πάνω στο χαρτί· κι επίσης έπρεπε να προσέχεις πολύ τα ορθογραφικά λάθη. Αλλά εξαιτίας της γραφομηχανής, και του ότι έγραφα συνέχεια, έμαθα ορθογραφία. Αλλιώς ακόμα δεν θα ήξερα να γράψω το όνομά μου (Κόστας Βουλαζαίροις, έτσι;). Η γραφομηχανή σε βοηθά να μάθεις να γράφεις σωστά, γιατί σου δίνει την εντύπωση πως είναι σημαντικό,
μόνιμο, αυτό που αποτυπώνεται στο χαρτί· ενώ όταν γράφεις με στυλό δεν έχεις την ίδια εντύπωση ή, τουλάχιστον, εγώ δεν την είχα: δεν μου φαινόταν το ίδιο σοβαρή διαδικασία. Έγραφα, λοιπόν, με στυλό και μετά τα περνούσα στη γραφομηχανή, και εκεί έκανα την πιο προσεχτική δουλειά. Πρώτα ήταν η αχαλίνωτη έμπνευση, ύστερα το χτένισμα του λόγου.
Έγραψα ένα βιβλίο έτσι. Έγραψα άλλο ένα. Έγραψα άλλο ένα. Έγραψα αρκετά, τέλος πάντων (όχι, δεν υπάρχουν στο διαδίκτυο για να τα δεις· δεν ήταν της προκοπής), και μετά γύρισα και τα κοίταξα. Και πρόσεξα κάτι που με προβλημάτισε. Το τρίτο βιβλίο ήταν καλύτερο από το δεύτερο. Και το δεύτερο ήταν καλύτερο από το πρώτο. Δεν υπήρχε αμφιβολία, δεν ήταν υποκειμενικό. Η γραφή ήταν καλύτερη, η ιστορία ήταν καλύτερα δομημένη. Αλλά τα τρία βιβλία ήταν το ένα συνέχεια του άλλου.
Τραγωδία! Πώς είναι δυνατόν, αναρωτιόμουν, να υπάρχει τέτοια αλλαγή στην ποιότητα μέσα στην ίδια, ουσιαστικά, ιστορία; Κάτι δεν μου ταίριαζε. Λογικά, μια συνεχόμενη ιστορία πρέπει ολόκληρη να είναι γραμμένη στο ίδιο ποιοτικό επίπεδο, σωστά;
Λάθος. Αλλά δεν το καταλάβαινα τότε. Και σκεφτόμουν ότι, αφού το πρώτο βιβλίο δεν είναι αρκετά καλό, αυτό σημαίνει πως ολόκληρη η ιστορία δεν είναι καλή.
Και νομίζω πως αυτή είναι μια παγίδα όπου μπορεί να πέσουν αρκετοί συγγραφείς. Δηλαδή, βλέποντας ότι κάτι που έγραψες παλιότερα δεν είναι και τόσο καλό (ό,τι κι αν σημαίνει αυτό), απογοητεύεσαι και σχετικά με τα επόμενα. Ή απογοητεύεσαι με τη συγγραφική σου ικανότητα, αν είσαι από εκείνους που δεν γράφουν πολλά πράγματα. (Εγώ είμαι από εκείνος που γράφουν συνέχεια, οπότε απλά με απασχολούσε η ακολουθία του ενός έργου μετά το άλλο.)
Αυτό είναι τελείως λάθος ως αντίληψη, γιατί ποτέ κανένας συγγραφέας δεν παύει να εξελίσσεται ή απλά να αλλάζει. Τα βιβλία που γράφεις δεν είναι δυνατόν να είναι «στο ίδιο επίπεδο», ούτε να έχουν ακριβώς το ίδιο ύφος. Όταν γυρίσεις να κοιτάξεις τα παλιά σου, πάντα θα παρατηρήσεις διαφορές, πράγματα που θα σε κάνουν να απορήσεις με το πώς σου ήρθε τότε να το γράψεις έτσι.
Φυσική αντίδραση είναι. Συμβαίνει στους πάντες. Τις διαφορές μπορείς, μάλιστα, να τις παρατηρήσεις και σε πολύ γνωστούς συγγραφείς. Πιάσε τα βιβλία του
A Song of Ice and Fire, αν τα έχεις εύκαιρα. Δες πώς είναι γραμμένο το πρώτο, το
A Game of Thrones. Δες μετά πώς είναι γραμμένο το δεύτερο, το A Clash of Kings, και το τρίτο, το
A Storm of Swords, και τα επόμενα. Υπάρχουν τεράστιες διαφορές, αν ξέρεις για τι να ψάξεις. Το πρώτο βιβλίο δεν είναι το ίδιο πράγμα με το δεύτερο· στο δεύτερο, το ύφος είναι πολύ πιο
γεμάτο, κατά πρώτον, έχει περισσότερα λόγια. Και στο τρίτο βιβλίο έχει ακόμα περισσότερα λόγια. Στα επόμενα βιβλία, πέρα από την ακατάσχετη πολυλογία, η πλοκή είναι και πιο στατική. Σύγκρινε πόσα πράγματα συμβαίνουν μέσα στις σελίδες του πρώτου βιβλίου και πόσα συμβαίνουν μέσα στις πολύ περισσότερες σελίδες του πέμπτου. Μιλάμε για
καμία σχέση.
Κάτι έχει αλλάξει. Έχει ο GRR Martin γίνει καλύτερος; Έχει γίνει χειρότερος; Η κριτική των βιβλίων δεν έχει σημασία αυτή τη στιγμή. Σημασία έχει πως υπάρχουν όντως διαφορές. Είναι φυσικό, ειδικά αν σκεφτείς πόσος καιρός περνά μέχρι να γράψει κάθε βιβλίο.
Οι διαφορές που παρατηρούσα, όταν ήμουν μικρός, ανάμεσα στα βιβλία μου δεν θα έπρεπε να με έχουν ανησυχήσει καθόλου. Βασικά, θα έπρεπε να είχα ανησυχήσει αν
δεν παρατηρούσα εξέλιξη. Αλλά τότε δεν το ήξερα. Και κάπου έχασα τον δρόμο μου, προσπαθώντας να γράψω ιστορίες που δεν είναι άμεσα συνδεδεμένες η μία με την άλλη, ώστε η συνέχεια να μην διαταράσσεται από τις αλλαγές στον τρόπο γραφής. Αυτό αποδείχτηκε να είναι τεράστιο λάθος, γιατί άρχισα να γράφω μικρά διηγήματα ενώ στην πραγματικότητα, εκείνη την περίοδο της ζωής μου, ήθελε να γράψω μυθιστορήματα, ιστορίες που συνεχίζονται. Εκείνα τα διηγήματα ήταν φριχτά, όχι τόσο από άποψη γραφής όσο από άποψη πλοκής, και γενικά τού πώς είναι στημένη η ιστορία, οι χαρακτήρες, και ο κόσμος γύρω τους.
Η αλλαγή στον τρόπο που γράφεις δεν είναι κάτι που πρέπει να σε προβληματίζει καθόλου.
Χρειάζεται, και είναι απόλυτα φυσιολογική. Επειδή κάτι που γράφεις σήμερα πιστεύεις ότι είναι καλύτερο από κάτι που έγραψες χτες, αυτό δεν πάει να πει ότι και το χτεσινό γράψιμο είναι κακό. Μπορεί, μάλιστα, σε κάποιους να αρέσει περισσότερο από όσα γράφεις τώρα. (Για παράδειγμα, εγώ προτιμώ πολύ περισσότερο τα πρώτα βιβλία του
A Song of Ice and Fire από αυτά που γράφει τώρα ο Martin. Τα τελευταία απλά δεν μου φαίνεται να έχουν το ίδιο ενδιαφέρον.)
Ακόμα και σήμερα, όταν κοιτάζω πίσω, προς το πρόσφατο παρελθόν, παραξενεύομαι ορισμένες φορές με το πώς είχα τότε γράψει κάτι. Αν κοιτάξω ένα από τα πρώτα βιβλία του
Θρυμματισμένου Σύμπαντος, για παράδειγμα όπως
Ο Διαιρεμένος Θεός ή Οι Υπέρμαχοι του Γαλανού Φωτός μπορεί να το πάθω αυτό. Μπορεί να σκεφτώ ότι τώρα ένα συγκεκριμένο πράγμα δεν θα το έγραφα έτσι.
Αλλά επίσης, κοιτάζοντας προς το παρελθόν, αν και βλέπω διάφορα που θα τα έγραφα διαφορετικά σήμερα, παραξενεύομαι ευχάριστα με κάποια άλλα πράγματα. Γυρίζω και διαβάζω κομμάτια από τα πρώτα βιβλία της σειρά
Άρμπεναρκ: Η Επιστροφή των Θεών και κάποιες φορές σκέφτομαι ότι είναι καλύτερα γραμμένα από,τι νόμιζα. Φυσικά, έχουν τις ατέλειές τους για μένα, πράγματα που σήμερα θα τα έγραφα διαφορετικά· αλλά είναι και ορισμένα κομμάτια που τα βλέπω και λέω:
Κοίτα να δεις. Ήμουν τότε δεκαεφτά, δεκαοχτώ χρονών και έγραφα έτσι; Αυτό δεν είναι καθόλου άσχημο! Θα με διάβαζα άνετα.
Όταν κοιτάξεις τα προηγούμενα που έχεις γράψει μένα βλέμμα αντικειμενικό, σαν εξωτερικός παρατηρητής του εαυτού σου, βλέπεις και τα καλά και τα κακά. Οι συγγραφείς έχουμε συνήθως την τάση, διαβάζοντας τα προηγούμενα κείμενά μας, να βλέπουμε περισσότερο τα κακά και λιγότερο τα καλά. Δεν είναι αρνητικό αυτό είναι η κριτική σκέψη, που σε ωθεί να καλυτερεύεις αλλά δεν πρέπει να το αφήνεις να σε απογοητεύει ή να σε εκτρέπει από την πορεία σου.
Προσωπικά, θεωρώ ότι βρήκα τον πραγματικό δρόμο μου με τη συγγραφή από τότε που ξεκίνησα να γράφω την
Επιστροφή των Θεών, αφήνοντας τον λάθος δρόμο των σκόρπιων διηγημάτων που είχα ακολουθήσει λίγο πιο πριν. Πολύ απλά αυτός ο δρόμος δεν ήταν για μένα σεκείνη την περίοδο της ζωής μου. Κι ακόμα και σήμερα δεν είναι. Μπορεί να γράφω κανένα διήγημα κάπου-κάπου, αλλά πάντα θέλω να έχω και κάτι μεγαλύτερο. Το μυθιστόρημα είναι κάτι το ζωντανό· έχει μια δική του ζωή, την οποία το διήγημα ποτέ δεν μπορεί να έχει. Είναι ζήτημα έκτασης, καθαρά.
Αλλά το βασικό θέμα αυτού του άρθρου δεν είναι η σύγκριση μυθιστορήματος-διηγήματος· είναι η εξέλιξη της γραφής. Η γραφή δεν είναι ποτέ στατική.
Πιάσε, έναν-έναν, όλους τους αγαπημένους σου συγγραφείς και θα το διαπιστώσεις αυτό. Θα το διαπιστώσεις, ίσως, πιο έντονα στις σειρές, εκεί όπου το ένα βιβλίο ακολουθεί το άλλο εξελίσσοντας μια συνεχόμενη ιστορία. Πήγαινε και σύγκρινε το πρώτο βιβλίο με το τρίτο ή με το τέταρτο, και θα δεις αξιοσημείωτες διαφορές.
Υπάρχουν δύο στάδια τέτοιας συγγραφικής μεταμόρφωσης, νομίζω.
Το πρώτο στάδια είναι όταν ακόμα ο συγγραφέας μαθαίνει την τέχνη του. Εκεί φαίνεται ξεκάθαρα ότι το δεύτερο βιβλίο του είναι καλύτερο από το πρώτο από άποψη τεχνικής: οι προτάσεις καλύτερα δομημένες, οι χαρακτήρες και ο κόσμος πιο πειστικοί και αληθοφανείς.
Το δεύτερο στάδιο είναι όταν ο συγγραφέας απλά αλλάζει. Δεν μπορείς να πεις ακριβώς αν βελτιώνεται ή αν χειροτερεύει, αλλά σίγουρα υπάρχει κάποια διαφορά που ίσως να είναι θέμα νοοτροπίας, του πώς σκέφτεται καθώς τα χρόνια περνάνε. Βέβαια, πάντα ένας συγγραφέας συνεχίζει να μαθαίνει, αλλά τώρα πλέον τα βασικά τα έχει μάθει, έχει αποκρυσταλλώσει. Τα πράγματα που ανακαλύπτει δεν του φαίνονται κοσμοϊστορικά, όπως στην αρχή που έγραφε· του φαίνονται σαν την ανακάλυψη ενός μυστικού θαλάμου μέσα σένα παλάτι των θαυμάτων, όχι σαν τη βασική χαρτογράφηση του ίδιου του παλατιού.
Είναι αρκετά σημαντικό να μπορείς να το ξεχωρίσεις αυτό και στον εαυτό σου: ποιο είναι το σημείο που έπαψες να μαθαίνεις και άρχισες να εξερευνείς για μυστικούς θαλάμους. Δηλαδή, πότε πέρασες από το πρώτο στάδιο της συγγραφικής μεταμόρφωσης στο δεύτερο. Το πρώτο στάδιο είναι πεπερασμένου χρόνου κάποτε τελειώνει. Το δεύτερο στάδιο είναι απείρου χρόνου ποτέ δεν τελειώνει κι αυτή είναι η μαγεία του.
(ΣημείωσηΣημείωση για τα Περί Γραφής Αν είσαι φυσιολογικός αναγνώστης δε χρειάζεται να διαβάσεις αυτό το κομμάτι. Αν είσαι από εκείνους που θα σκεφτούν «Και ποιος νομίζει ότι είναι αυτός που θα μιλήσει για τη συγγραφή;», ή «Πολύ σπουδαίος δεν την έχει δει για να μας λέει πώς θα γράφουμε;», ή κάτι παρόμοια κολακευτικό για το άτομό μου, τότε είσαι το Πράσινο Ανθρωπάκι, και μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις. Αγαπητό Πράσινο Ανθρωπάκι, Στα Περί Γραφής μιλάω για ορισμένες από τις συγγραφικές μου εμπειρίες, και δίνω κάποιες συμβουλές ή κατευθυντήριες γραμμές για νέους (όχι, απαραιτήτως, ηλικιακά) συγγραφείς. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από αυτό: εμπειρίες, σκέψεις, συμπεράσματα. Το διαβάζεις, κι αν πιστεύεις ότι σου λέει κάτι ενδιαφέρον, έχει καλώς· αν πιστεύεις ότι δε σ'ενδιαφέρει, ή αν διαφωνείς κάθετα, το αγνοείς. Τουλάχιστον, αυτό κάνω εγώ όταν διαβάζω παρόμοια άρθρα: αν θεωρώ ότι λέει κάτι ενδιαφέρον, το διαβάζω με ευχαρίστηση· αν θεωρώ ότι δεν με ενδιαφέρει, το αγνοώ. Να το έχεις αυτό υπόψη σου όταν διαβάζεις τα Περί Γραφής. Δεν είναι δεσμευτικά, ούτε κανένας νόμος· είναι, απλώς, μερικές σκέψεις, γνώμες, και εμπειρίες μου. για τα Περί Γραφής.)