Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies, από τρίτους κυρίως, για απλή ανάλυση επισκεπτών (πχ, Google Analytics) και για social media (πχ, από το Twitter). Τα μόνα cookies που χρησιμοποιούμε εμείς είναι για θέματα λειτουργικότητας (πχ, για να μην εμφανίζεται ξανά αυτή η ειδοποίηση αφότου έχετε πατήσει το κουμπάκι). Κανένα από αυτά τα cookies, απ’ό,τι ξέρουμε, δεν είναι βλαβερό, και εμείς δεν εκμεταλλευόμαστε τις πληροφορίες σας με κανέναν τρόπο. Ωστόσο, αν θέλετε μπορείτε πολύ εύκολα να σβήσετε τα cookies από οποιονδήποτε browser, συνήθως πατώντας Shift+Ctrl+Del. Περισσότερες πληροφορίες για τα cookies μπορείτε να βρείτε στο www.whatarecookies.com.
Δύο συνοικίες της Ατέρμονης Πολιτείας, η Βαθμιδωτή και η Επίστρωτη, βρίσκονται από χρόνια σε μια κατάσταση οικονομικής αλληλεξάρτησης. Η μία συμπληρώνει την άλλη. Η Βαθμιδωτή παράγοντας, αποκλειστικά και μόνο, τεχνικούς εξοπλισμούς. Η Επίστρωτη παράγοντας τρόφιμα. Και καμιά από τις δυο συνοικίες δεν διανοείται να αλλάξει τον ρυθμό της ζωής των πολιτών της.
Μια μυστηριώδης γυναίκα με το όνομα Κορίνα παρουσιάζεται στην Επίστρωτη και μιλά με τους Εχθρούς του Πρωινού, τη μεγαλύτερη και χειρότερη συμμορία της συνοικίας, που είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτών αλλά και της αστυνομίας. Η Κορίνα προθυμοποιείται να τους βοηθήσει σ’ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο: να κλέψουν χρήματα κατευθείαν από το κεντρικό θησαυροφυλάκιο της Τράπεζας των Τεσσάρων.
Αλλά αυτό δεν είναι το μόνο που έχει η Κορίνα στο μυαλό της.
Πολύ σύντομα, τα πράγματα αρχίζουν ν’αλλάζουν για τις δύο συνοικίες καθώς οι ισορροπίες θρυμματίζονται...
Το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης αρχίζει!
Μετά από τον διωγμό των δυνάμεων της Παντοκράτειρας, οι υλικές ζημιές στη
διάσταση της Σεργήλης είναι πολλές, και η οικονομία της έχει δεχτεί σοβαρό
πλήγμα. Προκειμένου ολόκληρη η διάσταση να ορθοποδήσει, οι πολιτικοί της
αποφασίζουν να οργανώσουν το Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, που θα φέρει
χρήματα από πολλές άλλες διαστάσεις του Γνωστού Σύμπαντος.
Οι ραλίστες που θα αγωνιστούν είναι όλοι ικανοί και έμπειροι στην οδήγηση –
ήρωες των τροχών και του τιμονιού. Ανάμεσά τους είναι και η Ελοντί Αλλόγνωμη, ή,
όπως πολλοί στη Σεργήλη τη γνωρίζουν από την παλιά της ζωή ως τραγουδίστρια, η
Έκπτωτη Ελοντί. Στο παρελθόν, σε μικρή ηλικία, ήταν δόκιμη για ιέρεια της
Αρτάλης όταν οι πράκτορες της Παντοκράτειρας προσπαθούσαν ακόμα να εξαφανίσουν
τις γυναίκες που λάτρευαν αυτή τη θεά. Αργότερα, είχε μπει στους κόλπους της
Επανάστασης, αποζητώντας εκδίκηση. Τώρα, στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης,
το παρελθόν της Ελοντί θα συναντήσει το παρόν, κι εκείνη θ’ανακαλύψει
καινούργια, και ίσως τρομαχτικά, πράγματα για τον εαυτό της.
Ο Ζορδάμης, ένας παλιός εραστής της Έκπτωτης Ελοντί και δεινός ραλίστας,
συμμετέχει επίσης στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι, και έχει κάνει μια σκοτεινή και
δαιμονική συμφωνία για να βεβαιωθεί ότι θα νικήσει. Επειδή
πρέπει να νικήσει: μυστηριώδεις δυνάμεις του υπόκοσμου της Σεργήλης
βρίσκονται στο κατόπι του, και φαίνονται έτοιμες να τον αφανίσουν αν δεν τους
δώσει ό,τι τους χρωστά...
Στο Πρώτο Πανδιαστασιακό Ράλι Σεργήλης, οι οδηγοί θα τρέξουν επάνω σε
αιωρούμενες ράμπες, επάνω σε δύσκολα εδάφη, μέσα στους άγριους δασότοπους
Φέρνιλγκαν, μέσα στις καυτές ερήμους της Σεργήλης, μέσα σε παγωμένα βουνά, ακόμα
και μέσα σε μια παράξενη ενδοδιάσταση με πράσινο ουρανό και κόκκινο ήλιο...
Η Σεργήλη έχει απελευθερωθεί από τους Παντοκρατορικούς· οι κάτοικοί της
μπορούν ξανά να λατρεύουν όποιους θεούς θέλουν. Η θρησκεία της Αρτάλης έχει
αναβιώσει. Η Αριστέα, μια από τις ιέρειές της, καταφέρνει να λάβει χρηματοδότηση
από την Πολιτειάρχη της Μέλβερηθ για την οικοδόμηση ενός καινούργιου ναού στα
άκρα της εν λόγω μεγαλούπολης. Αλλά σύντομα ανακαλύπτει ότι το χρηματικό δεν
είναι το μόνο πρόβλημα που έχει να αντιμετωπίσει. Οι Ανατολικοί Φρουροί, μια νέα
συμμορία που καταδυναστεύει τις ακροανατολικές συνοικίες της Μέλβερηθ, ζητούν
λεφτά για την προστασία του ναού – «προστασία» από την ίδια τη συμμορία, στην
πραγματικότητα. Η Αριστέα, αρνούμενη να πληρώσει, θα βρεθεί σε σύγκρουση μαζί
τους. Ευτυχώς, στο πλευρό της είναι ο Βασνάρος, ο Αγωνιστής των Δρόμων – γνωστός
και ως Τρελός Λύκος της Μέλβερηθ, κατά την περίοδο της κυριαρχίας των
Παντοκρατορικών.
Η Φάνρηβ, μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Μοργκιάνης, ήταν κάποτε, πριν
από χρόνια, ελεύθερη με δικό της πολίτευμα. Σήμερα, είναι ένα προτεκτοράτο του
Βασιλείου της Χάρνωθ. Ο λαός της είναι διαιρεμένος: μια μερίδα υποστηρίζει τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο· μια μερίδα είναι με το μέρος του παλιού Φύλακα της Φάνρηβ,
που έρχεται με στρατό από τον βορρά για να την ελευθερώσει· και μια άλλη μερίδα
των πολιτών είναι αυτονομιστές, που δεν θέλουν ούτε τους Χαρνώθιους στην πόλη
τους ούτε την επιστροφή του Φύλακα.
Οι Αιρετοί της Φάνρηβ είναι διαιρεμένοι όπως και ο λαός της, αποτελώντας
αντανάκλασή του.
Ο Άλφεντουρ αλ Έρεσναβ, Διπλωματικός Αντιπρόσωπος του Εμπορικού Συνδέσμου της
Νάζρηβ, έρχεται από την πόλη του με ελικόπτερο προς τη Φάνρηβ, καλεσμένος εκεί
από έναν παλιό του φίλο, τον Κασλάριν ωλ Μάρατεκ, Αιρετό της Συντεχνίας των
Αγροτών. Ο Κασλάριν πιστεύει πως έχει ένα σχέδιο για να σώσει τη Φάνρηβ προτού η
πόλη καταστραφεί από την οργή των αντίπαλων παρατάξεων. Και ζητά τη βοήθεια του
Άλφεντουρ, ο οποίος μπορεί να ασκήσει πιέσεις και στην Κέσριμιθ ωλ Ζαλτάρεμ, τη
Βασιλική Αντιπρόσωπο, και στο συμβούλιο των Αιρετών.
Όταν όμως ο Άλφεντουρ φτάνει στην πόλη, το κλίμα είναι ήδη έκρυθμο και, με
κάθε μέρα που περνά, χειροτερεύει. Η Αρχόντισσα Κέσριμιθ προσπαθεί με όλους τους
τρόπους – και με τα ελεγχόμενα μέσα μαζικής πληροφόρησης της Φάνρηβ – να
επηρεάσει τον λαό ώστε να τον τραβήξει με το μέρος του Βασιλείου της Χάρνωθ. Οι
υποστηρικτές του Φύλακα, που έρχεται με στρατό από τα βόρεια, πασχίζουν να
φέρουν τον κόσμο με τη δική τους πλευρά, ενώ αποφεύγουν και χτυπάνε τους
ανθρώπους των Χαρνώθιων. Και οι αυτονομιστές είναι εναντίον όλων, γεμίζοντας
τους δρόμους της πόλης με συνθήματα και απρόσμενες εκρήξεις.
Αλλά στη Φάνρηβ οι πιο επικίνδυνες ενέργειες γίνονται στα παρασκήνια. Σκιερές
μορφές στοιχειώνουν την Πόλη της Αέναης Νύχτας. Προδότες σχεδιάζουν πολιτικές
δολοφονίες. Κατάσκοποι παρακολουθούν κάθε κίνηση. Αδέλφια χάνουν την εμπιστοσύνη
που έχουν μεταξύ τους. Οι πάντες είναι ύποπτοι για τα πάντα.
Ο Πρίγκιπας Ανδρόνικος επιστρέφει στην πατρίδα του, την Απολλώνια, όπου
σύντομα ανακαλύπτει ότι τα πράγματα δεν είναι όπως τα είχε αφήσει. Κάποια
μυστηριώδης, σκοτεινή οργάνωση έχει απλώσει τα δίχτυα της μέσα στο Βασίλειο, και
φημολογείται, ψιθυριστά, ότι ακόμα κι ο αδελφός του Ανδρόνικου, ο Πρίγκιπας
Λούσιος, είναι αναμιγμένος σ’αυτήν.
Ο Ανδρόνικος θα βρεθεί σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, και θα χρειαστεί να
ζητήσει βοήθεια ακόμα κι από τους επαναστάτες άλλων διαστάσεων· διότι μέσα στην
ίδια του την πατρίδα κανένας δεν φαίνεται πλέον να μπορεί να θεωρηθεί
αξιόπιστος…
Εν τω μεταξύ, οι δυνάμεις της Παντοκράτειρας έρχονται από το Βόρειο Μέτωπο,
φέρνοντας έναν από τους πιο καταστροφικούς πολέμους στο Γνωστό Σύμπαν· ενώ από
τα νότια της διάστασης τερατουργήματα επιτίθενται από την Απολεσθείσα Γη,
μαστίζοντας το Βασίλειο σαν προαιώνια κατάρα.
Στην Απολλώνια, μια από καιρό πολιορκημένη διάσταση, τα πράγματα έχουν
αρχίσει να ξεφεύγουν από τον έλεγχο…
Η Αγγελική, μια φίλη της Παντοκράτειρας, βρίσκεται δολοφονημένη στη σουίτα
ενός ξενοδοχείου, με μυστηριώδεις τομές επάνω στο σώμα της. Ο εραστής της,
Ταγματάρχης Στίβεν Νέλκος, παρότι ήταν μαζί της εκείνη τη βραδιά, μοιάζει να
έχει πλήρη άγνοια του τι συνέβη. Και οι άνθρωποι της Παντοκράτειρας δεν
καταφέρνουν να ανακαλύψουν τίποτα.
Η Ρία-Μία, η Αρχιέρεια του Κρόνου, προτείνει στην Παντοκράτειρα έναν ιδιωτικό
ερευνητή, τον Φέλιξ Χάρλω, ο οποίος ίσως θα μπορούσε να βρει τον δολοφόνο.
Ωστόσο, ακόμα κι αυτός σύντομα θα συνειδητοποιήσει πως η περίπτωση είναι
εξαιρετικά περίπλοκη και δυσεπίλυτη, και οι δυνάμεις που είναι αναμιγμένες
ξεπερνούν τη δικαιοδοσία του αλλά και τις ικανότητες του μυαλού του...
Ένας ξεχασμένος κόσμος, μια διάσταση απομονωμένη από το υπόλοιπο σύμπαν.
Ένας υπερδιαστασιακός στρόβιλος – ένα
ρήγμα – σπάζει το στάσιμο πλέγμα της πραγματικότητάς του. Κι από εκεί,
έρχεται ένας μεγάλος προφήτης που θα αλλάξει τη ροή της ιστορίας του για
πάντα...
Ο Τάμπριελ, κάποτε σύζυγος της Παντοκράτειρας και μάγος του τάγματος των
Δεσμοφυλάκων, καταλήγει σαν ναυαγός σε μια διάσταση ανέγνωρη για εκείνον. Ένα
μέρος όπου κανένας δεν μιλά καμια γνωστή του γλώσσα. Μέσα στο μυαλό του, όμως,
παράδοξα, υπάρχουν εικόνες από αυτόν τον απομονωμένο κόσμο: και ο Τάμπριελ
συνειδητοποιεί πως δεν μπορεί να βρίσκεται τυχαία εδώ...
Μαζί του είναι η Ανταρλίδα, μια από τις Μαύρες Δράκαινες της Παντοκράτειρας
οι οποίες πλέον υπηρετούν την Επανάσταση εναντίον της. Ούτε εκείνη έχει ποτέ
ξανά δει ή ακούσει γι’αυτό τον κόσμο. Αλλά τώρα που οι δυο τους βρίσκονται εδώ,
σ’ένα ξένο, εχθρικό περιβάλλον, πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν ώστε να
ξεκλειδώσουν τα μυστικά της διάστασης που θα τους δώσουν πρόσβαση στο Γνωστό
Σύμπαν, από το οποίο ήρθαν.
Παράξενα ανοίγματα παρουσιάζονται στη Χάρνταβελ: τρύπες επάνω στα ίδια τα
τοιχώματα της πραγματικότητάς της. Από μέσα τους διακρίνεται μια άλλη
πραγματικότητα, και πλάσματα έρχονται από εκεί τα οποία δεν έχουν ξαναβαδίσει
ποτέ στη Χάρνταβελ.
Οι Παντοκρατορικοί που ελέγχουν την εν λόγω διάσταση προσπαθούν να ερευνήσουν
το φαινόμενο, η συχνότητα εμφάνισης του οποίου δεν μειώνεται αλλά αυξάνεται με
ανησυχητικό ρυθμό. Η Αρίνη’σαρ, μάγισσα του τάγματος των Ερευνητών και σύζυγος
του Παντοκρατορικού Ταγματάρχη Τέρι Κάρμεθ, έχει αναλάβει να ανακαλύψει τι
συμβαίνει, συναντώντας πολλά εμπόδια στον δρόμο της.
Αλλά και ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, ενδιαφέρεται για το
μυστηριώδες φαινόμενο γιατί η Χάρνταβελ συνδέεται άμεσα με τη δική του διάσταση,
την Απολλώνια. Οργανώνει μια αποστολή για να το ερευνήσει, και αναζητά τους
σωστούς ανθρώπους. Προσπαθεί να πείσει τον Γεράρδο να επιστρέψει στη Χάρνταβελ,
η οποία ήταν κάποτε πατρίδα του.
Ο Γεράρδος, όμως, είναι διστακτικός, επειδή είχε τους λόγους του που έφυγε
πριν από χρόνια. Ήταν ένας από τους ιερείς της Χάρνταβελ, που δεν μπορούν ποτέ
να την εγκαταλείψουν, καθώς αυτό σημαίνει τον θάνατό τους από μια δαιμονική
ακατονόμαστη δύναμη που κρύβεται μέσα τους. Αλλά ο Γεράρδος έχει επιβιώσει·
φεύγοντας από τη Χάρνταβελ νομίζει πως κατόρθωσε τελικά να διαλύσει το Εσώτερο
Θηρίο. Μπορεί, όμως, να είναι σίγουρος ότι αυτό δεν θα εμφανιστεί και πάλι εντός
του όταν ξαναγυρίσει στη Χάρνταβελ; Και είναι πρόθυμος να το ριψοκινδυνέψει για
να μάθει;
Η επιστροφή στην πατρίδα του μπορεί να τον φέρει σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ιερατείο εκεί, αλλά και με μια δύναμη πιο διαβολική και εξαπλωμένη απ’ό,τι
μπορούσε ποτέ να φανταστεί.
Και, φυσικά, είναι και οι Παντοκρατορικοί στη Χάρνταβελ...
Μετά τη διάλυση της Συμπαντικής Παντοκρατορίας,
ληστές και κακούργοι λυμαίνονται τα άγρια εδάφη της Φεηνάρκια:
απομεινάρηδες των στρατών της Παντοκράτειρας αλλά και γηγενείς που
προσπαθούν να επωφεληθούν από την κατάσταση. Όταν ένας έμπορος από τη
Χόλκεραλ, ο Καντάρφιλ, δέχεται επίθεση από τους ληστές της Σαρντίκα-Νοθ,
μια ομάδα μισθοφόρων έρχεται απρόσμενα προς βοήθειά του για να τρέψει
τους ληστές σε φυγή. Σύντομα όμως ο Καντάρφιλ μαθαίνει πως οι σωτήρες
του είναι κι αυτοί πρώην Παντοκρατορικοί, όπως η Σαρντίκα-Νοθ.
Ονομάζονται Ζωντανοί-Νεκροί, και αρχηγός τους είναι ο Ζαώρδιλ ο
Σκοτωμένος – ένας άνθρωπος που κανονικά θα έπρεπε να είναι νεκρός. Δεν
έσωσαν, όμως, τον έμπορο από τη Σαρντίκα-Νοθ για να τον ληστέψουν οι
ίδιοι· αντιθέτως, τον καθοδηγούν ώστε να φτάσει, μέσω επικίνδυνων
ορεινών περασμάτων, στον προορισμό του: την πόλη της Νασόλκαθ. Εκεί, ο
Ζαώρδιλ ελπίζει να βρει περισσότερες δουλειές για τους μισθοφόρους του,
αλλά ανακαλύπτει πως οι φήμες κυκλοφορούν γρήγορα και είναι πολλοί που
ακόμα έχουν έντονο μίσος για όσους κάποτε υπηρετούσαν την Παντοκράτειρα.
Ωστόσο, υπάρχει και μια γυναίκα – πρώην Παντοκρατορική κι η ίδια – που
επιδιώκει συμμαχία, αν και σκιερή. Και ο Ηγεμόνας της Νασόλκαθ σύντομα
ετοιμάζεται για πόλεμο εναντίον ληστών, και συγκεντρώνει στρατό από
μισθοφόρους κάθε είδους…
Μια επανάσταση ξεκινά, αρχικά περιορισμένη αλλά δυνατή, και σύντομα εξαπλώνεται σαν φωτιά ανεξέλεγκτη. Μια κρυφή δύναμη τη θρέφει από τις σκιές της Πόλης. Εδραιωμένες πλουτοκρατίες καταρρέουν· οι πολιτάρχες της Ρελκάμνια ανησυχούν. Τρόμος και αναστάτωση απλώνονται γύρω από τον Ριγοπόταμο, καθώς προβλέπουν πόλεμο.
Ένας μεγάλος ηγέτης έχει εμφανιστεί και η Πόλη φαίνεται να ζητά το αντίβαρό του – έναν άνθρωπο από συνοικίες αρκετά μακρινές. Εχθρικές δυνάμεις τον θέλουν νεκρό, αλλά μυστηριώδεις συμπτώσεις έρχονται για να τον συντρέξουν. Μισθοφόροι και μαχητές κατευθύνονται προς το επίκεντρο του επικείμενου πολέμου.
Δύο Θυγατέρες της Πόλης αναζητούν ένα πολύτιμο κόσμημα που έκλεψε μια Αδελφή τους – ένα αινιγματικό κατασκεύασμα μιας αρχαίας Θυγατέρας που μπορεί να προκαλέσει μεγάλα προβλήματα στα λάθος χέρια.
Συμμορίες ξεσηκώνονται παντού, ακούγοντας το όνομα του Αλυσοδεμένου Ποιητή που έσπασε τις αλυσίδες του. Καιροσκόποι και πολεμοκάπηλοι πιστεύουν ότι έχουν κάτι να κερδίσουν. Παλιά καθεστώτα γκρεμίζονται, καινούργια παίρνουν τη θέση τους – καλύτερα ή χειρότερα;
Ένας ξεχασμένος χώρος ανοίγει, ξερνώντας πανωλεθρία και δαίμονες από άλλους χρόνους, τραυματίζοντας την Πόλη και φέρνοντας θλίψη στους κατοίκους της.
Οι Νομάδες των Δρόμων ταξιδεύουν στις οδούς και τις λεωφόρους της Ατέρμονης Πολιτείας, καθοδηγούμενοι από την Κυρά τους. Βαδίζοντας, πάντοτε βαδίζοντας. Προσελκύοντας κι άλλους από τις συνοικίες που περνούν. Ένα υπέροχο, μαγευτικό ταξίδι γι’αυτούς, το οποίο τους αποκαλύπτει ολοένα και περισσότερα μυστήρια της Πόλης· αλλά δεν θα αργήσει να τους βάλει και σε τρομερά προβλήματα. Θα βρεθούν ακόμα και στο έλεος αμφιλεγόμενων δυνάμεων ενώ θα θεωρούν τους εαυτούς τους, για πρώτη φορά, χαμένους μέσα στη Ρελκάμνια.
Μια εποχή μεγάλων αλλαγών, από τον Ριγοπόταμο ώς την Ανακτορική Συνοικία...
Ένας εξερευνητής από την Απολλώνια έχει χαθεί στο Πορφυρό Κενό,
ακολουθώντας τα ξεχασμένα ίχνη για κάποιο πιθανό απομεινάρι από τον Ενιαίο Κόσμο
– κάτι που και η Παντοκράτειρα πολύ πιθανόν να θέλει να πάρει στα χέρια της.
Ο Ανδρόνικος, ο Πρίγκιπας της Επανάστασης, προσπαθεί να προλάβει ένα τέτοιο
ενδεχόμενο, και να ξαναβρεί τον χαμένο εξερευνητή. Στέλνει την Ιωάννα, τη Μαύρη
Δράκαινα, και τον Σέλιρ’χοκ, έναν μάγο του τάγματος των Διαλογιστών, στην Άκρη,
μια πόλη εκεί όπου το σύμπαν τελειώνει και το Πορφυρό Κενό απλώνεται, γεμάτο
Αιωρούμενες Νήσους, Ανέμους, και ανείπωτα όντα.
Στην Άκρη, η Ιωάννα και ο Σέλιρ’χοκ θα βρουν συμμάχους – έναν καπετάνιο του
Κενού, μια Ανεμοσκόπο, έναν μονόφθαλμο κυνηγημένο άντρα – και θα ταξιδέψουν στα
βάθη του Πορφυρού Κενού, σφυροκοπημένοι από Ανέμους… και με έναν από τους πιο
επικίνδυνους πράκτορες της Παντοκράτειρας στο κατόπι τους.
Ο Κάραγγελ, Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα, επιστρέφει στη μεγάλη
πόλη φέρνοντας νέα για τη γενοκτονία της Λευκής φυλής του από μια μαζική επίθεση
Μελανών. Αποζητά εκδίκηση. Αλλά στην Ελρείσβα οι αποφάσεις δεν παίρνονται μόνο
από εκείνον. Ούτε καν μόνο από τον Βασιληά. Ο Πρωτοσπαθάριος Κάραγγελ πρέπει να
συνεννοηθεί με τον Παντοκρατορικό Επόπτη Ευρύμαχο Νάλφερ, που βρίσκεται εκεί,
κυρίως, για να ελέγχει τα ορυχεία ενέργειας της περιοχής. Οι Παντοκρατορικοί
αποδεικνύονται πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Κάραγγελ στον αγώνα του για εκδίκηση
εναντίον των Μελανών, αλλά τα όπλα που φέρνουν είναι τόσο καταστροφικά που
κάνουν ακόμα και τον Πρωτοσπαθάριο να προβληματιστεί σχετικά με τις μεθόδους
τους. Και ποια μπορεί να είναι τα κίνητρά τους για τη βοήθεια που του
προσφέρουν;
Το ένα χωριό Μελανών μετά το άλλο αφανίζεται, μέσα στις καυτές ερήμους της
Αρβήντλια, καθώς η εκστρατεία των Παντοκρατορικών ταξιδεύει σαν λαίλαπα ολέθρου.
Ταυτόχρονα, ο Ανδρόνικος, Πρίγκιπας της Επανάστασης, η Ιωάννα η Μαύρη
Δράκαινα, και άλλοι επαναστάτες σύντροφοί τους έρχονται προς την Αρβήντλια μέσω
μιας διαστασιακής διόδου στη Σάρντλι. Αλλά δεν γνωρίζουν ακόμα τίποτα για την
καταστροφή που ο Πρωτοσπαθάριος του Θρόνου της Ελρείσβα και οι Παντοκρατορικοί
σύμμαχοί του έχουν εξαπολύσει εναντίον των Μελανών φυλών. Στόχος των επαναστατών
είναι η αποκωδικοποίηση ενός μυστηριώδους μηνύματος που, αν οι υποψίες τους
είναι σωστές, θα αλλάξει τα πάντα για την Επανάσταση και για την Παντοκρατορία
σ’όλο το Γνωστό Σύμπαν...
The Pearl Saga: The Ring of Five Dragons, The Veil of A Thousand Tears, The Cage of Nine Banestones του Eric Van Lustbader
Ξεκίνησα να διαβάζω αυτή την τριλογία τελείως τυχαία. Απλά τράβηξε την προσοχή μου σ’ένα παλαιοβιβλιοπωλείο και την αγόρασα· και μου φάνηκε ότι ίσως να είχε ενδιαφέρον όχι μόνο να αγοραστεί αλλά και να διαβαστεί.
Τα τρία αυτά βιβλία δεν είναι και τόσο παλιά: το πρώτο εκδόθηκε το 2001. Η ιστορία μπορείς να πεις ότι, σε πολύ γενικές γραμμές, θυμίζει το Dune του Frank Herbert. Υπάρχει μια φυλή που έχει κατακτήσει έναν πλανήτη· υπάρχει ένας μύθος για έναν Μεσσία που θα έρθει να ελευθερώσει τους υποδουλωμένους του πλανήτη· υπάρχει μια «μάγισσα» που τυχαίνει να είναι μητέρα αυτού που θα γίνει Μεσσίας.
Αλλά, αποκεί και πέρα, δεν έχει καμία σχέση με το Dune. Είναι τελείως άλλη ιστορία. Ούτε κατά διάνοια αντιγραφή.
Στην αρχή, μάλιστα, δεν μου άρεσε· ήμουν έτοιμος να το παρατήσω. Το σκηνικό ήταν, ομολογουμένως, αρκετά ευφάνταστο, όχι κλισέ (δεν έχει εδώ κλασικά πλάσματα του fantasy, είναι όλα προσωπικά δημιουργήματα του συγγραφέα)· ο πρόλογος, όμως, του πρώτου βιβλίου, του The Ring of Five Dragons, ήταν κλισέ ως πλοκή. Ήταν η συνηθισμένη, κιτς τρομερή καταστροφή που συνέβη «στους χρόνους τους παλιούς». Και οι διάλογοι ήταν επίσης άσχημοι. Αλλά, εντάξει, είπα να συνεχίσω λίγο παρακάτω προτού το παρατήσω. Όμως, και μετά τον πρόλογο, εξακολουθούσε να είναι άσχημο. Η ιστορία πάλι μού έμοιαζε στερεοτυπική για αρχή φαντασοβιβλίου, και οι διάλογοι ήταν χάλια.
Τέλος, είπα, θα το παρατήσω τώρα. Ευτυχώς δεν δώσαμε και πολλά λεφτά για να το αγοράσουμε.
Αλλά μετά άρχισε να γίνεται καλό. Και όσο πήγαινε γινόταν ολοένα και πιο καλό. Μέχρι που, ώς το τέλος, μου άρεσε πολύ. Γιατί είχε τόσο κακή αρχή, δεν μπορώ να καταλάβω. Σίγουρα ο άνθρωπος που έγραψε τα επόμενα μπορούσε να είχε γράψει και καλύτερη αρχή. Αλλά, όπως λένε, συμβαίνουν και μαλακίες καμιά φορά, χωρίς αυτό να φέρει να την καταστροφή.
Λίγα γενικά λόγια, λοιπόν, για το Pearl Saga του κύριου Lustbader... Ο κόσμος όπου διαδραματίζεται μοιάζει με παλιούς κόσμους επιστημονικής – ή, μάλλον, όχι και τόσο επιστημονικής – φαντασίας γεμάτους παράξενα πλάσματα και ακόμα και παράξενα φυτά. Και από τη μια το σκηνικό θυμίζει επιστημονική φαντασία, οριακά, από την άλλη θυμίζει καθαρή φαντασία. Στον πλανήτη έχει εισβάλλει, εδώ και χρόνια, μια φυλή που ονομάζεται V’ornn. Ήρθαν με αστρόπλοια. Το συνήθειό τους είναι να κατακτούν κόσμους και να αντλούν ό,τι μπορούν από αυτούς προτού συνεχίσουν το ταξίδι τους. Ωστόσο, στην Kundala έχουν μείνει πολύ καιρό, πιο πολύ από το συνήθειό τους... Οι V’ornn είναι ανθρωποειδείς αλλά τελείως άτριχοι, και έχουν δύο καρδιές. Η κοινωνία τους είναι χωρισμένοι σε κάστες, και οι γυναίκες – Tuskuggun – είναι κάστα από μόνη της, μια από τις κατώτερες κάστες (και υπάρχει ολόκληρη θεματολογία μέσα στο Pearl Saga γι’αυτό που συμβαίνει με τις Tuskuggun). Η κάστα που κυβερνά όλες τις άλλες κάστες είναι οι Gyrgon, που είναι, ουσιαστικά, μάγοι-επιστήμονες – τεχνομάγοι.
Οι Gyrgon χρησιμοποιούν μια παράξενου είδους τεχνολογία, και, γενικά, η τεχνολογία που βλέπουμε στο Pearl Saga δεν μπορεί εύκολα να συγκριθεί με τη δική μας. Για παράδειγμα, υπάρχουν εξωφρενικά εξελιγμένα πράγματα ενώ, συγχρόνως, δεν φαίνεται να έχουν τηλέφωνα! Μπορούν οι πολεμιστές τους – η κάστα Khagggun – να επικοινωνούν τηλεπαθητικά μέσα από κάτι κράνη – αλλά δεν έχουν τηλέφωνα! Έχουν φορητά κανόνια ιόντων (κάτι σαν μεγάλα τουφέκια, απ’ό,τι καταλαβαίνω) αλλά συγχρόνως πολεμάνε και με σπαθιά που κι αυτά είναι φορτισμένα με ιόντα και οι Khagggun εξειδικεύονται σε έναν ιδιαίτερο τρόπο μάχης με τις συγκεκριμένες λεπίδες. Υπάρχουν αιωρούμενα οχήματα, αλλά δεν υπάρχει ελικόπτερο. Και οι Gyrgon κάνουν εξωφρενικά πράγματα με την τεχνομαγεία τους.
Από την άλλη έχεις τους Κουνταλανούς (μετάφρασή μου για το Kundalan), τους ντόπιους κατοίκους του πλανήτη Kundala, που είναι δούλοι εκτός από αυτούς που είναι επαναστάτες και τρέχουν στα βουνά. Οι Κουνταλανοί μπορούν να χρησιμοποιήσουν μαγεία. Κανονική μαγεία, με ξόρκια και τα λοιπά. Αν και αποφεύγονται τα πολύ κλισέ πράγματα που μπορεί να δεις σε άλλα βιβλία φαντασίας, ακόμα κι εδώ υπάρχει ξόρκι αορατότητας που είναι στα όρια να το θεωρήσω κιτς. Πάντως, η μαγεία των Κουνταλανών παρουσιάζεται ως αρκετά πρωτότυπη και ευφάνταστη, και σε κάνει να θες να την εξερευνήσεις, να μάθεις περισσότερα γι’αυτήν. Περιλαμβάνει ακόμα και παράξενες οραματικές καταστάσεις, μια παράλληλη πραγματικότητα, και avatar που στέλνουν οι μάγοι μέσα σ’αυτή την παράλληλη πραγματικότητα.
Το σκηνικό έχει και διάφορα άλλα πράγματα αλλά δεν μπορώ να αναφερθώ σε όλα· λέω μόνο τα βασικά.
Στο πρώτο βιβλίο, The Ring of Five Dragons, έχουμε μια ανατροπή καθεστώτος ανάμεσα στους V’ornn, που δεν σκοτώνουν μόνο τους Κουνταλανούς αλλά και ο ένας τον άλλο για την εξουσία. Η ερωμένη του νεκρού V’ornn άρχοντα, που είναι Κουνταλανή και μάγισσα, ξεφεύγει μαζί με τον γιο της που τυχαίνει να είναι ο Μεσσίας που, σύμφωνα με τους θρύλους, περιμένουν οι Κουνταλανοί να τους σώσει. Η όλη υπόθεση εξελίσσεται σε κυνηγητό, μια παράξενη μετεμψύχωση, συμφωνίες με δαίμονες της Kundala. Και μετά η πλοκή ξεφεύγει τελείως από οτιδήποτε στερεοτυπικό και προβλεπόμενο, ενώ ακόμα και ο διάλογος βελτιώνεται με κάθε σελίδα. Ξεκινάνε δολοπλοκίες και προδοσίες ανάμεσα στους V’ornn, και έρχεται μια μυστηριώδης Κουνταλανή μάγισσα για να υπηρετήσει τον καινούργιο Άρχοντα των V’ornn που έκλεψε την εξουσία από τον προηγούμενο, ο οποίος συμπαθούσε τους Κουνταλανούς ενώ ο καινούργιος είναι τελείως αδίστακτος. Αυτή η μάγισσα είναι πολύ σκοτεινή και διαβολική, όπως αποκαλύπτεται καθώς προχωρά η πλοκή, και έχει τους δικούς της σκοπούς. Ή, ίσως, όχι μόνο δικούς της.
Εν τω μεταξύ, ο Μεσσίας, ο Dar Sala-at, δεν είναι αυτό που περιμέναμε. Είναι μια γυναίκα. Και δεν εξηγώ πώς προκύπτει αυτό, προς αποφυγή spoiler. Οπότε παρακολουθούμε για λίγο την εκπαίδευσή της, και βλέπουμε διάφορα παράξενα μέρη τα οποία ερευνά, και παράξενα όντα τα οποία συναντά. Επίσης, γίνεται ολοένα και πιο ικανή στη χρήση της Κουνταλανής μαγείας, και ανακαλύπτει ότι οι σύγχρονες Κουνταλανές ιέρειες είναι διεφθαρμένες: έχουν καταντήσει να είναι τόσο διεστραμμένες όσο οι V’ornn. Ή, τουλάχιστον, ορισμένες από αυτές.
Το βιβλίο καταλήγει σ’ένα φινάλε αρκετά ικανοποιητικό, αν και όχι και τόσο απρόβλεπτο. Η ίδια η πλοκή, όμως, είναι απρόβλεπτη και λαβυρινθώδης.
Δεν μπορούσα, φυσικά, να κρατηθώ απ’το να προχωρήσω στο επόμενο βιβλίο, The Veil of A Thousand Tears. Εδώ η κατάσταση έχει εξελιχτεί, παρουσιάζονται καινούργια πράγματα για τον κόσμο, και κρυφές πτυχές αποκαλύπτονται. Δεν γίνεται αυτό που θα περίμενες – δηλαδή, η Dar Sala-at να μαζεύει τους Κουνταλανούς για να κάνει εξέγερση. Βλέπουμε τρομαχτικούς δαίμονες που παίρνουν τις μορφές ανθρώπων· βλέπουμε μια έρημο που κρύβει μυστικά· συναντούμε ένα μαγικό ερείπιο· αρχίζουμε να καταλαβαίνουμε περισσότερα για τους διαβολικούς σκοπούς των Gyrgon. Και έχει όσους χαρακτήρες είχε το προηγούμενο βιβλίο αλλά και κάποιους καινούργιους επιπλέον. Δεν έχω αναφερθεί ούτε στους μισούς από τους χαρακτήρες που εμφανίζονται, για λόγους συντομίας της βιβλιοκριτικής. Πάντως, οι χαρακτήρες δεν είναι μόνο Κουνταλανοί· είναι και V’ornn. Και οι V’ornn δεν είναι μονοδιάστατοι κακοί· έχουν δικές τους προσωπικότητες, και το όλο τους κοινωνικό σύστημα και οι νοοτροπίες τους παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Ένας από αυτούς, μάλιστα, είναι ξεκάθαρα πρωταγωνιστής, καθώς και η αδελφή του, με την οποία δεν τα πάει καθόλου καλά.
Στο Pearl Saga παρατήρησα ότι οι πιο βασικοί χαρακτήρες είναι γυναίκες. Δεν ξέρω αν αυτό είναι εσκεμμένο ή όχι. Πάντως, δεν φαίνεται εσκεμμένο. Δεν είναι από εκείνες τις ιστορίες που μοιάζει να έχουν γραφτεί από φανατικούς που θέλουν να προωθήσουν το φεμινιστικό κίνημα. Είναι μια ιστορία γραμμένη με τελείως φυσικό τρόπο. Και μπορώ να πω ότι μου άρεσε αρκετά έτσι όπως παρουσιάζει τους γυναικείους χαρακτήρες, χωρίς ούτε να τους υποβιβάζει αλλά ούτε και να τους εκθειάζει. Ναι, οι γυναίκες μπορεί να είναι δυνατές, αλλά αυτό δεν αποτελεί μόνιμο στερεότυπο, ούτε υποβαθμίζει τους άντρες.
Ακόμα ένα πράγμα που παρατήρησα είναι η χρήση της οπτικής γωνίας. Είναι τρίτου προσώπου αλλά δεν είναι η αρτηριοσκληρωτική χρήση που γίνεται στα περισσότερα σημερινά βιβλία φαντασίας. Ο συγγραφέας δεν αισθάνεται την ανάγκη να μένει κολλημένος στην προοπτική ενός και μόνο χαρακτήρα σε κάθε κεφάλαιο ή κομμάτι του βιβλίου. Όταν έχει νόημα, γλιστρά με άνεση και μέσα στα κεφάλια περισσότερων, ξέρουμε τι σκέφτονται και τι αισθάνονται. Και αυτό δεν κάνει την ιστορία χειρότερη· την κάνει καλύτερη.
Τρίτη παρατήρηση ενώ είχα φτάσει πια στο τέλος του The Veil of A Thousand Tears: Είχε αρχίσει να διαφαίνεται ότι τα πάντα – ή, τουλάχιστον, πολλά πράγματα – μπορούν να λυθούν με μια σοβαρή μονομαχία. Ξέρεις – καλός εναντίον κακού. Αν ο καλός νικήσει, όλα διορθώνονται. Ίσως να τα παραλέω λίγο. Δε θέλω να υποβιβάσω την πλοκή του Veil of A Thousand Tears· είναι καλή. Υπάρχει, όμως, πολύ έντονη και αυτή η λογική της μονομαχίας για λύση, ειδικά από τη μέση και μετά. Και στο τέλος, βέβαια, έχουμε δύο, τρεις μονομαχίες που είναι καθοριστικές.
Εκτός αυτού, έχουμε και δύο πολύ καλές μεταμορφώσεις χαρακτήρων που πραγματικά μαγεύουν.
Συνέχισα, φυσικά, με το τρίτο βιβλίο, το The Cage of Nine Banestones, το οποίο, δυστυχώς, μου άρεσε λιγότερο από τα προηγούμενα, αν και δεν μπορώ να πω ότι είναι άσχημο. Κατά πρώτον, εδώ έχουμε ακόμα περισσότερους χαρακτήρες, αφού σε όσους είχαμε πριν προστίθενται κι άλλοι. Αρχίζει να γίνεται ολόκληρος πληθυσμός. Η πλοκή, επίσης, μεγαλώνει αναλογικά, αλλά νομίζω πως κάπου κάνει κύκλους. Εξακολουθεί να είναι αυθόρμητη και ευφάνταστη και απρόβλεπτη. Όμως μου έδινε την εντύπωση ότι δεν μπορούσε πραγματικά να προχωρήσει ώστε να γίνει κάτι το ουσιώδες. Και έχουμε ένα σωρό μονομαχίες – περισσότερες απ’ό,τι στο δεύτερο βιβλίο – και ώς τη μέση του The Cage of Nine Banestones αυτές οι μονομαχίες τελειώνουν συνήθως σε σχετικές ισοπαλίες: δηλαδή, γίνεται ό,τι γίνεται, κανένας δεν σκοτώνεται, η κατάσταση περιπλέκεται κι άλλο, και πάμε παρακάτω. Σε ορισμένες περιπτώσεις πραγματικά δεν κατάλαβα γιατί δεν σκότωσαν έναν συγκεκριμένο χαρακτήρα που θα μπορούσαν και, λογικά, θα ήθελαν να σκοτώσουν. Μοιάζει να έγινε επειδή είναι βασικός μέσα στο βιβλίο.
Όπως και νάχει, αυτό είναι και το πιο αρνητικό σχόλιο που έχω να κάνω για το Cage of Nine Banestones. Κατά τα άλλα, ο συγγραφέας επιδεικνύει και εδώ αρκετή δημιουργικότητα, παρουσιάζονται καινούργια πράγματα, και ορισμένα από τα παλιά μυστήρια εξηγούνται. Ωστόσο, στο τέλος νομίζω πως κάποια πράγματα μένουν λίγο ξεκρέμαστα, αν και αυτό ήταν αναμενόμενο με τόσες πλοκές που είχαν παρουσιαστεί. Κάποιες δεν θα έφταναν σε καμιά σπουδαία ολοκλήρωση, προφανώς· θα έπρεπε να αφεθούν στη φαντασία για το τι γίνεται μετά. Και δεν το θεωρώ κακό αυτό. Δε μ’αρέσουν τα βιβλία που όταν τα τελειώνεις μοιάζει και ο φανταστικός κόσμος τους να έχει τελειώσει μαζί. Μου φαίνονται ψεύτικα, σαν ένα παραμυθάκι. Το Pearl Saga δεν είναι ένα παραμυθάκι· είναι κάτι το ζωντανό.
Περισσότερο με παραξένεψε που ένας συγκεκριμένος χαρακτήρας που υποτίθεται πως θα έπαιζε σημαντικό λόγο στο μέλλον δεν έχει παρά ελάχιστη δραστηριότητα στο Cage of Nine Banestones. Στην αρχή, μετά βίας βλέπουμε την παρουσία του μερικές φορές. Και μετά δρα μια φορά για να καταφέρει κάτι, και αυτό ήταν· τέλος. Μου φάνηκε λιγάκι anticlimatic σε σχέση με την υπόσχεση που είχε δοθεί γι’αυτό τον χαρακτήρα. Στο The Veil of A Thousand Tears ο ίδιος χαρακτήρας υπόκειται σε ολόκληρη μεταμόρφωση που υποτίθεται πως σημαίνει πολλά. Τι έγιναν όλα αυτά;
Και δεν το θεωρώ ανατροπή. Η πλοκή έχει άλλες ανατροπές οι οποίες είναι πραγματικές ανατροπές και αλλάζουν τελείως τα δεδομένα, και είναι όλες καλές. Η μία από αυτές, μάλιστα, αλλάζει βασικά δεδομένα που είχαν παρουσιαστεί από το πρώτο βιβλίο και επάνω στα οποία ήταν στημένη ολόκληρη η πλοκή! Αλλά παρουσιάζονται τόσα καινούργια στοιχεία που απλά συνεχίζεις να διαβάζεις συνεπαρμένος.
Το Pearl Saga είναι μια τριλογία που δεν θα ήθελα, με τίποτα, να μην έχω διαβάσει. Δεν ξέρω αν θα το έθετα ανάμεσα στις καλύτερες ιστορίες που έχω διαβάσει στη ζωή μου· είναι, όμως, πολύ ευφάνταστο, πολύ δημιουργικό, και το καλύτερο πράγμα που έχω διαβάσει φέτος μέχρι στιγμής (Αύγουστος, 2020). Συνδυάζει, επιπλέον, με αξιοσημείωτο τρόπο τη μαγεία και την τεχνολογία, χωρίς να υπάρχει διχασμός ανάμεσά τους όπως σε πολλά άλλα βιβλία φαντασίας. Φτιάχνει ένα αμάλγαμα που δεν συναντάς παντού ενώ, συγχρόνως, το εμπλουτίζει με διάφορες φιλοσοφίες και μυστικιστικές λογικές. Αν μη τι άλλο, το Pearl Saga δεν είναι τίποτα το στερεοτυπικό· νομίζω πως ωθεί το είδος της φανταστικής λογοτεχνίας προς μια νέα κατεύθυνση. Και είναι μια κατεύθυνση που πολλοί θα έπρεπε να ακολουθήσουν.