(Τι; Νομίζεις ότι δεν υπάρχει λέξη βιβλιακός; Κι εγώ έτσι νόμιζα μέχρι στιγμής.)
Διαβάζω δύο βιβλία, τελευταία – το The Ring of Five Dragons του Eric Van Lustbader, και το The West Is Dying του David C. Smith – και έχω τελειώσει το μισό περίπου από το καθένα, οπότε νομίζω ότι μπορώ να πω κάποιες εντυπώσεις μου ώς εδώ.
Και τα δύο μού φαίνονται αρκετά καλά, αν και για τελείως διαφορετικούς λόγους. Δεν μοιάζουν καθόλου μεταξύ τους.
Το The Ring of Five Dragons εκτυλίσσεται σ’ένα σκηνικό που, παρότι δεν είναι σαν το Dune του Frank Herbert (έρημος πλανήτης και τα λοιπά), θυμίζει αρκετά το Dune στην όλη του αίσθηση – και νομίζω ότι αυτό είναι εσκεμμένο, αλλά δεν το θεωρώ αρνητικό: δεν φαίνεται για «κόπια». Αντιθέτως, ο κόσμος είναι πολύ δημιουργικά φτιαγμένος – εξωφρενικά δημιουργικά φτιαγμένος, ίσως, από ορισμένες απόψεις – και αποτελεί ένα καλό μείγμα επιστημονικής και μη φαντασίας (αν υποθέσεις ότι επιστημονική φαντασία είναι απλά η υπερεξελιγμένη τεχνολογία και τα διαστημικά ταξίδια σε άλλους κόσμους). Το φριχτό του θέματος είναι ο διάλογος. Στην αρχή, στον πρόλογο, ήταν τόσο άσχημος και τόσο κλισέ που έφτασα στα όρια να το παρατήσω το βιβλίο. Ευτυχώς δεν το παράτησα. Και μετά ο διάλογος βελτιώνεται, αλλά δεν γίνεται και πολύ καλός. Δεν μοιάζει πραγματικά με ανθρώπους που μιλάνε· όμως όσο διαφορετικοί κι αν είναι οι άνθρωποι σ’αυτό τον πολύ παράξενο κόσμο δεν μπορώ να πιστέψω ότι θα μιλούσαν έτσι. Βέβαια, είμαι απαιτητικός με τον διάλογο συνήθως. Κι αυτός εδώ, ΟΚ, διαβάζεται, δεν είναι κι ότι δεν διαβάζεται. Απλά, όπως είπα, δεν είναι και πολύ καλός ως διάλογος. Του λείπει μια κάποια φυσικότητα. Είναι σαν να γράφεις, όχι σαν να μιλάς.
Ωστόσο, το βιβλίο μ’αρέσει, και έχει και δύο συνέχειες που, αν κάτι δεν στραβώσει, μάλλον θα διαβάσω. Bonus: Δεν είναι γραμμένο στην κολληματιακή περιορισμένη οπτική γωνία τρίτου προσώπου όπως το 90% των βιβλίων φαντασίας σήμερα.
Το The West Is Dying είναι τελείως άλλο πράγμα. Το σκηνικό, αν και είναι άλλος κόσμος, όχι η γη, θυμίζει πάρα πολύ βυζαντινορωμαϊκό κόσμο. Πάρα πολύ. Υπάρχει ακόμα κι ένα μαντείο που μοιάζει με το Μαντείο των Δελφών: ατμοί βγαίνουν από μια σχισμάδα στη γη κάνοντας τη μάντισσα να μαστουρώνει. Κι αυτό είναι και το μόνο φανταστικό/μαγικό στοιχείο που βλέπουμε στην αρχή του βιβλίου. Τώρα μόνο, που έχω φτάσει στη μέση, είδα κι άλλα παράξενα/μαγικά στοιχεία, και είναι αρκετά παράξενα. Κατά τα άλλα, η πλοκή είναι γεμάτη πολιτικές ίντριγκες – πολύ αιματηρές – και πολιτικές καταστάσεις γενικώς· παρουσιάζει μια ταραγμένη περίοδο ανακατατάξεων. Νομίζω ότι θα αρέσει σε φανατικούς του A Song of Ice and Fire. Ο διάλογος, σε αντίθεση με το The Ring of Five Dragons, είναι πολύ φυσικός στις περισσότερες περιπτώσεις. Είναι από τους διαλόγους που μου αρέσουν. Τα γεγονότα, δε, κινούνται με καταιγιστικό ρυθμό· δεν σ’αφήνει να χασμουρηθείς ούτε στιγμή.
Bonus: Ούτε αυτό είναι γραμμένο στην κολληματιακή περιορισμένη οπτική γωνία τρίτου προσώπου όπως το 90% των βιβλίων φαντασίας σήμερα. Είναι γραμμένο σε μια πολύ ανοιχτή οπτική γωνία. Και έχει κι αυτό δύο συνέχειες. Μάλλον θα τις διαβάσω, αν κάτι δεν στραβώσει τελείως.