Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Περί Γραφής: Η Αργκό στη Λογοτεχνία Φτιάχνοντας τη δική σου αργκό, και προσαρμόζοντας σε φανταστικούς κόσμους την ήδη υπάρχουσα
Στη φανταστική λογοτεχνία, αλλά και σε διάφορες περιπετειώδεις αφηγήσεις, έχουμε χαρακτήρες που προέρχονται ή και δρουν στο περιθώριο ή μέσα σε πλαίσια που δεν συμβαδίζουν με τη συμβατική κοινωνία του κόσμου τους, ή μπορεί να θεωρηθούν παράνομα ή εγκληματικά. Ή έχουμε χαρακτήρες που περιφέρονται σε περιοχές όπου δεν κυκλοφορεί και ο καλύτερος κόσμος.
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι άνθρωποι μιλάνε λίγο διαφορετικά απ’ό,τι σε άλλα μέρη της κοινωνίας. Χρησιμοποιούν αργκό σε πολλές εκφράσεις τους. Αλλά αρκετές φορές οι συγγραφείς το αγνοούν αυτό, νομίζοντας ότι, επειδή γράφεις, πρέπει να είσαι πιο «επίσημος». Ή ίσως να μην περνά καν από το μυαλό τους. Δεδομένου ότι οι περισσότεροι συγγραφείς είναι απλοί μικροαστοί, ζουν κυρίως μέσα στα πλαίσια της συμβατικής κοινωνίας, οπότε δεν χρησιμοποιούν αργκό, άρα ούτε οι χαρακτήρες στα βιβλία τους χρησιμοποιούν αργκό ακόμα κι αν κυκλοφορούν σε λιμάνια μαζί με αλήτες.
Αυτό δεν είναι και τόσο ρεαλιστικό, οποιαδήποτε έννοια κι αν θέλεις να δώσεις στο «ρεαλιστικό» – και εδώ τού δίνω την έννοια του
πιστευτού, του αληθοφανούς. Του να φτιάχνεις ένα σκηνικό γύρω από τους λογοτεχνικούς χαρακτήρες το οποίο να μοιάζει ότι θα μπορούσε να ήταν πραγματικό, όχι κάτι που φαίνεται στημένο.
Και το να βάζεις αλήτες να μιλάνε σαν καθημερινοί συμβατικοί πολίτες μοιάζει στημένο.
Επομένως, χρειάζεσαι λίγη, ή πολλή, αργκό στο κείμενο. Οι χαρακτήρες πρέπει να μιλάμε με αργκό μέσα στις φράσεις τους, και πρέπει και να σκέφτονται με λίγη αργκό τουλάχιστον, αν γράφεις τις σκέψεις τους.
Απαιτείται ισορροπία, βέβαια, ώστε να μην είναι τα πάντα στην αργκό, έτσι ώστε να μοιάζουν με μια μυστηριώδη διάλεκτο την οποία κανείς δεν καταλαβαίνει. Εκτός αν το κάνεις εσκεμμένα για κάποιο λόγο.
Όμως ακόμα και στην πραγματικότητα δεν νομίζω πως αυτοί που χρησιμοποιούν αργκό μιλάνε
μόνο στην αργκό· απλά η αργκό συμπληρώνει τα λόγια τους. Και, κυρίως, είναι ένας κώδικας επικοινωνίας. Η αργκό χρησιμοποιείται γιατί βγάζει νόημα μεταξύ αυτών που τη χρησιμοποιούν, όχι για εντυπωσιασμό. Όταν κάποιος λέει «Τον πήραμε», καταλαβαίνουν όλοι τι εννοεί, όπως και όταν λέει για μια γυναίκα ότι είναι «ευγάμητη». Και, ναι, το ξέρω ότι αυτές οι φράσεις δεν είναι καθόλου ευγενικές, αλλά η αργκό σπάνια είναι ευγενική. Ή, αν είναι, έχει τη δική της αισθητική για την ευγένεια.
Ας δούμε και τι ορισμό δίνουν για την αργκό δύο λεξικά: το Μείζον Τεγόπουλου-Φυτράκη, και το
Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Μπαμπινιώτη.
Σύμφωνα με το πρώτο:
αργκό: [<γαλλ. argot] (η) άκλ. συνθηματική γλώσσα των αλητών, των κακοποιών και γενικά του υποκόσμου | μορφή συνθηματικής γλώσσας που χρησιμοποιεί μια ιδιαίτερη κοινωνική ομάδα ή τάξη:
αργκό των εφήβων - αργκό των στρατιωτών
Σύμφωνα με το δεύτερο:
αργκό (η) {άκλ.} ελλην. συνθηματική γλώσσα· κάθε συνθηματική γλώσσα που χρησιμοποιείται από κοινωνικές ομάδες και διαφοροποιείται από την κοινώς αποδεκτή και καθιερωμένη γλώσσα, κυρ. σε επίπεδο λεξιλογίου:
η ~ τού υποκόσμου | των νέων | των στρατιωτών. ΣΧΟΛΙΟ λ. διάλεκτος.
[ΕΤΥΜ < γαλλ. argot < παλαιότ. argoter «επαιτώ, ζητιανεύω», αγν. ετύµου. Η σηµ. «ιδίωµα των περιθωριακών και αγυρτών» παραδίδεται στη Γαλλική από το 1690, οπότε η λ. παρασυνδέθηκε µε το παλ. γαλλ. hargoter «λογοµαχώ». Η παλαιότερη Γαλλική χρησιµοποιούσε ήδη την ηχοµιµητ. λ. jargon (αρχική σηµ. «γλώσσα των πουλιών»)].
Επίσης, ο Μπαμπινιώτης δίνει κι άλλες εξηγήσεις για την αγκό, μέσα σε ένα πλαίσιο της σελίδας:
αργκό: συνθηματική γλώσσα. Αργκό (argot) ή σλανγκ (slang) είναι οι όροι που χρησιµοποιούν οι ξένοι, για να χαρακτηρίσουν κάθε µορφής φτειαχτό ιδίωµα, εν χρήσει από διάφορες κοινωνικές οµάδες υπό µορφήν «κώδικα συνεννοήσεως» τής οµάδας, o ελληνικός όρος είναι συνθηµατική γλώσσα (ή συνθηµατικό ιδίωµα ή συνθηµατικός κώδικας). Χαρακτηριστικά τέτοιων µορφών επικοινωνίας είναι η ελευθεριάζουσα γλώσσα, που παρεκκλίνει από τον κώδικα τής κοινής γλώσσας, καταφεύγοντας σε ευρεία χρήση µεταφορών, εκφραστικών και πεποιηµένων (φτειαχτών) λέξεων, κατεξοχήν νεολογισµών, µε περιορισµένη συµβατικότητα στη χρήση τους και γι' αυτό εφήµερων και παροδικών εν πολλοίς γλωσσικών κατασκευών. Μορφές συνθηµατικής γλώσσας χρησιµοποιούνται από πολλά είδη κοινωνικών οµάδων, που χρειάζονται αυτού τού είδους την ιδιαίτερη συνεννόηση, για να εντυπωσιάσουν, να διαµαρτυρηθούν, να συγκαλύψουν ή και να κρυφτούν. Έτσι, ξεχωριστά συνθηµατικά ιδιώµατα χρησιµοποιούν οι νέοι, οι στρατιώτες, οι διανοούµενοι, οι µαστόροι (παλαιότερα) και διάφορες περιθωριακές οµάδες (κακοποιοί, πόρνες, τοξικοµανείς, οµοφυλόφιλοι κ.ά.). Κοινός στόχος όλων η ιδιαίτερη – µη προσιτή σε όλους – ή και κρυφή, µυστική συνεννόηση.
Το ερώτημα είναι πώς τα χρησιμοποιείς αυτά μέσα σε μια λογοτεχνική ιστορία, και, κυρίως, σε μια λογοτεχνική ιστορία
φαντασίας.
Παλιότερα, είχα γράψει ένα παρόμοιο άρθρο για τις βρισιές. Ίσως
να θέλετε να του ρίξετε μια ματιά. Είναι παρεμφερές, αλλά όχι ίδιο. Η αργκό δεν είναι υβριστική, όχι απαραίτητα. Δεν είναι κατάρες· μπορεί να είναι ένας ολόκληρος κώδικας επικοινωνίας για μια συγκεκριμένη μερίδα ανθρώπων.
*
Τρόποι Χρήσης
Κατά πρώτον, κάποιες εκφράσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν ακριβώς όπως και στα ελληνικά, ακόμα κι αν γράφεις ιστορίες που διαδραματίζονται σε φανταστικούς κόσμους. Εξάλλου, σε τέτοιες περιπτώσεις, τα πάντα που γράφεις υποτίθεται ότι είναι μετάφραση. Στον φανταστικό κόσμο σου προφανώς
δεν μιλάνε ελληνικά· μιλάνε κάποια άλλη γλώσσα. Εσύ απλά αποδίδεις αυτή την άλλη γλώσσα όσο καλύτερα μπορείς. Το ίδιο κάνεις και για την αργκό.
Για παράδειγμα, θα μπορούσες να χρησιμοποιήσεις τη λέξη «μπουνταλάς». Έτσι κι αλλιώς, κάτι παρεμφερές θα υπάρχει και στη γλώσσα του φανταστικού κόσμου. Αν θέλεις, βέβαια. Αν
δεν θέλεις κάτι να μπορεί να χρησιμοποιηθεί, τότε δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Για παράδειγμα, ίσως να μη θέλεις το «γαμάτος» να χρησιμοποιείται όπως το χρησιμοποιούμε σήμερα. Μπορεί να θεωρείς ότι τέτοιο πράγμα δεν βγάζει νόημα στον κόσμο σου. Οπότε, απλά το αγνοείς. Το ίδιο μπορεί να πιστεύεις και για το «στόκος» (υπό την έννοια του
χαζός). Αλλά μπορεί να θεωρείς ότι το «βούρλο» (υπό την έννοια του χαζός, επίσης) χρησιμοποιείται, όπως και η «μπάζα»· όμως όχι ο «αραχτός». Είναι δικό σου θέμα πώς θα τα ορίσεις. Ωστόσο, θα πρέπει να προσέξεις να υπάρχει
συνέπεια στην αργκό. Αν έχεις αποφασίσει ότι κάτι χρησιμοποιείται, τότε πρέπει να το χρησιμοποιείς, όχι να το αγνοείς. Κι αν έχεις αποφασίσει ότι κάτι δεν χρησιμοποιείται, τότε δεν πρέπει να το χρησιμοποιείς σε
καμία περίπτωση. Διαφορετικά, η φανταστική αργκό σου χάνει την αληθοφάνειά της.
Ένα άλλο θέμα είναι τα πράγματα που είναι πολύ φανερό ότι αποκλείεται να υπήρχαν σε κάποιον φανταστικό κόσμο που δεν έχει σχέση με την Ελλάδα. Για παράδειγμα, όλα όσα αφορούν τη χριστιανική θρησκεία. Μη γράψεις ότι κάποιος λέει «Θ’αρχίσω να κατεβάζω καντήλια», ή «Θα ρίξω χριστοπαναγίες». Είναι τραγελαφικό σ’ένα φανταστικό σκηνικό που δεν υπάρχουν «χριστοπαναγίες». Το ίδιο ισχύει και για διάφορα εθνικά «κοπλιμέντα», όπως «Κάνω τον Κινέζο». Πολύ απλά, σ’ένα φανταστικό σκηνικό όπου δεν υπάρχουν Κινέζοι δεν μπορείς να γράψεις ότι κάποιοι μυθιστορηματικοί ήρωες έκαναν τους Κινέζους στους φρουρούς της πόλης για να τους αφήσουν να περάσουν. Ή πρέπει να πεις ότι έκαναν τους ανήξερους, ή να φτιάξεις μια δική σου παρόμοια φράση.
Αν θέλεις να βρεις διάφορες λέξεις και φράσεις της αργκό, μπορείς να αγοράσεις λεξικά γι’αυτό το θέμα, αλλά και να ανατρέξεις σε ιστοσελίδες όπως
αυτήν και
αυτήν.
Αλλά, αν γράφεις ιστορίες που διαδραματίζονται σε φανταστικούς κόσμους, ή ακόμα και σε παραλλαγές του δικού μας κόσμου, καλό θα ήταν να φτιάξεις και μερικές φράσεις ή λέξεις που είναι τελείως δικές σου, που ταιριάζουν πλήρως στο μυθιστορηματικό σκηνικό.
Τι είδους μπορεί να είναι αυτές οι λέξεις και οι φράσεις; Οτιδήποτε, βασικά· αλλά σκέψου τα εξής:
Πώς είναι η δομή της κοινωνίας. Ίσως σ’αυτή τη φανταστική κοινωνία το
ξυρισμένος να σημαίνει χαζός στην αργκό, επειδή κατά κανόνα μόνο οι αριστοκράτες ξυρίζονται που, και καλά, είναι πιο ελαφρόμυαλοι.
Πώς είναι η θρησκεία. Αν, για παράδειγμα, έχεις δεκάξι θεούς και ο τρίτος είναι της ομορφιάς, τότε η λέξη «Τριτοφτυσμένος» (με κεφαλαίο ταυ, πάντα) μπορεί να σημαίνει ότι ο άλλος είναι κακάσχημος.
Τι υπάρχει στο περιβάλλον. Αν εκεί κοντά είναι μια οροσειρά όλο κατάμαυρο χώμα και κατάμαυρες πέτρες, μπορεί να χρησιμοποιείται η φράση «Μαύρος σαν τα βουνά» στην αργκό.
Σε τελική ανάλυση, θα πρέπει να κάνεις μια ανάμιξη ανάμεσα σε φράσεις και λέξεις της αργκό που υπάρχουν στη δική μας πραγματικότητα και σε φράσεις και λέξεις που έχεις φτιάξει εσύ, που ταιριάζουν ακριβώς στον φανταστικό κόσμο που έχεις επινοήσει για τις ιστορίες σου.
Ο συνδυασμός αυτών των δύο πρέπει να δίνει ένα αρκετά αληθοφανές αποτέλεσμα, να σε κάνει να νομίζεις ότι αυτοί οι άνθρωποι όντως θα μπορούσαν να μιλάνε έτσι για τα δεδομένα στα οποία βρίσκονται.
Την αργκό μπορείς να την επεκτείνεις καθώς προχωράς την ιστορία που γράφεις, ή καθώς γράφεις περισσότερες ιστορίες σ’ένα φανταστικό σκηνικό. Αλλά πρέπει να προσέχεις ώστε να μην αντιφάσκεις, και να ταιριάζουν τα καινούργια με τα παλιότερα – να είναι μέσα στο κλίμα. Καλό είναι να κρατάς σημειώσεις, να φτιάχνεις το δικό σου λεξικό της αργκό για τον φανταστικό κόσμο σου, όπου προσθέτεις κάθε νέα λέξη ή φράση που δημιουργείς. Έτσι, μπορείς πάντα να ανατρέξεις στις παλιότερες και να δεις αν οι καινούργιες είναι στο ίδιο πνεύμα περίπου, ή αν μήπως αντιφάσκουν με τις προηγούμενες.
Τέτοιου είδους λεξικά έχουν μια κάποια καλλιτεχνική αξία κι από μόνα τους, ανεξάρτητα από τις ιστορίες που γράφεις. Είναι ένα είδος
παράπλευρης τέχνης. (Προσωπικά, έχω φτιάξει ένα μικρό
Λεξικό Παράδοξων Λέξεων, για την πλάκα, αν και δεν είναι λέξεις που έχω χρησιμοποιήσει σε μυθιστορήματά μου, απλά διάφορες παράξενες λέξεις που έχουν έρθει κατά καιρούς στο μυαλό μου.)
Κάτι ακόμα που πρέπει να έχεις υπόψη είναι πως δεν είναι ανάγκη
όλοι σ’έναν φανταστικό κόσμο να χρησιμοποιούν την ίδια αργκό. Βασικά, αυτό θα ήταν αρκετά αντιρρεαλιστικό. Η αργκό συνήθως διαμορφώνεται τοπικά – αν και κάποιες φράσεις και λέξεις μπορούν να είναι και πιο διαδεδομένες. Υπάρχουν, όμως, περιπτώσεις που παίζει σημαντικό ρολό το πού βρίσκεσαι. Για παράδειγμα, αν δεν είναι κάπου εκεί κοντά αυτή η κατάμαυρη οροσειρά που λέγαμε παραπάνω, τότε δεν είναι λογικό κάποιος να λέει «Μαύρος σαν τα βουνά».
Επίσης, η αργκό μπορεί να εξαρτάται και από τις διάφορες κοινωνικές ομάδες. Άλλη αργκό μιλάνε οι εργάτες του πελώριου λαβυρίνθου κάτω από τον Κεντρικό Διαστημικό Σταθμό, άλλη αργκό μιλάνε οι κλέφτες της αγοράς στην ίδια πόλη. Ο κλέφτης μπορεί να λέει «κοψοχέρης» και να εννοεί παλιάνθρωπος, αναξιόπιστος, κτλ: κάτι που δεν θα καταλάβαινε ένας εργάτης του λαβυρίνθου.
(ΣημείωσηΣημείωση για τα Περί Γραφής
Αν είσαι φυσιολογικός αναγνώστης δε χρειάζεται να
διαβάσεις αυτό το κομμάτι. Αν είσαι από εκείνους που θα σκεφτούν
«Και ποιος νομίζει ότι είναι αυτός που θα μιλήσει για τη συγγραφή;»,
ή «Πολύ σπουδαίος δεν την έχει δει για να μας λέει πώς θα
γράφουμε;», ή κάτι παρόμοια κολακευτικό για το άτομό μου, τότε είσαι
το Πράσινο Ανθρωπάκι, και μπορείς να συνεχίσεις να διαβάζεις.
Αγαπητό Πράσινο Ανθρωπάκι,
Στα Περί Γραφής
μιλάω για ορισμένες από τις συγγραφικές μου εμπειρίες, και δίνω
κάποιες συμβουλές ή κατευθυντήριες γραμμές για νέους (όχι,
απαραιτήτως, ηλικιακά) συγγραφείς. Δεν είναι τίποτα περισσότερο από
αυτό: εμπειρίες, σκέψεις, συμπεράσματα. Το διαβάζεις, κι αν
πιστεύεις ότι σου λέει κάτι ενδιαφέρον, έχει καλώς· αν πιστεύεις ότι
δε σ'ενδιαφέρει, ή αν διαφωνείς κάθετα, το αγνοείς. Τουλάχιστον,
αυτό κάνω εγώ όταν διαβάζω παρόμοια άρθρα: αν θεωρώ ότι λέει κάτι
ενδιαφέρον, το διαβάζω με ευχαρίστηση· αν θεωρώ ότι δεν με
ενδιαφέρει, το αγνοώ.
Να το έχεις αυτό υπόψη σου όταν διαβάζεις τα
Περί Γραφής. Δεν είναι δεσμευτικά, ούτε κανένας νόμος· είναι,
απλώς, μερικές σκέψεις, γνώμες, και εμπειρίες μου.
για τα Περί Γραφής.)