Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
Ενδιάμεση Τέχνη Η συνηθισμένη αντίληψη για την τέχνη μάς οδηγεί στα άκρα, είτε της υψηλής είτε της δημοφιλούς μορφής
Μπορείς, πολύ γενικά, να χωρίσεις την τέχνη σε δύο μεγάλες κατηγορίες, που και οι δύο είναι κατά βάση ακραίες. Την πρώτη κατηγορία ας την πούμε
υψηλή τέχνη· τη δεύτερη κατηγορία ας την πούμε δημοφιλή τέχνη. Αυτές οι δύο κατηγορίες πρέπει να είναι, όπως φαίνεται συνήθως, εκ διαμέτρου αντίθετες, αν και κατά καιρούς υπάρχουν περιπτώσεις που η μία περνά τα σύνορα της άλλης, έστω για λίγο.
Η υψηλή τέχνη ασχολείται με βαθιά νοήματα, με εξεζητημένη αισθητική, με πειραματικές μορφές, αλλά συνήθως δεν βρίσκει μεγάλη απήχηση στο ευρύ κοινό για διάφορους λόγους. Πολλές φορές, η υψηλή τέχνη μοιάζει να γίνεται μόνο για να εκφραστούν κάποιες απόψεις, για να καταγραφούν ορισμένες σκέψεις, ή για να γίνει ένα πείραμα. Αν πρόκειται για λογοτεχνικό ή κινηματογραφικό έργο, μπορεί να μην έχει καμια πλοκή, ή καμια ιστορία ικανή να κρατήσει το ενδιαφέρον. Αν πρόκειται για ζωγραφική, μπορεί να είναι κάτι το τελείως αφηρημένο που, κατά κανόνα, δεν καταλαβαίνεις ακριβώς τι είναι.
Η δημοφιλής τέχνη βρίσκεται στην αντίπερα όχθη. Δεν ασχολείται καθόλου με βαθιά νοήματα, δεν έχει καμία ιδιαιτερότητα στην αισθητική, δεν είναι πειραματική. Βρίσκει συνήθως απήχηση στο ευρύ κοινό, για διάφορους λόγους. Κατά κανόνα, αν είναι αφηγηματική μορφή, έχει πολύ συγκεκριμένη πλοκή, πολύ συγκεκριμένη ιστορία πολλές φορές, δε, πολύ προβλεπόμενη. Αν πρόκειται για κάτι το οπτικό, ποντάρει καθαρά στον εντυπωσιασμό και στα γνωστά σχήματα και μορφές. Μοιάζει να μην έχει να δώσει, γενικά, τίποτα το καινούργιο.
Έχοντας υπόψη μου αυτές τις δύο ακραίες κατηγορίες, μπορώ να πω ότι προσωπικά δεν με ικανοποιεί καμία. Και οι δύο έχουν τα υπέρ και τα κατά τους.
Το πλεονέκτημα της υψηλής τέχνης είναι ότι οδηγεί το μυαλό έξω από τα συνηθισμένα μονοπάτια, ότι σε βάζει να σκεφτείς πράγματα που δεν θα σκεφτόσουν αλλιώς, να νιώσεις πράγματα που ίσως ποτέ δεν θα ένιωθες, ενώ συγχρόνως εξελίσσει την τέχνη εν γένει. Το μειονέκτημά της είναι ότι όλα αυτά, στην υψηλή τέχνη, καταντούν να γίνονται αυτοσκοπός, με αποτέλεσμα να δείχνουν ξεκομμένα ή ανούσια, ή ακόμα και βαρετά εκτός αν έχεις ασχοληθεί πολύ με τέτοιες μορφές.
Το πλεονέκτημα της δημοφιλούς τέχνης είναι ότι έχει όσα λείπουν από την υψηλή τέχνη: δηλαδή, κάτι το στέρεο, κάτι που μπορείς να καταλάβεις, κάτι για να σε κρατήσει. Το μειονέκτημά της είναι πως ποτέ δεν πειραματίζεται, ποτέ δεν κάνει κάτι καινούργιο, ποτέ δεν σκοπεύει να σε βάλει να σκεφτείς ή να αισθανθείς πράγματα που αλλιώς δεν θα σκεφτόσουν ή δεν θα αισθανόσουν. Η δημοφιλής τέχνη δεν σε οδηγεί σε κρυφά μονοπάτια. Είναι συμβατική, ακόμα κι αν υποτίθεται ότι είναι «φαντασίας» ή οτιδήποτε άλλο μη συμβατικό. Επομένως, τα μειονεκτήματά της είναι σαν να καταλύουν τα πλεονεκτήματά της.
Οι λάτρεις της υψηλής τέχνης θεωρούν τη δημοφιλή τέχνη «ανόητη», «μαζικής παραγωγής», «χωρίς ουσία». Βλέπουν μια ταινία δράσης και τους σηκώνεται η τρίχα. Δεν δέχονται οτιδήποτε τέτοιο «χαζό».
Οι λάτρεις της δημοφιλούς τέχνης γελάνε με την υψηλή τέχνη, σνομπάροντας «αυτές τις ακατανόητες σαχλαμάρες που ούτε ο καλλιτέχνες που τις έκανε δεν ήξερε τι ήταν». Ένα βουνό ζωγραφισμένο και ένα πόδι να κρέμεται από πάνω του; Ε, και; Πάμε να δούμε
Transformers, καλύτερα!
Και τα δύο εν λόγω στρατόπεδα της τέχνης με κάνουν να νομίζω ότι
κανένας απαυτούς τους ανθρώπους δεν έχει πιάσει το νόημα. Μου αρέσει η υψηλή τέχνη οι παράξενες μορφές της έχουν όντως ενδιαφέρον αλλά πολλές φορές με κάνει κιόλας να βαριέμαι, ή μου φαίνεται παράλογα διδακτική, πολιτικοποιημένη, ή ανούσια. Μου αρέσει και η δημοφιλής τέχνη είναι ικανή να σου κρατήσει το ενδιαφέρον αμείωτο και να σε διασκεδάσει αλλά συχνά αναρωτιέμαι αν είναι φτιαγμένη πιστεύοντας πως το κοινό είναι ανόητο, ή δεν επιθυμεί καμία αλλαγή. Με κάνει νομίζω ότι κάποιοι θέλουν να κρατάνε το ευρύ κοινό σε ένα χαμηλό επίπεδο, νοητικά και αισθητικά.
Προτιμώ την τρίτη κατηγορία τέχνης: αυτήν που βρίσκεται ανάμεσα στις άλλες δύο. Ας την πούμε
ενδιάμεση τέχνη.
Είναι πολύ παρεξηγημένη αυτού του είδους η τέχνη, αν και, κατά τη γνώμη μου, είναι η καλύτερη. Περιλαμβάνει στοιχεία και της υψηλής και της δημοφιλούς τέχνης. Τα αναμιγνύει και βγάζει κάτι το καταπληκτικό. Δεν είναι ούτε εγκεφαλικά πεθαμένη ούτε άσκοπα πειραματική ή ηθικολογική.
Στην ενδιάμεση τέχνη εντάσσονται όλα εκείνα τα έργα λογοτεχνία, κινηματογράφος, θέατρο, εικαστικά, μουσική που έχουν μια ιδιαίτερη αισθητική, ή περιλαμβάνουν πολύπλοκες σκέψεις ή παράξενες ιδέες, αλλά συγχρόνως τα στηρίζουν όλα αυτά σε μια στέρεα βάση, σε κάτι που μπορείς να καταλάβεις. Αν είναι μυθιστόρημα, έχει κάποιου είδους πλοκή (όχι από αυτές που βασίζονται σε διάγραμμα 1-2-3, αλλά
είναι πλοκή)· αν είναι πίνακας, δεν παρουσιάζει κάτι τελείως ακατανόητο· αν είναι μουσική, έχει κάποιο ρυθμό, δεν μοιάζει σαν να χτυπάνε κατσαρολικά.
Το πρόβλημα με την ενδιάμεση τέχνη είναι πως δεν ανταποκρίνεται απόλυτα ούτε στην αισθητική του στρατοπέδου της υψηλής τέχνης ούτε στην αισθητική του στρατοπέδου της δημοφιλούς τέχνης. Οι λάτρεις της υψηλής τέχνης θα σνομπάρουν αμέσως μια ταινία που έχει μερικές σκηνές δράσης, γιατί «αυτά είναι για τον όχλο», ακόμα κι αν η συγκεκριμένη ταινία έχει ιδιαίτερη αισθητική και έξυπνες ιδέες. Οι λάτρεις της δημοφιλούς τέχνης θα περιγελάσουν επίσης αυτή την ταινία γιατί, «παρότι είχε μερικές καλές σκηνές δράσης, είχε κι όλα αυτά τα περίεργα, "κουλά" πράγματα».
Η ενδιάμεση τέχνη, όπως έλεγα, είναι τελείως παρεξηγημένη, αν και είναι η καλύτερη. Είναι ακριβώς εκείνο που η τέχνη
πρέπει να είναι δηλαδή, ούτε ένας άσκοπος πειραματισμός ή μια πολιτική/ιδεολογική προπαγάνδα, ούτε κάτι το ανεγκέφαλο. Σαυτή την κατηγορία τέχνης είναι που βρίσκεις τα καλύτερα βιβλία, τις καλύτερες ταινίες, την καλύτερη μουσική, τα καλύτερα εικαστικά έργα. Σπανίως παίρνουν βραβεία που συνήθως τα δίνουν κριτικοί προσκολλημένοι στην υψηλή τέχνη σπανίως έχουν μεγάλη ανταπόκριση στο ευρύ κοινό που μοιάζει να μη θέλει τίποτα περισσότερο από εύπεπτο υλικό.
Ορισμένες φορές αναρωτιέμαι τι δεν πάει καλά εδώ πέρα. Οι κριτικοί είναι σαν να έχουν γαλουχηθεί με συγκεκριμένο τρόπο σκέψης από διάφορα ιδρύματα και πολιτικά κόμματα, ενώ το ευρύ κοινό δεν προλαβαίνει να σκεφτεί και πολύ τι θέλει να παρακολουθήσει. Ο μέσος άνθρωπος δουλεύει και μετά έχει οικογενειακές υποχρεώσεις· δεν έχει χρόνο να «ψαχτεί». Η ώρα δεν τον φτάνει. Επομένως, όταν θέλει να χαλαρώσει, απλά θα πάει και θα δει την ταινία που διαφημίζεται περισσότερο, ή θα διαβάσει ένα βιβλίο που ακούει ότι είναι best-seller. Δεν πρόκειται να καθίσει να ψάξει πιο πολύ. Είναι, όπως είπαμε, θέμα χρόνου. Κι αυτό σημαίνει πως είναι λάθος να λέμε ότι το κοινό «θέλει» κάτι. Το κοινό δεν θέλει τίποτα. Το κοινό
δεν προλαβαίνει να θέλει. Τρώει ό,τι τροφή τού πετάνε. Δεν έχει τίποτ άλλο να φάει, και εκείνη την ώρα είναι πεινασμένο. Αρπάζει την πρώτη τροφή/μορφή διασκέδασης που βρίσκει μπροστά του. Φυσική αντίδραση, απλώς.
Αλλά αν ψάξεις είναι που θα ανταμειφθείς πραγματικά. Εκεί, ανάμεσα από την υψηλή τέχνη και τη δημοφιλή τέχνη, κρύβεται η ενδιάμεση τέχνη, η καλύτερη από τις δύο. Φτάνει να μπορέσεις να το διακρίνεις αυτό, απομακρύνοντας συνήθειες και στερεότυπα από τη σκέψη σου.
Η ενδιάμεση τέχνη είναι έξυπνη και διασκεδαστική συγχρόνως. Δεν είναι ούτε μόνο έξυπνη ούτε μόνο διασκεδαστική. Η ενδιάμεση τέχνη είναι πειραματική και σταθερή, παρότι αυτά τα δύο μπορεί να μοιάζουν αντιφατικά. Η ενδιάμεση τέχνη έχει ιδιαίτερη αισθητική αλλά και κάτι που μπορείς να το καταλάβεις.
Αυτό δεν πάει να πει ότι μόνο η ενδιάμεση τέχνη είναι καλή κατά τη γνώμη μου. Υπάρχουν και περιπτώσεις που η υψηλή τέχνη είναι εξαιρετική, ή που η δημοφιλής τέχνη είναι πολύ ικανοποιητική. Αλλά, αν πάρεις τους μέσους όρους της κάθε μορφής, νομίζω πως η ενδιάμεση τέχνη πάντα κερδίζει. Και πάντα είναι παρεξηγημένη.